
Πανδημία: Η περίπτωση της συναισθηματικής υπερφαγίας
Κατά την πανδημία, ο συνδυασμός στρες, άγχους και καταθλιπτικής διάθεσης επηρέασε και τις διατροφικές συμπεριφορές.
Learn More
Έφηβοι, νέοι & σεξουαλικότητα την περίοδο του Covid: η χρήση του διαδικτύου
Η εφηβεία είναι μια περίοδος της ζωής η οποία χαρακτηρίζεται από αυξημένη ευαισθησία προς τα ερεθίσματα του κοινωνικού περιβάλλοντος και από ανάγκη για αλληλεπίδραση με άτομα της ίδια ηλικίας (ομότιμους). Οι οδηγίες για social distancing και το lockdown, μείωσαν δραστικά την δυνατότητα των εφήβων να συναντηθούν και ικανοποιήσουν την ανάγκη αυτή. Ως αποτέλεσμα, οι έφηβοι και οι νέοι αντιμετώπισαν τη νέα πραγματικότητα μέσω του διαδικτύου.
Έρευνα σε εφήβους για την περίοδο του lockdown, έδειξε ότι το 5.5% χρησιμοποίησε εφαρμογές γνωριμιών. Η ίδια έρευνα ανέφερε ότι το 16% χρησιμοποιούσε εφαρμογές chat αλλά και social media για «sexting» (sex + texting), 10% ανέφερε ότι αυνανιζόταν, ενώ φάνηκε αύξηση της παρακολούθησης πορνογραφικού περιεχομένου στο διαδίκτυο. Πιο συγκεκριμένα, ένα από τα πιο γνωστά site πορνογραφικού περιεχομένου σημείωσε αύξηση επισκεψιμότητας παγκοσμίως 11.6% τον Μάρτιο του 2020, με την μεγαλύτερη αύξηση μέσα στην ημέρα να είναι τις πρωινές ώρες. Επιπλέον, στο site πορνογραφικού περιεχομένου OnlyFans μέσα στον πρώτο χρόνο της πανδημίας υπήρχε κατακόρυφη αύξηση των χρηστών που έφτασε τους 50 εκατομμύρια χρήστες.
Οι νέοι που σπούδαζαν σε πόλεις μακριά από το πατρικό τους, αναγκάστηκαν να επιστρέψουν και έτσι να χάσουν την ανεξαρτησία τους, ενώ ταυτόχρονα οι σχέσεις με τους συνομήλικους τους φάνηκαν να χάνουν τη δυναμική τους, λόγω των περιορισμένων ευκαιριών για αλληλεπίδραση πρόσωπο με πρόσωπο. Για την πλειοψηφία των νέων, το social distancing και το lockdown οδήγησαν σε μειωμένα επίπεδα σεξουαλικής δραστηριότητας. Παρ’ όλα αυτά οι νέοι κατάφεραν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα μέσω του διαδικτύου και μέσα από εφαρμογές γνωριμιών, sexting, και διαδικτυακού σεξ.

Τα αποτελέσματα αυτής της έλλειψης ιδιωτικότητας και φυσικής επαφής στους νέους δεν έχουν φανεί ακόμα και ίσως εμφανιστούν μακροπρόθεσμα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μέσα στο πλαίσιο αυτό της αβεβαιότητας οι άνθρωποι συνεχίζουν να ζουν, και μπαινοβγαίνοντας από τα lockdown η ανάγκη για επικοινωνία, φλερτ, αγάπη και σεξουαλική έκφραση παραμένει. Εδώ φαίνεται η δυνατότητα για σύνδεση που προσφέρει το διαδίκτυο. Αν αναλογιστούμε μια παρόμοια κατάσταση με τη σημερινή πριν από 30 χρόνια, η μόνη εναλλακτική των νέων θα ήταν οι επίγειες γραμμές τηλεφώνου, που σε καμία περίπτωση δεν φτάνουν το επίπεδο αλληλεπίδρασης που μπορεί να μας προσφέρει το διαδίκτυο.
