
5 τρόποι για να διατηρήσει ένα υπογόνιμο ζευγάρι τη συναισθηματική και σεξουαλική εγγύτητα
Η διάγνωση της υπογονιμότητας μπορεί να επηρεάσει το ζευγάρι στην επικοινωνία, την ψυχική επαφή, αλλά και την σεξουαλική ζωή, που γίνεται πηγή άγχους και συναισθηματικής δυσφορίας. Αυτό συμβαίνει διότι, όταν το ζευγάρι προσπαθεί να τεκνοποιήσει αλλά δυσκολεύεται και αισθάνεται ότι ο χρόνος περνάει και στενεύουν τα περιθώρια του, το σεξ καταλήγει να αποτελεί «δουλειά», να γίνεται μεθοδολογικά και προγραμματισμένα και να προκαλεί συναισθήματα θυμού, λύπης, άγχους και φόβου.
Η απόλαυση χάνεται, ενώ μπορεί να εμφανιστούν σεξουαλικές δυσλειτουργίες. Έρευνα έδειξε ότι το 40% γυναικών με υπογονιμότητα αντιμετώπιζαν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης σεξουαλικής δυσλειτουργίας σε σχέση με το 25% γυναικών χωρίς υπογονιμότητα. Αντίστοιχα, για τους άνδρες με υπογονιμότητα παρατηρήθηκαν μειωμένη επιθυμία και διέγερση, μεγαλύτερα ποσοστά εμφάνισης στυτικής δυσλειτουργίας και μειωμένη σεξουαλική ικανοποίηση. Οι ανησυχητικές σκέψεις και τα δυσφορικά συναισθήματα του άνδρα λειτουργούν ανασταλτικά στην κινητοποίηση του για σεξουαλική επαφή, ενώ μπορεί να του δημιουργήσουν άγχος για να αποδώσει (anxiety performance), που, όμως τον οδηγεί στην επανάληψη της αποτυχίας.
Ωστόσο, το ζευγάρι που είναι σε διαδικασία προσπάθειας τεκνοποίησης δεν θα πρέπει να ξεχνά ότι το σεξ δεν γίνεται μόνο για αυτόν το σκοπό και υπάρχουν τρόποι να ενσωματώσει σε αυτό εγγύτητα και ερωτισμό. Πιο συγκεκριμένα:
- Επικοινωνείστε τις σκέψεις και τα συναισθήματα σας
Η επικοινωνία είναι μείζονος σημασίας τόσο για τη συναισθηματική όσο και για τη σεξουαλική εγγύτητα των συντρόφων. Το ζευγάρι είναι απαραίτητο να επικοινωνεί τις ανάγκες, τους προβληματισμούς και τις επιθυμίες του και να μη θεωρεί δεδομένο ότι πάντα ο άλλος θα ξέρει τι σκέφτεται και τον κατάλληλο τρόπο να το διαχειριστεί.
2. Συνεχίστε να κάνετε σεξ ή να μοιράζεστε σεξουαλικές στιγμές ακόμα κι όταν δεν έχετε ωορρηξία
Είναι σημαντικό για το ζευγάρι να διατηρεί την εγγύτητα ακόμα κι όταν δεν είναι η μέρα της ωορρηξίας. Τοιουτοτρόπως, δε θα θέτει ως αυτοσκοπό μόνο την αναπαραγωγή ούτε θα περιορίζεται σε μία μόνο ημέρα, καθώς η συχνότητα αλλά και η ποιότητα των σεξουαλικών επαφών επηρεάζει και την ικανοποίηση που αντλούν οι σύντροφοι από τη σχέση.
3. Αποφύγετε να μιλάτε μόνο για την υπογονιμότητα
Αυτό δεν σημαίνει ότι το ζευγάρι δεν πρέπει να μιλάει καθόλου για αυτό το ζήτημα, αλλά να μην το αφήνει να καθορίζει όλους τους τομείς της ζωής του. Είναι καλό να μοιράζεται στιγμές, κοινό ποιοτικό χρόνο και να φτιάχνει εμπειρίες πέραν όσων σχετίζονται με την προσπάθεια τεκνοποίησης.
