
3 τρόποι να παραμείνουμε ερωτικοί σύντροφοι, ενώ γίναμε γονείς!
Η γονεϊκότητα, τόσο τους πρώτους μήνες που έρχεται το νέο μέλος στη ζωή μας, όσο και τα πρώτα χρόνια, μας δοκιμάζει με διάφορους τρόπους, ένας από τους οποίους είναι και η δυσκολία να φέρουμε την ισορροπία μεταξύ του «είμαι γονιός», αλλά «παραμένω σύντροφος». Τι σημαίνει αυτό; Παρατηρούμε πολλοί γονείς να εστιάζουν στον ρόλο της γονεϊκότητας, με τρόπο που τους κάνει να παραμελούν άλλα σημαντικά σημεία της ζωής τους, την συντροφικότητα, την σεξουαλική ζωή, τις κοινωνικές σχέσεις.
Ο ερχομός ενός παιδιού έρχεται να μας «ξαναγεννήσει», αφού πια ζούμε και υπάρχουμε προστατεύοντας και ανησυχώντας για έναν άλλον άνθρωπο, το παιδί μας.
Υπάρχουν ζευγάρια που απομακρύνθηκαν σεξουαλικά, κάποιες φορές από το διάστημα της εγκυμοσύνης, άλλες από τον τοκετό και έπειτα. Η σεξουαλική απομάκρυνση μπορεί να προκύψει λόγω της αυξημένης αφοσίωσης και φροντίδας προς το παιδί, αλλά και της κούρασης και αϋπνίας που συντροφεύει πολλούς γονείς, ιδιαίτερα τις μητέρες, τα πρώτα χρόνια.
Είναι πράγματι δύσκολο, εάν αποξενωθούμε σεξουαλικά, να έρθουμε και πάλι κοντά. Κάποια ζευγάρια «κολλούν» σε αυτό το στάδιο και εσφαλμένα το παρακάμπτουν, συνεχίζοντας την καθημερινότητα. Ερωτήματα και σκέψεις που μπορεί να μας απασχολούν είναι «Ποιος θα κάνει το πρώτο βήμα;», «Με θέλει ακόμα;», «Είναι η μητέρα του παιδιού μου πια», «Δεν έχουμε χρόνο γι’ αυτό τώρα», «Είμαι κουρασμένος», «Κι αν έρθει το παιδί;».
Τι μπορούμε να κάνουμε για να μην χάσουμε την επαφή με τον σύντροφό μας;
1. Συζητήστε: είναι σημαντικό να επικοινωνήσουμε στον σύντροφό μας τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας για τις νέες συνθήκες ζωής. Η σεξουαλική απομάκρυνση μας αφορά και τους δύο. Μπορεί ο καθένας να την βιώνει διαφορετικά, αλλά είναι σημαντικό να φέρουμε το πρόβλημα στο προσκήνιο και να αναζητήσουμε τον τρόπο αντιμετώπισης μαζί! Τι είναι αυτό που μας εμποδίζει να βρεθούμε ξανά ερωτικά; Τι μας αγχώνει σχετικά με τον γονεϊκό ρόλο και την σεξουαλική ζωή και τελικά ποια κοινή γραμμή μπορούμε και κυρίως θέλουμε, να βρούμε οι δυο μας;
2. Βρείτε χρόνο μόνοι: μπορεί να ακούγεται αστείο σε δύο γονείς, που δουλεύουν και μεγαλώνουν παιδί ή παιδιά, το να μείνουν μόνοι. Ακόμη κι αν δεν έχουμε να αφήσουμε το παιδί μας με κάποιον να το φροντίσει για λίγο (πχ παππούς, γιαγιά, θείος, θεία), από τη στιγμή που ζούμε μαζί θα υπάρξουν λίγα λεπτά της ημέρας, κάποια ώρα, όταν τα παιδιά μας κοιμηθούν, που η πόρτα του δωματίου μας θα κλείσει και τότε θα είμαστε οι δυο μας. Που θα ξαπλώσουμε ο ένας δίπλα στον άλλον. Μην αμφισβητείτε τη δύναμη που έχει ένα ερωτικό άγγιγμα, ένα φιλί, μία αγκαλιά και ένα σύντομο ερωτικό παιχνίδι. Σημασία έχει να το θέλουμε και να το διεκδικούμε.