Συνοψίζοντας, το διαδίκτυο αποτελεί σημαντική εξέλιξη και πρόοδο των καιρών μας, καταλαμβάνοντας μεγάλο μέρος της καθημερινότητάς μας, μέσα από τις απεριόριστες δυνατότητες που προσφέρει. Παρ’όλα αυτά ο τρόπος και ο λόγος που χρησιμοποιεί κανείς το διαδίκτυο καθορίζει το κατά πόσο παραμένει στα όρια του λειτουργικού ή αποτελεί εξάρτηση και εθισμό.
Πηγή: Eleuteri, S., & Terzitta, G. (2021). Sexuality during the COVID-19 pandemic: The importance of Internet. Sexologies
Learn More
Πώς επιδρούν στην ψυχολογία του ατόμου ο περιορισμός στο σπίτι και η καραντίνα;
Ως καραντίνα ορίζεται ο διαχωρισμός και ο περιορισμός μετακίνησης ανθρώπων που έχουν ενδεχομένως εκτεθεί σε μεταδοτική ασθένεια, έτσι ώστε να εξακριβωθεί αν είναι άρρωστοι, μειώνοντας με τον τρόπο αυτό τον κίνδυνο να μεταδώσουν τον ιό στον υγιή πληθυσμό. Η έννοια της καραντίνας διαφέρει από αυτή της απομόνωσης, η οποία αναφέρεται στον διαχωρισμό ατόμων που έχουν διαγνωσθεί με μεταδοτική ασθένεια, από υγιή άτομα.
Η εμφάνιση και έξαρση του κορωνοϊού από τον Δεκέμβριο του 2019 σε παγκόσμιο επίπεδο, έχει αναγκάσει πολλές χώρες να ζητούν από τους πολίτες τους, προληπτικά, να απομονώνονται στα σπίτια τους, περιορίζοντας τις μετακινήσεις αλλά και τις επαφές με άλλον κόσμο, σε μια προσπάθεια να περιοριστεί η εξάπλωση του ιού. Ωστόσο, η απομόνωση στο σπίτι, σε συνδυασμό με την επικινδυνότητα του κορωνοϊού είναι συνολικά μια δυσάρεστη εμπειρία που προκαλεί αυξημένο άγχος και φόβο σε όσους έρχονται αντιμέτωποι με αυτήν. Η απομάκρυνση από τα αγαπημένα πρόσωπα, η αίσθηση στέρησης της ελευθερίας κινήσεων, η αβεβαιότητα σχετικά με την κατάσταση της υγείας και η πλήξη μπορούν να προκαλέσουν σημαντικές συναισθηματικές επιπτώσεις στο άτομο.

Οι περισσότερες επιστημονικές μελέτες στο θέμα αυτό εντοπίζουν συναισθηματικές εκδηλώσεις που προκαλούν δυσφορία, όπως σύγχυση, άγχος, φόβο, θλίψη, οργή, ακόμα και μετατραυματικό στρες. Μερικοί άνθρωποι μπορεί ακόμα να έχουν δυσκολία στον ύπνο ή και στη συγκέντρωση. Ο φόβος της επαφής με άλλους, όταν ένα άτομο αναγκαστικά μετακινείται με δημόσιες συγκοινωνίες για να μεταβεί στην εργασία του μπορεί να αυξηθεί, και η συναισθηματική πίεση μπορεί να προκαλέσει και την εμφάνιση σωματικών συμπτωμάτων, όπως αυξημένη αρτηριακή πίεση ή στομαχικές διαταραχές.
Σύμφωνα με ερευνητικές μελέτες ορισμένοι από τους βασικότερους παράγοντες που ενισχύουν το άγχος και το φόβο κατά τη διάρκεια μιας περιόδου περιορισμού στο σπίτι είναι οι παρακάτω:
- Η διάρκεια του περιορισμού. Η μεγαλύτερη διάρκεια της παραμονής στο σπίτι φαίνεται να συνδέεται με εντονότερα συμπτώματα δυσφορίας και συναισθηματικής πίεσης. Αν και η διάρκεια της καραντίνας δεν είναι πάντα συγκεκριμένη και καθορίζεται κατά περίπτωση, σε επιστημονικές μελέτες έχει φανεί ότι τα άτομα που βρίσκονταν σε καραντίνα για περισσότερο από 10 ημέρες εμφάνισαν σημαντικά υψηλότερα συμπτώματα άγχους συγκριτικά με εκείνους που χρειάστηκε να περιοριστούν για λιγότερο.