4. Αναπτύξτε εναλλακτικούς τρόπους συναισθηματικής και σεξουαλικής σύνδεσης
Γυναίκες που βρίσκονται στη διαδικασία εξωσωματικής γονιμοποίησης δεν έχουν πάντα την επιθυμία για σεξουαλική επαφή. Ωστόσο, αυτό δεν συνεπάγεται ότι πρέπει να εκλείψει από τη σχέση κάθε αίσθηση ερωτισμού ή σεξουαλικότητας. Το ζευγάρι μπορεί να αναπτύξει εναλλακτικούς τρόπους σύνδεσης, συναισθηματικής και σεξουαλικής, και οι εξωλεκτικές εκδηλώσεις τρυφερότητας, όπως η βλεμματική επαφή, τα χάδια και τα φιλιά, μπορούν να συμβάλλουν προς αυτήν την κατεύθυνση.
5. Να είστε ανοιχτοί και πρόθυμοι στην προοπτική πιθανής σεξουαλικής επαφής
Ένας παράγοντας που παίζει ακόμα μεγαλύτερο ρόλο στη σεξουαλική επαφή πέραν της αρχικής επιθυμίας είναι η απαντητική επιθυμία, δηλαδή η δεκτικότητα και η προθυμία να είναι ανοιχτός ο ένας σύντροφος στα ερωτικά ερεθίσματα και κινήσεις του άλλου. Δεν είναι απαραίτητο να προϋπάρχει η επιθυμία, αλλά μπορεί να επέλθει με την κατάλληλη διέγερση και την ψυχολογική ετοιμότητα του ζευγαριού.
Το άγχος έχει φανεί ότι αυξάνει τις πιθανότητες αποτυχίας σύλληψης σε ζευγάρια που βρίσκονται σε διαδικασία Εξωσωματικής Γονιμοποίησης (In Vitro Fertilisation-IVF), ενώ η διατήρηση μιας ενεργούς και ποιοτικής σεξουαλικής ζωής, που φέρνει κοντά το ζευγάρι και μειώνει το άγχος και την δυσφορία, αυξάνει και τις πιθανότητες για επιτυχημένη προσπάθεια τεκνοποίησης.
Οι σύντροφοι είναι καλό να μιλάνε και να ακούν ο ένας τον άλλον και, αν αισθάνονται ότι αυτή η δοκιμασία τούς απομακρύνει συναισθηματικά ή και σεξουαλικά και δεν μπορούν να το διαχειριστούν, να απευθύνονται σε έναν ειδικό ψυχικής και σεξουαλικής υγείας, αναζητώντας τη λύση σαν σύμμαχοι, σύντροφοι, εραστές και μελλοντικοί γονείς.
Διδυμοπούλου Αγγελική
Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια CBT
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.
Learn More
Όταν το άγχος του γονέα μεταβιβάζεται στο παιδί
Τα μικρά παιδιά βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στους φροντιστές τους, προκειμένου να αποκτήσουν πληροφορίες για το περιβάλλον. Αυτό αποκτά ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα όταν αφορά καταστάσεις στρες. Τα παιδιά είναι ευαίσθητα στα συναισθήματα των γονιών τους και μπορούν να αντιληφθούν το άγχος τους. Εάν ένας γονέας είναι συχνά ανήσυχος, ταραγμένος και αγχωμένος μπορεί να δημιουργήσει ένα στρεσογόνο περιβάλλον για το παιδί. Κατ’ επέκταση το παιδί αισθάνεται άγχος και να είναι πιο ευάλωτο μετέπειτα σε συναισθηματικές δυσκολίες.
Η «εξέταση» της γονεϊκής συμπεριφοράς σε στρεσογόνες συνθήκες, μας διευκολύνει στην καλύτερη κατανόηση για τη μακροχρόνια σχέση μεταξύ των πρώιμων περιβαλλοντικών στρεσογόνων παραγόντων και των αλλαγών στη συμπεριφορά του παιδιού. Όπως έχουν δείξει έρευνες, ο υψηλότερος βαθμός έκθεσης στο στρες της οικογένειας, αυξάνει τις πιθανότητες να επιβαρυνθεί η ψυχική υγεία σε παιδιά, ήδη από την ηλικία των 2 έως 6 ετών.