3. Θετική ενίσχυση: βοηθήστε τον σύντροφό σας να καταλάβει τι μπορεί να σας ευχαριστεί, τι σας έχει λείψει και ενθαρρύνετε αμοιβαία, ο ένας τον άλλον, στα σημεία που αισθάνεστε ότι ενδυναμώνουν τον δεσμό σας. Επιβραβεύστε τον σύντροφο σε συμπεριφορές που σας κάνει να νιώθετε χαρά, κάντε ένα μικρό δώρο, δείξτε ότι είστε εκεί, ότι τον θέλετε και τον αγαπάτε.
Το τελικό στάδιο της οικειότητας ανάμεσα σε δύο ανθρώπους έρχεται όταν γεννάμε ένα παιδί. Πρόκειται για περίοδο ραγδαίων αλλαγών στην ψυχική υγεία, τόσο της μητέρας που έχει να αντιμετωπίσει κι άλλες προκλήσεις, όπως οι σωματικές αλλαγές, οι ορμονικές, ο θηλασμός, όσο και για τον πατέρα.
Οι γονικές ευθύνες και υποχρεώσεις δεν πρέπει να αποτελούν εμπόδιο στη σχέση μας. Σίγουρα, δεν θα είναι όλες οι μέρες ίδιες, θα υπάρχουν δυσκολίες, δεν θα έχουμε πάντοτε την ίδια διάθεση. Όμως, είναι στο χέρι μας να διεκδικούμε την ερωτική και ρομαντική πλευρά της σχέσης μας. Κι αν αυτό μας δυσκολεύει ή νιώθουμε ότι έχουμε εγκλωβιστεί στο πρόβλημά μας, ο ειδικός είναι εκεί για να σταθεί κοντά στη δυσκολία μας και να μας βοηθήσει να βρούμε τον τρόπο σαν ζευγάρι να την επικοινωνήσουμε και να την επιλύσουμε.
Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.

Με θέλει ο σύντροφός μου; 3 σημεία που θα μου δώσουν την απάντηση
Συχνά, ακούμε προβληματισμένους ανθρώπους να απευθύνονται σε εμάς ψάχνοντας την απάντηση στο εάν τους επιθυμεί το ταίρι τους. Μία σχέση αποτελείται από άθροισμα συμπεριφορών, συναισθημάτων, ψυχικής σύνδεσης που αναπτύσσεται ανάμεσα στους δύο συντρόφους και πάνω απ’ όλα της επικοινωνίας. Τα μηνύματα που λαμβάνει ο ένας από τον άλλον είναι πολλά και αφορούν, τόσο την λεκτική, όσο και την μη λεκτική επικοινωνία, γνωστή ως «γλώσσα του σώματος».
Πόσο πιθανό είναι να μας δώσει την απάντηση, στο αν μας θέλει ο σύντροφό μας, ένας τρίτος άνθρωπος;
Υπάρχουν συμπεριφορές που μπορεί να γίνουν αντιληπτές από τρίτους και τελικά η γνώμη και η συμβουλή οικείων προσώπων είναι σημαντική για εμάς και πολλές φορές εξαιρετικά χρήσιμη. Στην πραγματικότητα, όμως, εάν θέλω να καταλάβω εάν με καλύπτει η σχέση μου ή η συναναστροφή μου με έναν άνθρωπο, οφείλω να κοιτάξω το τι αισθάνομαι εγώ ο ίδιος.
Τα 3 σημεία «κλειδιά» που δεν πρέπει να αγνοήσουμε:
1. Αν καλύπτονται οι ανάγκες μου: Δεν είναι λίγες οι φορές που ένα άτομο μένει παθητικά σε μία σχέση, εισπράττοντας συμπεριφορές, που όχι μόνο δεν καλύπτουν τις ανάγκες του, αλλά το ταλαιπωρούν ψυχικά. Εάν βρίσκομαι δίπλα σε κάποιον που δεν ενδιαφέρεται να μου καλύψει τις ανάγκες, όποιες κι αν είναι αυτές (συναισθηματικές, σεξουαλικές, συντροφικές), αυτό από μόνο του αποτελεί ένα μήνυμα και μία ορατή ένδειξη ότι πρέπει να ξανασκεφτώ τους λόγους που παραμένω σε μία τέτοια συνθήκη.
