
Ο ψυχολογικός αντίκτυπος του Covid-19 σε ανθρώπους που νόσησαν
Η πανδημία Covid-19 συνεχίζει να αποτελεί μέρος της καθημερινότητας μας, καθορίζοντας τη συμπεριφορά μας σε ατομικό, διαπροσωπικό και κοινωνικό επίπεδο. Η αβεβαιότητα, ο εγκλεισμός, ο φόβος και η καχυποψία απέναντι στον άλλον έχουν ως απόρροια την ανάδυση μιας «πανδημίας» ψυχικής υγείας. Με πάνω από 416 εκατομμύρια ανθρώπους να έχουν νοσήσει με κορωνοϊό, υπολογίζεται ότι οι λοιμώξεις Covid-19 έχουν πιθανώς συμβάλει σε περισσότερες από 14,8 εκατομμύρια νέες περιπτώσεις διαταραχών της ψυχικής υγείας παγκοσμίως.
Ιδιαίτερα ανησυχητικές είναι οι μακροχρόνιες συνέπειες της νόσησης με Covid στην ψυχική υγεία. Σύμφωνα με την βιβλιογραφία έχει παρατηρηθεί αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης προβλημάτων ψυχικής υγείας, όπως άγχους, κατάθλιψης, κατάχρησης αλκοόλ και άλλων εθιστικών ουσιών, διαταραχής του ύπνου, αυτοκτονικών σκέψεων, σε άτομα που νόσησαν με Covid-19 ακόμα και έναν χρόνο μετά την αρχική νόσηση.
Έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό British Medical Journal (BMJ) ανέλυσε στοιχεία για 153.848 άτομα (Μ.Ο. ηλικίας: 63 έτη) που είχαν διαγνωστεί θετικοί στον κορωνοϊό και είτε είχαν νοσηλευθεί είτε όχι, καθώς επίσης για δύο ομάδες ελέγχου των 5,6 και 5,8 εκατομμυρίων ατόμων χωρίς Covid-19.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι, σε βάθος ενός έτους, όσοι είχαν νοσήσει με Covid-19, είχαν 60% μεγαλύτερο κίνδυνο να διαγνωστούν αργότερα με κάποιο πρόβλημα ψυχικής υγείας ή να τους συνταγογραφηθεί κάποιο ψυχοφάρμακο. Ο κίνδυνος εμφάνισης ψυχολογικού προβλήματος αυξανόταν κατά 86% στην περίπτωση των ανθρώπων που είχε χρειαστεί να νοσηλευτούν λόγω κορωνοϊού.
Οι άνθρωποι που είχαν αρρωστήσει από κορωνοϊό, είχαν αυξημένες πιθανότητες:
- 35% να εκδηλώσουν αργότερα αγχώδεις διαταραχές
- 40% να εμφανίσουν κατάθλιψη
- 55% να παίρνουν αντικαταθλιπτικά
- 65% να κάνουν χρήση βενζοδιαζεπινών για αντιμετώπιση του άγχους
- 34% να εμφανίσουν διαταραχές λόγω κατάχρησης οπιοειδών και 20% μη οπιοειδών (π.χ. αλκοόλ).
- 41% να υποφέρουν από διαταραχές του ύπνου
- 80% από νευρογνωστική εξασθένηση (απώλεια μνήμης, σύγχυση, δυσκολία συγκέντρωσης κ.α.)
- 46% από σκέψεις αυτοκτονίας
Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι ο κίνδυνος ψυχικών προβλημάτων ήταν κατά 27% και 45% μεγαλύτερος για όσους είχαν περάσει ήπια και σοβαρή Covid-19 αντίστοιχα, σε σχέση με τους ασθενείς με γρίπη (n=72.707).
Τα παραπάνω ευρήματα καθιστούν πρόδηλο το γεγονός ότι η ψυχική υγεία όσων νόσησαν με κορωνοϊό θα πρέπει να θεωρηθεί ζήτημα προτεραιότητας, και μάλιστα σε βάθος χρόνου, εστιάζοντας στην καταπολέμηση του στίγματος και στην αύξηση των πόρων και υποστήριξης.