Μια πιο προσεκτική ματιά έδειξε ότι όταν οι στρεσογόνοι παράγοντες στοχεύουν τους ενήλικες και όχι τα ίδια τα παιδιά, συσχετίζονται περισσότερο με προβλήματα συμπεριφοράς των παιδιών. Αυτά τα αποτελέσματα υπογραμμίζουν τη σημασία της εξέτασης της μεσολαβητικής επίδρασης των γονέων, όταν εξετάζονται οι συσχετίσεις μεταξύ του οικογενειακού στρες και της συμπεριφορικής ανάπτυξης των μικρών παιδιών.
Με ποιον τρόπο, λοιπόν, το άγχος μου μπορεί να επιδράσει πάνω στο παιδί μου;
- Δεσμός: Το παιδί έχει ανάγκη από ένα ασφαλές περιβάλλον. Εάν ως γονείς είμαστε επικεντρωμένοι και εγκλωβισμένοι στο άγχος μπορεί να δυσκολευόμαστε να παρέχουμε επαρκή συναισθηματική υποστήριξη και διαθεσιμότητα στις ανάγκες του παιδιού, κάτι που προκαλεί αίσθηση ανασφάλειαςκαι συμβάλλει στην μετέπειτα δυσκολία του παιδιού να δημιουργήσει υγιείς σχέσεις.
- Πρότυπο συμπεριφοράς: Όταν ένας γονέας επιδεικνύει σταθερά αγχώδη συμπεριφορά, το παιδί μπορεί να μάθει να ανταποκρίνεται με παρόμοιο τρόπο σε στρεσογόνες συνθήκες. Αυτό αυξάνει τις πιθανότητες να αναπτύξει μια υπερβολικά καχύποπτη και φοβική προσέγγιση της πραγματικότητας.
- Μηχανισμός αντίδρασης στο στρες: Τα παιδιά μέσω της μίμησης μαθαίνουν τον κόσμο, παρατηρώντας τους γονείς τους. Ένα από τα μεγαλύτερα όπλα είναι να παρέχω στο παιδί μου ανακούφιση στην αναστάτωση! Δίνοντας ένα παράδειγμα: εάν το παιδί μου σκοντάψει και εγώ τρέξω πανικόβλητος, φωνάζοντας, προκαλώ την εντύπωση ότι υπάρχει κίνδυνος.
- Υπερπροστασία: Το άγχος και ο φόβος μπορούν να οδηγήσουν σε τακτικές υπερβολικού ελέγχου, προστασίας και άρα σε περιοριστικές μεθόδους, παρεμποδίζοντας την εξερεύνηση που αποτελεί το μέσο σωματικής και κοινωνικής ανάπτυξης του παιδιού.
Είναι σημαντικό να τονίσουμε πως δεν θα εμφανίσουν όλα τα παιδιά ευαισθησία στο άγχος. Η ανταπόκριση κάθε παιδιού στο άγχος του γονέα είναι διαφορετική και ποικιλότροπα εξαρτώμενη από την ιδιοσυγκρασία του και την ανθεκτικότητα που αναπτύσσει. Οφείλουμε, όμως, να γνωρίζουμε τις πιθανές επιπτώσεις, αλλά και τους τρόπους που θα μας βοηθήσουν να χτίσουμε ένα πιο υγιές περιβάλλον, τόσο για εμάς ως γονείς, όσο και για το παιδί μας.
Πηγή: Fields, A., Harmon, C., Lee, Z., Louie, J. Y., & Tottenham, N. (2021). Parent’s anxiety links household stress and young children’s behavioral dysregulation. Developmental psychobiology, 63(1), 16-30.
Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.

Το άγχος του πατέρα στην εγκυμοσύνη και η επίδραση στο βρέφος μετά τη γέννησή του
Ένα από τα πεδία που έχει διερευνηθεί εκτενώς είναι οι διαταραχές της διάθεσης στη μητέρα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης οι οποίες έχουν αποδειχθεί ότι επηρεάζουν αρνητικά:
- την κοινωνική
- τη συναισθηματική,
- τη συμπεριφορική,
- τη γνωστική ανάπτυξη των παιδιών.
Ταυτόχρονα η επίδραση αυτή έχει αποδειχτεί ότι επιμένει στο πέρασμα του χρόνου και δεν αποτελεί ένα παροδικό φαινόμενο. Για παράδειγμα, η πρόωρη έκθεση του βρέφους σε συμπτώματα κατάθλιψης ή άγχους της μητέρας, έχει συσχετιστεί:
- με μειωμένη ακαδημαϊκή επίδοση
- με προβλήματα συμπεριφοράς στην εφηβεία.