2. Αν υπάρχει αμοιβαίος σεβασμός: Η εκτίμηση που εισπράττω από τον σύντροφο, είναι ένα θετικό συναίσθημα ή/και πράξεις που εκδηλώνονται και δείχνουν τον σεβασμό μέσα στη σχέση. Εάν ο σύντροφος σας μιλάει απότομα ή/και υποτιμητικά, δεν σας ακούει, δεν ενδιαφέρεται για το πώς αισθάνεστε, είναι πολύ πιθανό να βρίσκεστε σε μία κακοποιητική συναισθηματικά σχέση. Η συναισθηματική κακοποίηση αποτελεί μία προσπάθεια του συντρόφου να ελέγξει τα συναισθήματα και τις πράξεις μας, υπονομεύοντας την αίσθηση του εαυτού μας και την αυτοπεποίθησή μας.
3. Αν παίρνουμε μαζί αποφάσεις: Μία σχέση προϋποθέτει συνεργασία και κοινή διαδρομή, στόχους και αμοιβαίες προσπάθειες που «τρέφουν» τον δεσμό και μας κάνουν ευτυχισμένους στο μαζί. Εάν υπάρχει ανισορροπία ως προς το ποιος παίρνει αποφάσεις (πχ. το μέρος που επιθυμούμε να πάμε βόλτα, διακοπές, να επιλέξουμε που θα μετακομίσουμε μαζί, να μοιράσουμε υποχρεώσεις) και παραμελείται ο ένας σύντροφος συστηματικά, αυτό αποτελεί σημάδι προβλήματος.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν σημεία «καμπανάκια» που πολύ έκδηλα μας ωθούν στο να σκεφτούμε ξανά την σχέση μας και τις επιλογές μας. Η απάντηση στο εάν μας θέλει ο σύντροφος πρέπει να στραφεί τον εαυτό μας και να γίνει «Πώς αισθάνομαι μέσα στη σχέση μου;», «Τι με κρατάει;», «Νιώθω ότι ο σύντροφός μου με θέλει δίπλα του και με εκτιμάει;».
Το να επιθυμώ έναν άνθρωπο στη ζωή μου σημαίνει πως τον ποθώ, τον σέβομαι και τον υπολογίζω.
Καταληκτικά, η ικανοποίηση που αντλούμε από μία σχέση προκύπτει από τη δική μας υποκειμενική αξιολόγηση, το βίωμα και τα συναισθήματά μας. Κανένας δεν μπορεί να μας δώσει μία απάντηση σε ένα ερώτημα που εμείς οι ίδιοι πολλές φορές εθελοτυφλώντας αγνοούμε και αναζητάμε αλλού. Να θυμάστε πως ο σεβασμός και η επικοινωνία αποτελούν τον πυλώνα μίας υγιούς συναναστροφής και σχέσης.
Σέβομαι τον εαυτό μου, ακούω τις ανάγκες μου και διεκδικώ την ευτυχία μου!
Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.

4 συμβουλές για ουσιαστική επικοινωνία μέσα στη σχέση σας
Η εποικοδομητική επικοινωνία αποτελεί θεμελιώδη παράγοντα σε μια υγιή σχέση. Όταν οι σύντροφοι μπορούν να επικοινωνήσουν ουσιαστικά, «ανοίγουν την πόρτα» για την αμοιβαία κατανόηση, την εμπιστοσύνη και την ενίσχυση της συναισθηματικής σύνδεσης τους. Σε αυτό το άρθρο, θα παρουσιάσουμε τέσσερις συμβουλές που μπορούν να σας βοηθήσουν να επικοινωνήσετε ουσιαστικά και να βελτιώσετε τη σχέση σας.
- Ακολουθήστε την αρχή της ειλικρίνειας:
Η ειλικρίνεια είναι ο βασικός πυλώνας για την επικοινωνία σε μια σχέση. Είναι σημαντικό να είστε ανοιχτοί πρωτίστως με τον εαυτό σας, να αναγνωρίζετε τα ευάλωτα σημεία σας, αλλά και με τον σύντροφο σας. Μοιραστείτε τα συναισθήματα, τις ανησυχίες και τις ανάγκες σας, χωρίς να εγκλωβίζεστε στον φόβο για το πώς θα αντιδράσει ή τι θα σκεφτεί.