Διδυμοπούλου Αγγελική
Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτης Ι.Ψ.Σ.Υ.
Πηγή: Xie Y, Xu E, Al-Aly Z. (2022). Risks of mental health outcomes in people with covid-19: cohort study. BMJ.
Learn More
5 τρόποι που η πανδημία Covid 19 άλλαξε τη σεξουαλική και συντροφική ζωή των ανθρώπων
Από την έναρξη της πανδημίας του Covid-19, οι άνθρωποι είδαν την καθημερινότητα τους να αλλάζει άρδην σε κοινωνικό, επαγγελματικό, οικονομικό καιδιαπροσωπικό επίπεδο. Φυσικά, και η σεξουαλική ζωή αλλά και οι ερωτικές-συντροφικές σχέσεις ως άρρηκτα συνδεδεμένες με τις συνθήκες ζωής του ατόμου, δε θα μπορούσαν να μην επηρεαστούν αντίστοιχα.
Σύμφωνα με νέα δεδομένα από τον Εθνικό Συνασπισμό για την Σεξουαλική Υγεία (National Coalition for Sexual Health) και το Ινστιτούτο Kinsey (Kinsey Institute) από την έναρξη της πανδημίας:
- Μειώθηκε η συχνότητα των σεξουαλικών επαφών.
Έχει βρεθεί ότι σχεδόν ο μισός Αμερικάνικος πληθυσμός, ηλικίας 18-35 ετών, αναφέρει σεξουαλικά προβλήματα στη σεξουαλική επαφή, όπως μειωμένη σεξουαλική επιθυμία, ασυμφωνία στα σεξουαλικά κίνητρα και σεξουαλικές δυσλειτουργίες (διαταραχές στον οργασμό και στη στύση). Τα δεδομένα ισχύουν τόσο για τα έγγαμα ζευγάρια, που, κυρίως στη διάρκεια της καραντίνας, περιορίστηκαν εντός σπιτιού με την διαρκή παρουσία των παιδιών και την έλλειψη ιδιωτικότητας και προσωπικού χρόνου, όσο και για τα ζευγάρια που είχαν σχέσεις εξ αποστάσεως ή τα άτομα που δεν βρίσκονταν σε κάποια σχέση, των οποίων οι ευκαιρίες για σεξουαλική επαφή μειώθηκαν έτι περισσότερο. Ωστόσο, ο κύριος λόγος για τη μείωση της σεξουαλικής ζωής είναι το αίσθημα ανασφάλειας και το άγχος το οποίο υφίστανται οι άνθρωποι από την αρχή της πανδημίας, γεγονός που μετατόπισε το ενδιαφέρον από την έκφραση της σεξουαλικότητας στην καθημερινή επιβίωση.
- Μειώθηκε το ποσοστό γεννήσεων (BabybustvsBabyboom)
Στην αρχή της πανδημίας του SARS-CoV-2 υπήρχαν αρκετές υποθέσεις σχετικά με το εάν η περίοδος της καραντίνας, που επιβλήθηκε σε αρκετές χώρες του κόσμου, και ο περιορισμός στο σπίτι θα οδηγούσε σε αύξηση των γεννήσεων (baby boom- έκρηξη μωρών). Σύμφωνα με το Αμερικάνικο Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (Centers for Disease Control and Prevention) φαίνεται ότι υπήρξαν 763 λιγότερες γέννες/ημέρα τον Δεκέμβριο 2020 σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο 2019. Ο υψηλός αριθμός των νοσηλευομένων με κορωνοϊό, ο φόβος μόλυνσης και η οικονομική ανασφάλεια οδήγησαν τα ζευγάρια στο να καθυστερήσουν τη σύλληψη ενός παιδιού.
- Αυξήθηκε η επικοινωνία ανάμεσα στα ζευγάρια.