- Φόβος μόλυνσης. Παρά τον περιορισμό στο σπίτι ο φόβος για την προσωπική υγεία του ατόμου, αλλά και για την υγεία των αγαπημένων προσώπων φαίνεται πως γίνεται πιο έντονος και εκφράζεται με φόβο μόλυνσης του εαυτού ή και των άλλων. Ταυτόχρονα, φυσικά συμπτώματα που δεν συνδέονται απαραίτητα με τη λοίμωξη προκαλούν μεγαλύτερο άγχος, καθώς στο μυαλό του ατόμου σχετίζονται άμεσα με τον ιό και προκαλούν φόβο ότι το ενδεχόμενο μόλυνσης είναι υπαρκτό ακόμα και μήνες μετά το πέρας της καραντίνας.
- Ανεπαρκείς προμήθειες – πληροφορίες. Η έλλειψη βασικών προμηθειών (π.χ. τροφή, νερό, είδη προσωπικής υγιεινής) κατά τη διάρκεια της απομόνωσης μπορεί να γίνει πηγή άγχους για το άτομο. Για τον λόγο αυτό σε περιόδους κρίσης δεν είναι λίγοι εκείνοι που σε μια προσπάθεια υπερκάλυψης του συναισθηματικού αυτού κενού, οδηγούνται στην άμετρη και χωρίς όριο αγορά πάρα πολλών προϊόντων, τροφοδοτώντας, άθελά τους, περισσότερο, τόσο το δικό τους φόβο όσο και των συνανθρώπων τους. Ταυτόχρονα η ελλιπής ενημέρωση από τις υγειονομικές αρχές, η έλλειψη χρονοδιαγράμματος, η απουσία σαφών οδηγιών για τις ενέργειες που πρέπει να ακολουθήσουν τα άτομα για την προστασία της υγείας τους, αλλά και η σύγχυση σχετικά με το σκοπό της καραντίνας, φαίνεται να ενισχύουν συχνά το άγχος, το φόβο και την αβεβαιότητα.
- Στίγμα. Οι άνθρωποι που μπαίνουν σε καραντίνα είναι συχνά πιθανό να βιώσουν στιγματισμό και απόρριψη από τους ανθρώπους στις τοπικές κοινωνίες. Συχνά αναφέρεται ότι ακόμα και άνθρωποι που βρίσκονται από κοινού σε καραντίνα τείνουν να αποφεύγουν ο ένας τον άλλον εκφράζοντας φόβο και καχυποψία.
- Εκνευρισμός και πλήξη. Η απομόνωση και η απώλεια της συνηθισμένης καθημερινότητας συχνά προκαλεί πλήξη στο άτομο. Ταυτόχρονα η μειωμένη κοινωνική αλληλεπίδραση, αλλά και η έλλειψη σεξουαλικής επαφής προκαλούν εκνευρισμό στο άτομο. Είναι πολύ πιθανό ο φόβος και το άγχος της μόλυνσης να οδηγήσουν πολλά ζευγάρια σε σεξουαλική απομάκρυνση, ενισχύοντας περαιτέρω την ένταση και τη μελαγχολία.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (Π.Ο.Υ.) αναγνωρίζοντας ότι ο περιορισμός των μετακινήσεων και η παραμονή στο σπίτι μπορεί να δημιουργήσει άγχος, έχει εκδώσει οδηγίες και συμβουλεύει τους ανθρώπους να αποφεύγουν να παρακολουθούν, να διαβάζουν ή να ακούν διαρκώς νέα που προκαλούν συναισθήματα άγχους ή απειλής για τη ζωή. Οι ψυχολογικές επιδράσεις της καραντίνας μπορεί να είναι μακροχρόνιες, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι δεν αποτελεί μια εξαιρετικά αποτελεσματική μέθοδο προστασίας από την εξάπλωση του ιού και θα πρέπει να γίνεται απόλυτα σεβαστή. Όταν κρίνεται από τις υγειονομικές αρχές ότι είναι απαραίτητη είναι καλό να λαμβάνεται κάθε μέτρο ώστε να διασφαλιστεί ότι αυτή η κατάσταση θα είναι όσο το δυνατόν πιο ανεκτή, μέσω:
- Αποφυγής της διαρκούς ενασχόλησης με την πανδημία μέσα από την παρακολούθηση ειδήσεων, social media, τηλεοπτικών εκπομπών. Η επανειλημμένη έκθεση σε ειδήσεις για τα νέα κρούσματα, τους θανάτους και την αγωνία των ανθρώπων που νοσούν ενισχύει την ανασφάλεια και το φόβο.