2. Ακούστε με προσοχή:
Εξίσου σημαντικό με το να μπορείτε να εκφράζετε τις σκέψεις σας, είναι και το να μπορείτε να αφιερώνετε χρόνο να ακούσετε τον σύντροφο σας, χωρίς να τον διακόπτετε. Όταν σάς μιλάει, δείξτε του προσοχή και προσπαθήστε να κατανοήσετε τους λόγους για τους οποίους μπορεί να αισθάνεται όπως περιγράφει. Με αυτόν τον τρόπο, δείχνετε στον σύντροφό σας ότι σας ενδιαφέρει αληθινά και ότι σέβεστε την άποψη του.
3. Αντιμετωπίστε τις διαφορές με σεβασμό και ενσυναίσθηση:
Οι διαφορές είναι αναπόφευκτες σε μια σχέση. Είναι σημαντικό να μάθετε να τις αντιμετωπίζετε με σεβασμό, κατανοώντας τόσο τον δικό σας τρόπο σκέψης και από πού πηγάζει πχ προηγούμενες αρνητικές εμπειρίες που δημιουργούν αρνητικές προσδοκίες στο παρόν, όσο και το πώς αισθάνεται και συμπεριφέρεται ο σύντροφος σας. Το να δείξετε ενσυναίσθηση, προσπαθώντας να κατανοήσετε λεκτικά και συναισθηματικά την στάση του συντρόφου σας, δεν σημαίνει ότι συμφωνείτε μαζί του ή ότι είναι ένδειξη αδυναμίας. Μην ξεχνάτε ότι απέναντι σε ένα πρόβλημα της σχέσης είστε σύμμαχοι. Αντί να επικεντρώνεστε στο να έχετε δίκιο, προσπαθήστε να κατανοήσετε την άποψη του συντρόφου σας και να βρείτε κοινά σημεία.
4. Αποφύγετε τον χρεωστικό λόγο:
Χαρακτηριστικό της δυσλειτουργικής επικοινωνίας είναι οι σύντροφοι να μετατρέπονται σε αντιπάλους που «εξαπολύουν βολές σε ένα λεκτικό μπρα ντε φερ», που ο καθένας προσπαθεί να «λυγίσει» τον άλλον. Είναι χρήσιμο να ακούσετε ο ένας τον άλλον, χωρίς διάθεση κατηγορίας και επικριτικότητας και χωρίς να μένετε προσκολλημένοι σε παρελθοντικές καταστάσεις, αποφεύγοντας φράσεις όπως «εσύ το ξεκίνησες…εσύ φταις…».
Η ουσιαστική επικοινωνία απαιτεί προσοχή, ειλικρίνεια και σεβασμό. Έτσι, μπορείτε να δημιουργήσετε ένα θετικό περιβάλλον που θα ενισχύσει τη σχέση σας και θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη εγγύτητα και ικανοποίηση. Μην ξεχνάτε πως η επικοινωνία προϋποθέτει δεξιότητες που χρειάζεται να τις καλλιεργείτε συνεχώς, δουλεύοντας τόσο με τον εαυτό σας όσο και με τον σύντροφο σας, προκειμένου να διατηρήσετε μια υγιή και αρμονική συντροφική και ερωτική σχέση.
Διδυμοπούλου Αγγελική
Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια CBT
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.
Learn More
4 λόγοι να επικοινωνούμε κατά την διάρκεια του σεξ
Η σεξουαλική ικανοποίηση αφορά το συναίσθημα που προκύπτει από την προσωπική εμπειρία και αξιολόγηση της σεξουαλικής εμπειρίας. Είναι σημαντική για την ικανοποίηση από τη σχέση, αλλά και την γενική ευημερία.
Ενώ, πολλοί παράγοντες σχετίζονται με τη σεξουαλική ικανοποίηση, η επικοινωνία μεταξύ των σεξουαλικών συντρόφων (στη διάρκεια της σεξουαλικής δραστηριότητας) αποδεικνύεται σταθερά, ως εξαιρετικά σημαντική. Πράγματι, πολλές έρευνες καταδεικνύουν ότι η αυξημένη επικοινωνία μεταξύ των συντρόφων στη διάρκεια του σεξ σχετίζεται με υψηλότερα επίπεδα ικανοποίησης. Πιο συγκεκριμένα, ορισμένες έρευνες έχουν διαπιστώσει πως τόσο η γενική, όσο και η σεξουαλική επικοινωνία συνδέονται με αυξημένη ικανοποίηση, ενώ άλλες μελέτες έχουν αναφέρει αποκλειστικά τη σημασία της επικοινωνίας στην διάρκεια της σεξουαλικής δραστηριότητας.