Η πανδημία φαίνεται να παρότρυνε τα ζευγάρια να επικοινωνήσουν πιο αποτελεσματικά ως προς τις επιθυμίες αλλά και τους προβληματισμούς τους γύρω από τις σχέσεις τους. Βρέθηκε ότι 47% των ατόμων που βρίσκονταν σε σχέση αύξησαν την επικοινωνία με τους συντρόφους τους, προκειμένου να επιλύσουν σεξουαλικά προβλήματα. Επομένως, αν και δεν αναιρείται το γεγονός ότι υπήρξαν χωρισμοί αλλά και διαζύγια, φαίνεται ότι η πανδημία επέφερε θετικές συνέπειες ως προς το βασικό συστατικό των σχέσεων, αυτό της επικοινωνίας.
- Τα ζευγάρια πειραματίστηκαν σεξουαλικά.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα τα ζευγάρια εξερεύνησαν νέους τρόπους απόλαυσης και σεξουαλικής σύνδεσης, ενώ τα άτομα που δεν ήταν σε σχέση δοκίμασαν ψηφιακούς τρόπους όπως σεξ μέσω μηνυμάτων ή τηλεφωνικό σεξ. Εκείνοι που επιχείρησαν να πειραματιστούν με νέες σεξουαλικές πρακτικές ήταν πιο πιθανό να αναφέρουν βελτίωση στη σεξουαλική τους ζωή. Ανάμεσα στα άτομα που βρίσκονταν σε σχέση, το 42% ανέφερε μεγαλύτερη σεξουαλική ικανοποίηση σε σύγκριση με το 20% των ατόμων που δεν βρίσκονταν σε σχέση.
- Αυξήθηκαν τα διαδικτυακά ραντεβού (onlinedating).
Με την έλευση του Covid 19, πολλοί άνθρωποι χρησιμοποίησαν για πρώτη φορά διαδικτυακά μέσα γνωριμιών. Φαίνεται να διαφοροποιήθηκε η φύση αυτής της αλληλεπίδρασης σε σύγκριση με την εποχή προ Covid. Πλέον, οι συζητήσεις των ανθρώπων στα διαδικτυακά μέσα έχουν μεγαλύτερη διάρκεια, εστιάζουν στο να γνωριστούν καλύτερα και να συνδεθούν συναισθηματικά. Πριν την πανδημία, οι άνθρωποι ενδιαφέρονταν να κάνουν μια γρήγορη γνωριμία, να ανταλλάξουν σύντομα μηνύματα και επικεντρώνονταν στο να βρεθούν από κοντά.
Διδυμοπούλου Αγγελική
Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτης Ι.Ψ.Σ.Υ.
Learn More
Σύνδρομο μετα-ιικής κόπωσης και Covid-19
Το να αρρωστήσουμε συνήθως έχει ως αποτέλεσμα να αποσυρθούμε από τις καθημερινές μας ασχολίες για κάποια μέρες μέχρι να επανέλθουμε στην πρότερη κατάσταση της υγείας μας. Μπορεί να είναι κουραστικό κάποιες φορές το να πρέπει να αναβάλουμε τις υποχρεώσεις μας ή τα πράγματα που μας διασκεδάζουν, αλλά μετά την ανάκαμψη μπορούμε γενικά να επανέλθουμε στην καθημερινότητά μας. Ωστόσο, για μερικούς ανθρώπους, η νόσηση μπορεί να επιφέρει σημαντικές αλλαγές στη ζωή τους. Μπορεί να συνεχίσει να τους απασχολεί για μήνες ή ακόμα και για χρόνια, μέσα από την παρουσία συμπτωμάτων που σταδιακά προκαλούν συναισθηματική εξουθένωση επηρεάζοντας σημαντικά την ποιότητα ζωής τους.