Τα τελευταία χρόνια η έρευνα έχει στραφεί και στην σημασία που έχει η συναισθηματική κατάσταση των πατέρων κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, καθώς και στο κατά πόσο ευθύνεται για μακροπρόθεσμες συνέπειες στη ζωή των παιδιών μετά τη γέννησή τους.
Που καταλήγει νέα έρευνα;
Νέα μελέτη, με επικεφαλής το Πανεπιστήμιο του Cambridge, είναι η πρώτη που συμπεριέλαβε τόσο τις μητέρες όσο και τους πατέρες και παρακολούθησε την ανάπτυξη του παιδιού σε διάστημα δύο ετών. Σύμφωνα με το πόρισμα της μελέτης όταν ο πατέρας είχε άγχος κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τα παιδιά είχαν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν:
- συναισθηματικά προβλήματα,
- προβλήματα συμπεριφοράς.
Τα βρέφη με αγχώδη πατέρα έτειναν να εμφανίζουν αυξημένη ευερεθιστότητα και ανησυχία, καθώς επίσης και να δυσκολεύονται περισσότερο στον ύπνο.
Η συγκεκριμένη μελέτη, που δημοσιεύτηκε τον Αύγουστο του 2019 στο επιστημονικό περιοδικό Development & Psychopathology, μελέτησε 438 ζευγάρια τα οποία, χρησιμοποιώντας ερωτηματολόγια και απαντώντας σε δομημένες συνεντεύξεις, κατέγραφαν συμπτώματα κατάθλιψης και άγχους σε τέσσερα χρονικά σημεία (στο τελευταίο τρίμηνο της εγκυμοσύνης και 4, 14 και 24 μήνες μετά τον τοκετό). Οι μητέρες και οι πατέρες αξιολόγησαν επίσης την ποιότητα της σχέσης τους, αλλά και την κοινωνικοσυναισθηματική προσαρμογή του παιδιού τους στους 14 και στους 24 μήνες.

Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν άμεση επίδραση στα παιδιά:
- της συναισθηματικής κατάστασης του πατέρα
- της ποιότητας της σχέσης των γονιών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης
Τα παιδιά έως 2 ετών ήταν πιθανότερο:
- να έχουν συναισθηματικές δυσκολίες,
- να είναι ανήσυχα,
- να κλαίνε,
- να φοβούνται περισσότερο,
- να προσκολλώνται στους γονείς.
Τα προβλήματα αυτά ήταν πιο έντονα όταν εκείνοι αντιμετώπιζαν προβλήματα στη σχέση τους κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης και μετά τη γέννηση. Τα προβλήματα αυτά ποικίλουν από απλή έλλειψη επικοινωνίας και θετικών συναισθημάτων στο ζευγάρι έως καυγάδες και έλλειψη σεξουαλικής ζωής.
Αν και οι γενετικοί παράγοντες μπορούν να εξηγήσουν εν μέρει τη σχέση μεταξύ της συναισθηματικής κατάστασης του πατέρα κατά την προγεννητική περίοδο και της συναισθηματικής και συμπεριφορικής ανάπτυξης των παιδιών, δεν μπορούν να εξηγήσουν πλήρως τη συσχέτιση. Παράλληλα, οι ερευνητές υποθέτουν ότι για τις μητέρες με αγχώδεις συντρόφους, το στρες μπορεί να μεταφέρεται ενδομητρίως και στο έμβρυο, ακόμα και αν οι ίδιες δεν εμφανίζουν συμπτώματα άγχους. Τα ευρήματα της μελέτης υπογραμμίζουν την ανάγκη για έγκαιρη και πιο αποτελεσματική στήριξη των ζευγαριών έτσι ώστε να προετοιμαστούν καλύτερα για την μετάβαση στο ρόλο του γονέα.
Βασιλειάδης Ηλίας
Ψυχολόγος, M.Sc. Συμβουλευτικής Ψυχολογίας
Επιστημονικός Συνεργάτης ΙΨΣΥ
Hughes, C., Devine, R. T., Mesman, J., & Blair, C. (2019). Parental well-being, couple relationship quality, and children’s behavioral problems in the first 2 years of life. Development and psychopathology, 1-10.
Learn More