Μέχρι στιγμής, η συντριπτική πλειοψηφία των ερευνών που συνδέουν την επικοινωνία και τη σεξουαλική ικανοποίηση έχει επικεντρωθεί στη χρήση της λεκτικής επικοινωνίας. Ωστόσο, μερικοί άνθρωποι πιστεύουν ότι η συζήτηση για το σεξ θα προκαλέσει αμηχανία ή θα καταστρέψει την σεξουαλική διάθεση. Πράγματι, δεν νιώθουμε όλοι εξοικειωμένοι με την ιδέα της σεξουαλικής λεκτικής έκφρασης, ας δούμε, όμως, μερικά από τα οφέλη που μας δίνει η επικοινωνία σε οποιαδήποτε μορφή της:
- Έκφραση επιθυμιών: Η ανοιχτή επικοινωνία σχετικά με τις επιθυμίες και τις φαντασιώσεις επιτρέπει στους συντρόφους να καταλάβουν ο ένας τις ανάγκες του άλλου και να εξερευνήσουν μαζί νέες εμπειρίες. Πρόκειται για μία ανατροφοδότηση στο εδώ και τώρα. Eκφράζοντας τι μου αρέσει βοηθάω τον παρτενέρ μου να ανταποκριθεί στις ανάγκες μου, να εξερευνήσει το σώμα μου και τις προτιμήσεις μου.
- Λεκτική και μη λεκτική απόκριση: Οι λεκτικές ενδείξεις αφορούν τα σχόλια που εκφράζουμε και δύναται να αυξήσουν τη διέγερση και να μεταδώσουν στο σύντροφό μας ευχαρίστηση. Η μη λεκτική έκφραση αφορά την γλώσσα του σώματος (οπτική επαφή, αγγίγματα) που επίσης μπορούν να καθοδηγήσουν τον παρτενέρ μας και να μεταφραστούν σε ευχαρίστηση ή δυσαρέσκεια. Είναι σημαντικό να εστιάζουμε στα μηνύματα, που μας ανταποδίδει ο παρτενέρ μας, καθώς η προσοχή και η ανταπόκριση σε αυτές τις ενδείξεις μπορεί να βελτιώσει τη συνολική σεξουαλική εμπειρία και ευχαρίστηση.
- Συναίνεση και όρια: Η επικοινωνία διασφαλίζει ότι και οι δύο αισθανόμαστε οικεία και μας επιτρέπει να καθορίζουμε τα όριά μας. Με άλλα λόγια, μπορούμε να εκφράσουμε με σαφήνεια σε τι συμφωνούμε και έτσι να δημιουργήσουμε μία ασφαλή συνθήκη για σεξουαλική εξερεύνηση.
- Ενίσχυση της οικειότητας: Η επικοινωνία κατά τη διάρκεια του σεξ ενισχύει τη συναισθηματική σύνδεση μεταξύ των συντρόφων. Η έκφραση σκέψεων και επιθυμιών κατά τη διάρκεια οικείων στιγμών εμβαθύνει τον δεσμό, καθώς ενισχύει την εγγύτητα.
Καταληκτικά, το να αισθάνεται κανείς ότι τον ακούει, τον κατανοεί και τον αποδέχεται ο σύντροφός του ενισχύει την συναισθηματική και σεξουαλική ικανοποίηση. Να θυμάστε ότι η επικοινωνία κατά τη διάρκεια του σεξ είναι μια διαδικασία που απαιτεί ενεργητική ακρόαση, ενσυναίσθηση και σεβασμό στις επιθυμίες και στα όρια του σεξουαλικού συντρόφου. Με τον τρόπο αυτό ενισχύουμε την ικανοποίηση, αυξάνουμε την απόλαυση και ερχόμαστε ένα βήμα πιο κοντά.
Πηγή: Blunt-Vinti, H., Jozkowski, K. N., & Hunt, M. (2019). Show or tell? Does verbal and/or nonverbal sexual communication matter for sexual satisfaction?. Journal of sex & marital therapy, 45(3), 206-217.
Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.

6 γονεϊκές προκλήσεις της εφηβείας
Η ανατροφή των παιδιών κατά τη διάρκεια της εφηβείας παρουσιάζει ιδιαίτερες προκλήσεις και είναι σημαντικό να είμαστε ενημερωμένοι και όσο το δυνατόν περισσότερο προετοιμασμένοι για αυτές.