Το σύνδρομο μετα-ιικής κόπωσης ή PVFS (Post-Viral Fatigue Syndrome), όπως έχει ονομαστεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.), και τα συμπτώματα που το συνοδεύουν έχουν αναφερθεί σε πάσχοντες από πληθώρα ιογενών ασθενειών, όπως η γρίπη, ο SARS, αλλά και ο Covid-19. Σύμφωνα με τον Π.Ο.Υ. το σύνδρομο μετα-ιικής κόπωσης, το οποίο εντάσσεται στην ενότητα «ασθένειες του νευρικού συστήματος», ορίζεται ως:
«Μια περίπλοκη ιατρική κατάσταση, που χαρακτηρίζεται από μακροχρόνια κόπωση και άλλα συμπτώματα. Αυτά τα συμπτώματα είναι έντονα σε τέτοιο βαθμό που περιορίζουν την ικανότητα του ατόμου να εκτελεί συνηθισμένες καθημερινές δραστηριότητες»
Παρά τη λέξη «κόπωση», τα συμπτώματα μπορεί να είναι ευρύτερα και πιο εξουθενωτικά από την απλή κούραση. Μπορούν να περιλαμβάνουν πονόλαιμο, πόνους και ενοχλήσεις σε όλο το σώμα, αλλαγές στην αρτηριακή πίεση, γαστρεντερικές διαταραχές όπως σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, πονοκεφάλους, διαταραχές του ύπνου, κατάθλιψη και ζαλάδες. Μπορούν επίσης να εμφανιστούν και πιο σοβαρά νευρολογικά συμπτώματα, όπως αλλεργικές αντιδράσεις και αίσθημα καύσου ή τσίμπημα στα άκρα. Πολλοί ασθενείς με COVID-19, για παράδειγμα, αναφέρουν παρατεταμένη απώλεια μυρωδιάς και γεύσης.

Από τότε που ο ιός, πριν από οκτώ μήνες, έφτασε στην Ευρώπη, οι πολίτες έχουν κάνει σημαντικές παραχωρήσεις και θυσίες για τον περιορισμό της εξάπλωσής του. Η κοινωνική αποστασιοποίηση, η χρήση μάσκας σε εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους, η καραντίνα και οι περιορισμοί στην κυκλοφορία έφεραν ένα μεγάλο ψυχικό κόστος, το οποίο έχει εξαντλήσει όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από το πού ζούνε, βιώνοντας εντονότερα συναισθήματα ματαιότητας, μειωμένου κινήτρου και σωματικής κόπωσης. Αν και η κόπωση αυτή μετριέται με διαφορετικούς τρόπους και τα επίπεδα ποικίλλουν ανά χώρα, εκτιμάται ότι στην Ευρώπη άνω του 60% των πολιτών βιώνουν έντονη κούραση.
Παρ’ όλα αυτά, δεν υπάρχει ακόμα ένα σαφές θεραπευτικό πλάνο για την αντιμετώπιση του συνδρόμου μετα-ιικής κόπωσης. Οι ψυχολογικές θεραπείες, όπως η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία (CBT), αλλά και η ενσυνειδητότητα (mindfulness) έχουν αποδειχτεί ότι μπορούν να βοηθήσουν στην ανακούφιση των συμπτωμάτων. Εκείνοι που γνωρίζουν ή έχουν αναλάβει την φροντίδα ενός ατόμου με τη συγκεκριμένη πάθηση, είναι σημαντικό να έχουν στο μυαλό τους την ανάγκη του ατόμου για ξεκούραση, αλλά και συναισθηματική υποστήριξη ώστε να ξεπεράσει το άγχος και την αναζήτηση της απάντησης μέσα από πληθώρα εξετάσεων και γιατρών. Πολλοί ασθενείς, ιδιαίτερα με σύνδρομο μετα-ιικής ή χρόνιας κόπωσης, λένε ότι αισθάνονται ότι δεν τους πιστεύει κανείς και ότι ο περίγυρός τους πιστεύει ότι προσποιούνται τα συμπτώματά τους. Η ντροπή και ο στιγματισμός που σχετίζονται με την κατάσταση αυτή, μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένο άγχος, μελαγχολία, ακόμα και κατάθλιψη.