- Επιλογής συγκεκριμένων πηγών επιστημονικά τεκμηριωμένης ενημέρωσης, ώστε να αποφευχθούν τα fake news (ψευδείς ειδήσεις) που τροφοδοτούν είτε το φόβο, είτε την εσφαλμένη ελπίδα που διαψεύδεται και φέρνει μεγαλύτερη θλίψη και ματαίωση.
- Σωματικής άσκησης στο σπίτι, ασκήσεων χαλάρωσης και διαλογισμού. Σημαντική είναι η υιοθέτηση ισορροπημένης διατροφής, ο καλός ύπνος και η αποφυγή αλκοόλ και τοξικών ουσιών.
- Ενασχόλησης με δραστηριότητες που φέρνουν ευχαρίστηση εντός σπιτιού, όπως η λογοτεχνία, τα επιτραπέζια παιχνίδια, οι ταινίες, ο μοντελισμός ή η ενασχόληση με την τεχνολογία.
- Επικοινωνίας με άλλους ανθρώπους μέσω τηλεφώνου ή διαδικτυακά. Η σύνδεση με φίλους και συγγενικά πρόσωπα, αλλά και η συζήτηση για τα συναισθήματα, τις ανησυχίες και τους φόβους που φέρνει η παρούσα κατάσταση μπορεί να λειτουργήσει ανακουφιστικά για όλους.

Ψυχοπαθολογία και νευρογνωστικές δυσλειτουργίες σε άτομα που ανάρρωσαν από Covid-19
Από την αρχή της πανδημίας μέχρι και σήμερα έχουν καταγραφεί περισσότερα από 135 εκ. επιβεβαιωμένα κρούσματα και 3εκ. περίπου θάνατοι παγκοσμίως, με τη λίστα των ενεργών κρουσμάτων να συνεχώς αυξάνεται, παράλληλα με την προσπάθεια των κρατών να εμβολιάσουν τον πληθυσμό.
Καθώς η πανδημία εξαπλώνεται, υπάρχει ένα ιδιαίτερα αυξανόμενο ενδιαφέρον για τη συσχέτιση και αναγνώριση ψυχικής υγείας και Covid-19. Τα μέχρι τώρα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν μια ισχυρή συσχέτιση με κόπωση, κατάθλιψη, άγχος, διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD), καταναγκαστική συμπτωματολογία και αυπνία, ειδικά σε ασθενείς που ανάρρωσαν μετά από οξεία λοίμωξη του αναπνευστικού από τον ιό.

Σε έρευνα που δημοσιεύτηκε στις 24 Φεβρουαρίου του 2021 στο επιστημονικό περιοδικό Brain, Behavior, and Immunity, της Ψυχονευροανοσολογίκής κοινότητας Psychoneuroimmunology Research (PNIRS), μελέτησε την πιθανότητα εμφάνιση ψυχιατρικών συμπτωμάτων και νευρογνωστικής λειτουργίας σε άτομα που ανάρρωσαν από τον κορονοιό 3 μήνες μετά. Το δείγμα αποτελούνταν από 226 συμμετέχοντες με μέσο όρο ηλικίας τα 58 έτη (26 ετών-87 ετών) από τους οποίους 149 ήταν άνδρες και 77 ήταν γυναίκες. Τον 1ο και 3ο μήνα τους χορηγήθηκαν περισσότερα από 15 ερωτηματολόγια που αξιολογούσαν τόσο την πιθανή εκδήλωση ψυχοπαθολογίας όσο και τη γνωστική δυσλειτουργία.
Αποτελέσματα:
- Το 25% πληρούσε τα διαγνωστικά κριτήρια (DSM-5) για ψυχιατρική διαταραχή όπως: συναισθηματικές διαταραχές (N=20), αγχώδεις διαταραχές (N=20) αυπνία (N=20) και άλλες (N=7). Το 32% από αυτούς είχε λάβει και στο παρελθόν κάποια διάγνωση.