Συχνά, οι γονείς αποτελούν τον πρώτο «στόχο επίθεσης» του εφήβου και αυτό είναι που τους βάζει στην δύσκολη θέση να αντιμετωπίσουν τις παρακάτω δοκιμασίες:
1. Συναισθηματικές διακυμάνσεις: Οι ορμονικές αλλαγές και οι προκλήσεις της εφηβείας προκαλούν έντονες εναλλαγές της διάθεσης και ευερεθιστότητα. Είναι σημαντικό σαν γονείς να κατανοούμε ότι δεν έχει να κάνει με εμάς τους ίδιους αυτό που συμβαίνει, αλλά με το αναπτυξιακό στάδιο στο οποίο βρίσκεται ο έφηβος.
2. Διάλογος: Οι έφηβοι περνούν από μια φάση αυξημένης επιθυμίας για ανεξαρτησία και αυτοανακάλυψη, που συχνά οδηγούν σε διατάραξη της επικοινωνίας με τους γονείς. Οι γονείς, με τη σειρά τους δυσκολεύονται να κατανοήσουν τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις ανάγκες του εφήβου τους, καθιστώντας δύσκολη τη διατήρηση ανοιχτής και αποτελεσματικής επικοινωνίας. Στη φάση της εφηβείας, μπορεί να αισθανόμαστε ότι κάθε προσπάθεια συζήτησης και διαπραγμάτευσης «πέφτει» στο κενό. Στην πραγματικότητα, οι κόποι μας θα ανταμειφθούν κι ας μην μοιάζει τόσο απλό. Ο διάλογος αποτελεί το ισχυρότερο μέσο μετάβασης από την παιδική στην ενήλικη ζωή.
3. Οριοθέτηση με συνέπεια και σταθερότητα: Το σταθερό περιβάλλον και η ανάγκη να ανήκει ο έφηβος σε ένα σύστημα, που δεν το γκρεμίζει με την παρορμητικότητα και τις επιθέσεις του, είναι ύψιστης σημασίας. Μένουμε σταθεροί στα όρια που διέπουν την οικογένεια, γιατί παρά την αντίδραση που μπορεί να εισπράξουμε από τον έφηβο, παράλληλα χτίζουμε ένα ασφαλές πλαίσιο.
4. Η εικόνα του «κακού γονέα»: Πρόκειται για ένα συναίσθημα που καλείται να αντιμετωπίσει ο γονιός, καθώς πολλές φορές νιώθει ότι τίποτε δεν κάνει σωστά, πως ο έφηβός του ξεφεύγει του ελέγχου του και δεν θυμίζει πια το παιδί που ήξερε.
5. Αποδοχή της ταυτότητας και ενίσχυση αυτοεκτίμησης: Ο έφηβος βρίσκεται στη διαδικασία που «ψάχνει» να βρει τον εαυτό του και να διαμορφώσει την ταυτότητά του. Στη φάση αυτή η εικόνα του σώματος και η αυτοπεποίθησή του προϋποθέτουν το να αισθάνεται αποδοχή από τους ίδιους του τους γονείς, κάτι που μπορεί να αποτελεί ιδιαίτερη πρόκληση εάν η σχέση μας μαζί του περιέχει αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις.
6. Διαδίκτυο και μέσα κοινωνικής δικτύωσης: Η διάχυτη παρουσία της τεχνολογίας και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αποτελεί, πλέον, κορυφαία πρόκληση για τους γονείς. Η διαχείριση του χρόνου χρήσης της οθόνης, η διαδικτυακή ασφάλεια και η ενημέρωση για τους κινδύνους (πχ διαδικτυακός εκφοβισμός, πορνογραφικό υλικό) θα πρέπει να αποτελεί υποχρέωση για τους γονείς. Μιλώντας με αλήθειες στον έφηβο, αυξάνουμε τις πιθανότητες της ασφάλειας και της αυτοπροστασίας.
Δεν ξεχνάμε πως για ένα παιδί αποτελούμε πρότυπα ως γονείς. Ο τρόπος που θα διαχειριστούμε καταστάσεις, το πως θα δράσουμε και πως θα επικοινωνήσουμε θα χτίσει μέρος της προσωπικότητας του εφήβου μας. Η συνέπεια βοηθά τους εφήβους να κατανοήσουν ότι τα όρια είναι αδιαπραγμάτευτα και διασφαλίζει ότι ξέρουν τι να περιμένουν.