Βασιλειάδης Ηλίας
M.Sc. Συμβουλευτικής Ψυχολογίας
Ψυχολόγος, Επιστημονικός Συνεργάτης ΙΨΣΥ
Davido, B., Seang, S., Tubiana, R., & de Truchis, P. (2020). Post–COVID-19 chronic symptoms: a postinfectious entity?. Clinical Microbiology and Infection.
McManimen, S. L., McClellan, D., Stoothoff, J., & Jason, L. A. (2018). Effects of unsupportive social interactions, stigma, and symptoms on patients with myalgic encephalomyelitis and chronic fatigue syndrome. Journal of community psychology, 46(8), 959-971.
Learn More
Covid-19 και Στυτική Δυσλειτουργία: Μια σχέση αλληλεπίδρασης
Ο Covid-19 είναι γνωστό ότι μπορεί να προκαλέσει βλάβη στους πνεύμονες, στην καρδιά, στα νεφρά, τον εγκέφαλο και σε άλλα όργανα, η οποία διαρκεί για μεγάλο διάστημα αφότου έχει αναρρώσει ο ασθενής. Επιπλέον, η πανδημία του κορωνοϊού είναι γνωστό ότι μπορεί να επιβαρύνει την ψυχική υγεία. Ποια είναι, όμως, η σχέση του Covid -19 με τη σεξουαλική υγεία;
Έρευνες έχουν δείξει ότι η μόλυνση με Covid-19 μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη σεξουαλική υγεία προκαλώντας αδυναμία απόκτησης ή διατήρησης της στύσης, πόνο και οίδημα στους όρχεις, αδυναμία οργασμού και χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης. Πιο συγκεκριμένα, έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Andrology το Μάρτιο 2021 μελέτησε σε δείγμα 100 ατόμων (25 άτομα Covid+ με Μ.Ο. ηλικίας τα 39 έτη και 75 άτομα CoVid- με Μ.Ο. ηλικίας τα 42 έτη) τη συσχέτιση Covid-19 και Στυτικής Δυσλειτουργίας (Erectile Dysfunction).
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι, ανεξαρτήτως του αν αντιμετώπιζαν κάποια αγχώδη ή καταθλιπτική διαταραχή ή είχαν αυξημένο δείκτη μάζας σώματος, τα άτομα που είχαν νοσήσει με Covid-19 είχαν 6 φορές περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν Στυτική Δυσλειτουργίασε σχέση με όσα δεν είχαν νοσήσει με Covid (28% vs 9.33%). Επιπλέον, βρέθηκε ότι τα άτομα που αντιμετώπιζαν Στυτική Δυσλειτουργία είχαν αυξημένες πιθανότητες να νοσήσουν με Covid -19, λόγω των υποκείμενων νοσημάτων που επηρεάζουν τη στύση και συνολική υγεία του ατόμου όπως υπέρταση, παχυσαρκία, διαβήτη και ιστορικό καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Επομένως, διαφαίνεται μια σχέση αλληλεπίδρασης ανάμεσα στον Covid-19 και τη Στυτική Δυσλειτουργία, η οποία καθιστά απαραίτητη τόσο τη λήψη μέτρων πρόληψης εναντίον της μόλυνσης με Covid-19 μέσω του εμβολιασμού και της τήρησης ασφαλών αποστάσεων και χρήσης μάσκας, όσο και την εξέταση πιθανής συννοσηρότητας της Στυτικής Δυσλειτουργίαςμε άλλα νοσήματα, με στόχο και τη βελτίωση της σεξουαλικής λειτουργικότητας αλλά και τη μείωση των πιθανοτήτων νόσησης με Covid-19.
Αγγελική Διδυμοπούλου
Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτης Ι.Ψ.Σ.Υ.
Πηγή: Sansone, A., Mollaioli, D., Ciocca, G., Colonnello, E., Limoncin, E., Balercia, G., & Jannini, E. A. (2021). “Mask up to keep it up”: Preliminary evidence of the association between erectile dysfunction and COVID‐19. Andrology, 9(4), 1053–1059.
Learn More