- Το 1ο μήνα αξιολόγησης το 35% των συμμετεχόντων είχε εκδηλώσει τουλάχιστον μία ψυχοπαθολογία (αναφερόμενη καταθλιπτική συμπτωματολογία, αγχώδεις εκδηλώσεις, αυπνία, καταναγκαστικές συμπεριφορές, εκδηλώσεις μετατραυματικής διαταραχής).
- Μόνο 25 ασθενείς (19%) είχε σκορ εντός του φυσιολογικού εύρους τιμών στην νευρογνωσιακή αξιολόγηση.
- Βρέθηκε ισχυρή συσχέτιση μεταξύ ψυχοπαθολογίας και νευρογνωσιακών δυσλειτουργιών
- Η καταθλιπτική συμπτωματολογία φάνηκε όχι μόνο να υποχωρεί αλλά να έχει αντοχή και να ενισχύεται σε ένταση από το 1ο μήνα αξιολόγησης ως το 3ο μήνα αξιολόγησης, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες ψυχοπαθολογίες που παρουσίασαν μια φθίνουσα πορεία ως προς τη συχνότητα και έντασή τους.
- Διαφυλικές διαφορές υπήρχαν μόνο στην σοβαρότητα και διάρκεια των καταθλιπτικών συμπτωμάτων (γυναίκες σκόραραν υψηλότερα στα ερωτηματολόγια της κατάθλιψης τόσο στο 1ο όσο και στο 3ο μήνα, με ιστορικό προηγούμενης κατάθλιψης)
Παπαδόπουλος Περικλής
Κλινικός Ψυχολόγος
Επιστημονικός Συνεργάτης Ι.Ψ.Σ.Υ
Πηγή: Mazza, M. G., Palladini, M., De Lorenzo, R., Magnaghi, C., Poletti, S., Furlan, R., … & COVID-19 BioB Outpatient Clinic Study group. (2021). Persistent psychopathology and neurocognitive impairment in COVID-19 survivors: effect of inflammatory biomarkers at three-month follow-up. Brain, behavior, and immunity.
Tags
Learn More
Κοινωνία και πανδημία
Η εμφάνιση και έξαρση του Covid-19 από τον Δεκέμβριο του 2019 σε παγκόσμιο επίπεδο έχει επιφέρει μείζονες αλλαγές, στις οποίες οι άνθρωποι έχουν κληθεί να προσαρμοστούν. Οι αλλαγές αυτές είναι ιδιαίτερα αισθητές και αφορούν τη διαχείριση του άγχους και φόβου μόλυνσης με κορωνοϊό, τόσο των ίδιων όσο και των αγαπημένων τους προσώπων, τις νέες εργασιακές συνθήκες, την καραντίνα και τα άμεσα επακόλουθα της όπως τον περιορισμό των κοινωνικών επαφών, την αύξηση του χρόνου συνύπαρξης των μελών της οικογένειας μέσα στο σπίτι και τη διαχείριση των ενδεχόμενων συγκρούσεων.

Πέρα από τις ήδη υπάρχουσες σοβαρές αρνητικές συνέπειες στους τομείς της υγείας και της οικονομίας, η πανδημία έχει εξίσου σημαντικές κοινωνικές και ψυχολογικές επιπτώσεις. Η εστίαση στον υπαρκτό κίνδυνο της μόλυνσης με κορωνοϊό, τα περιοριστικά μέτρα που έχουν επιβληθεί, η καραντίνα, οι κοινωνικές αποστάσεις, η υποχρεωτική χρήση μάσκας έχουν μεν στόχο την προστασία της δημόσιας υγείας, προάγουν δε την κοινωνική απομόνωση και αποξένωση. Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας σε δείγμα 132 ατόμων με Μ.Ο. ηλικίας τα 39 έτη την περίοδο Ιούνιος 2021-Νοέμβριος 2021 τα συναισθήματα που κυριάρχησαν στην καθημερινότητα των ανθρώπων ήταν το άγχος (40%), η μοναξιά (22%), ο θυμός (16%), η λύπη (16%) και ο φόβος (4%). Ο κόσμος βιώνει μια αγχωτική συμπίεση και ματαίωση των όσων θεωρούσε δεδομένα μέχρι πρότινος στη ζωή του, ενώ φαίνεται να επιδεικνύει χαμηλή ανοχή σε αυτήν την αβεβαιότητα. Βάσει της παγκόσμιας βιβλιογραφίας, από την έναρξη της πανδημίας έχει παρατηρηθεί αύξηση στη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών, όπως κάνναβη και κοκαΐνηκαι στην κατανάλωση αλκοόλ, αλλά και στη συνταγογράφηση ηρεμιστικών και αντικαταθλιπτικών φαρμάκων.
Η κοινωνία είναι σύνθετη και πολυερεθισματική και η πανδημία αποτέλεσε την αφορμή για να έρθουν στην επιφάνεια οι διαφορετικές αντιλήψεις, πεποιθήσεις και στάσεις απέναντι στην αναγκαιότητα συλλογικής τήρησης των κανόνων προστασίας της υγείας. Ο χαρακτήρας της υποχρεωτικής εφαρμογής των μέτρων δημιουργεί έντονο αίσθημα καταπάτησης μιας από τις βασικές ανθρώπινες ανάγκες, αυτής της αυτονομίας. Επί παραδείγματι, πολλοί θεωρούν ότι με την επιβολή της χρήσης της μάσκας ο άνθρωπος φιμώνεται και του στερείται το δικαίωμά του να μιλάει και να διεκδικεί. Ως απόρροια αναπτύσσονται δυσφορικά συναισθήματα όπως θυμός, οργή και άγχος, τα οποία επηρεάζουν τον τρόπο που αλληλεπιδρούν οι άνθρωποι ως μέλη μιας κοινωνίας, που χαρακτηρίζεται σε μεγάλο βαθμό από έλλειψη ενσυναίσθησης. Οι άνθρωποι δεν συνδέονται, δεν επικοινωνούν, δεν δείχνουν κατανόηση και ανεκτικότητα, αλλά προβάλλουν μια εγωπαθητική στάση, διεκδικώντας ναρκισσιστικά ως αυτονόητα τα δικαιώματα τους, παραβλέποντας την ανάγκη ετεροσεβασμού για τα δικαιώματα των άλλων. Σαν αποτέλεσμα, δεν καλλιεργούν τις δεξιότητες επικοινωνίας αλλά καταφεύγουν στην αντιδραστικότητα, στη σύγκρουση και στους διαπληκτισμούς, με ισχυρό το αίσθημα της αδικίας. Δεν είναι τυχαίο από την περίοδο που ξεκίνησε η πανδημία έχουν αυξηθεί τα ποσοστά εγκληματικότητας και ενδοοικογενειακής βίας. Χαρακτηριστικό της έλλειψης επικοινωνίας ανάμεσα στους ανθρώπους είναι και η ισχυρή ψηφιοποίηση στις κοινωνικές σχέσεις, που αντικαθιστά τις σχέσεις στην πραγματική καθημερινή ζωή, γεγονός που αντικατοπτρίζεται και στον μειωμένο αριθμό αλλά και διάρκεια ζωής των γάμων.
Η πανδημία προκάλεσε μια ανθρωπιστική κρίση. Ο κόσμος έγινε φοβικός, αρνητικός, ενώ πίσω από τον θυμό του ιού υποβόσκει ένα σχήμα ευαλωτότητας, καθώς γκρεμίζονται πρότυπα και εικόνες που μέχρι πρότινος θεωρούσε δεδομένα και τα οποία καθόριζαν την αυταξία του ατόμου. Η διαμόρφωση μιας ισχυρής επαγγελματικής ταυτότητας και τα χρήματα ανέκαθεν είχαν καθοριστική σημασία για το αίσθημα αυτοεπάρκειας. Ωστόσο, η έλευση του κορωνοϊού ανέτρεψε αυτές τις ισορροπίες και πρόβαλε την ανάγκη επαναπροσδιορισμού του αξιοκρατικού συστήματος του καθενός από εμάς. Υπό αυτό το πρίσμα μπορεί να λειτουργήσει ως μια ευκαιρία να τροποποιήσουμε δυσλειτουργικά πρότυπα και συμπεριφορές, επιτρέποντας την ανασύνταξη της κοινωνίας.
Διδυμοπούλου Αγγελική
Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτης Ι.Ψ.Σ.Υ.
Learn More
Η χρήση μάσκας αυξάνει την ελκυστικότητα του προσώπου
H έλευση της πανδημίας Covid-19 έχει διαφοροποιήσει την καθημερινότητα των ανθρώπων παγκοσμίως. Η κοινωνική αποστασιοποίηση, το συχνό πλύσιμο των χεριών και η χρήση χειρουργικής μάσκας τόσο σε εσωτερικούς όσο και σε εξωτερικούς δημόσιους χώρους, αλλά και στον εργασιακό χώρο είναι μερικά από τα μέτρα πρόληψης κατά της μόλυνσης με κορωνοϊό. Η προστασία που προσφέρει η χρήση μάσκας αποτελεί κίνητρο για την ευρεία χρήση της, παρά το γεγονός ότι μπορεί να δυσκολεύει την αναγνώριση των άλλων ατόμων αλλά και των χαρακτηριστικών του προσώπου τους.
Η χρήση μάσκας μπορεί να επηρεάσει την αντίληψη της ελκυστικότητας του προσώπου του ατόμου. Έρευνες που διεξήχθησαν πριν την πανδημία έδειχναν ότι οι ιατρικές μάσκες προσώπου μείωναν την ελκυστικότητα, όχι μόνο λόγω της απόκρυψης χαρακτηριστικών όπως είναι η συμμετρία, αλλά και λόγω της συσχέτισης της χρήσης μάσκας με την έννοια της ασθένειας και την συνακόλουθη ανάγκη αποφυγής του συγκεκριμένου ατόμου.

Ωστόσο, η πανδημία φαίνεται να τροποποίησε τη σύνδεση της χρήσης μάσκας με την αντίληψη της ελκυστικότητας του προσώπου του ατόμου. Έρευνα, που διενεργήθηκε μετά την πανδημία, τον Φεβρουάριο του 2021, και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Cognitive Research: Principles and Implications, μέτρησε το πώς αξιολογούσαν 43 γυναίκες την ελκυστικότητα του προσώπου 40 ανδρών, ανάλογα με διαφορετικούς τρόπους απόκρυψης του (χωρίς μάσκα, με υφασμάτινη μάσκα, με γαλάζια ιατρική μάσκα και κρατώντας ένα απλό μαύρο βιβλίο).
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα πρόσωπα θεωρούνταν περισσότερο ελκυστικά όταν καλύπτονταν από ιατρικές μάσκες. Μια εξήγηση για αυτό είναι η σύνδεση αυτής της μάσκας με τους εργαζομένους στον τομέα της υγείας και με όσους παρέχουν ιατρική φροντίδα, γεγονός που στην εποχή της πανδημίας λειτουργεί καθησυχαστικά, μειώνει το αίσθημα ευαλωτότητας και αυξάνει την επιθυμία να προσεγγίσουμε αυτό το πρόσωπο. Επιπλέον, τα πρόσωπα θεωρούνταν περισσότερο ελκυστικά όταν καλύπτονταν με υφασμάτινες μάσκες, παρά όταν δεν καλύπτονταν καθόλου. Αυτό το εύρημα φάνηκε να ισχύει για τα πρόσωπα που χωρίς τη μάσκα αξιολογούνταν είτε ως περισσότερο είτε ως λιγότερο ελκυστικά. Επομένως, αυτό το αποτέλεσμα δεν οφείλεται στην ευκαιρία απόκρυψης ατελειών ή ανεπιθύμητων χαρακτηριστικών του προσώπου.
Η πανδημία έχει αλλάξει την ψυχολογία μας στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τους χρήστες μάσκας. Πλέον δεν τους ταυτίζουμε με την έννοια του «ασθενούς», τον οποίον πρέπει να αποφύγουμε. Αντίστοιχα, η ασθένεια και οι ενδείξεις ασθένειας μπορούν να παίξουν καθοριστικό ρόλο στην επιλογή συντρόφου. Ωστόσο, χρειάζεται περαιτέρω έρευνα, προκειμένου να διαπιστωθεί αν τα αποτελέσματα ισχύουν και για τα δύο φύλα.
Αγγελική Διδυμοπούλου
Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτης Ι.Ψ.Σ.Υ.
Πηγή: Hies, O., Lewis, M.B. Beyond the beauty of occlusion: medical masks increase facial attractiveness more than other face coverings. Cogn. Research 7, 1 (2022).
Learn More