Υπομονή, κατανόηση, σεβασμός και διατήρηση μιας υποστηρικτικής σχέσης, μα πάνω απ’ όλα η εμπέδωση ότι η εφηβεία αποτελεί κρίσιμη περίοδο εσωτερικών και εξωτερικών αλλαγών, μας καθιστά πιο ανθεκτικούς και προετοιμασμένους να σταθούμε με σταθερότητα και συνέπεια δίπλα στον έφηβο.
Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.

Οι 5 βασικές αρχές μιας υγιούς συντροφικής σχέσης
Ζώντας σε μια εποχή που οι άνθρωποι ταλανίζονται από τα κατάλοιπα της πανδημίας, όπως την επικράτηση της ψηφιακής επικοινωνίας, την φοβία να πλησιάσουν ο ένας τον άλλον, την μείωση της ανοχής, την αύξηση των συγκρούσεων και της βίας, γίνεται πρόδηλο πόσο έχουν δυσκολέψει οι σχέσεις.
Σε κάθε συντροφική-ερωτική σχέση, όπου δύο άνθρωποι επιλέγουν, παρά τις διαφοροποιήσεις τους, να ενώσουν τις ζωές τους, είναι λογικό ότι θα υπάρξουν διαφωνίες και προστριβές. Παραμένει, όμως, σημαντικό να μπορούν να τις διαχειρίζονται και να νιώθουν πως βρίσκονται σε μια σχέση που δεν τους κάνει να αμφιβάλλουν για τον εαυτό τους και δεν τους προκαλεί δυσαρέσκεια.
Ποιες είναι, λοιπόν, οι 5 βασικές αρχές μιας υγιούς συντροφικής σχέσης;
- Επικοινωνία: πρώτη και κύρια προϋπόθεση για την ισορροπημένη συνύπαρξη των συντρόφων. Το ζευγάρι πρέπει να νιώθει άνετα να εκφραστεί με ειλικρίνεια, να μοιραστεί τις ανάγκες και τα «θέλω» του χωρίς επικριτική διάθεση, αλλά ακούγοντας και κατανοώντας ο ένας τον άλλον, δίχως να επιτρέπει την παρεμβατικότητα τρίτων.
- Σεβασμός: σημαίνει να μην προσπαθώ να σε αλλάξω και να μην απαιτώ να είσαι ίδιος με εμένα, αλλά να σέβομαι την προσωπικότητα και τις επιλογές σου, χωρίς να σε μειώνω, ούτε να σε υποτιμώ. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε, όμως, ότι προϋπόθεση για να σεβαστώ τον σύντροφο μου, είναι να έχω μάθει να σέβομαι και να φροντίζω τον εαυτό μου, να με αποδέχομαι και να μπορώ να διαχειριστώ την διαφορετικότητα του άλλου, χωρίς να νιώθω ότι απειλείται το «εγώ μου».
- Αναγνώριση: αν κάποιος νιώθει αδικημένος ή ότι δεν αναγνωρίζονται, δεν εκτιμώνται όλα αυτά που προσφέρει στον σύντροφο και στη σχέση του, μάλλον είναι η στιγμή να διερωτηθεί κατά πόσο βρίσκεται σε μια υγιή σχέση. Ο έπαινος, η φιλοφρόνηση, το «ευχαριστώ» ανάμεσα στους συντρόφους για αυτά που μοιράζονται, υλικά και συναισθηματικά, θα τους δείξει αμοιβαίο ενδιαφέρον και ότι δεν θεωρούν ο ένας τον άλλον δεδομένο.
- Εμπιστοσύνη: αν αναλογιστούμε τι μπορεί να προκαλέσει η έλλειψη εμπιστοσύνης σε ένα ζευγάρι, συνειδητοποιούμε και την σημασία της ύπαρξης της. Η έλλειψη εμπιστοσύνης πηγάζει από το αίσθημα ανασφάλειας που νιώθει κάποιος και μπορεί να εκφραστεί με σκηνές ζηλοτυπίας, εξαρτητικότητα και προσκόλληση στον σύντροφο, που μπορεί να νιώσει δυσφορία, με αποτέλεσμα το ζευγάρι να οδηγηθεί σε συγκρούσεις. Είναι σημαντικό ο κάθε σύντροφος να μπορεί να διατηρεί, παράλληλα με την σχέση του, και έναν κοινωνικό κύκλο, καθώς και τα προσωπικά του ενδιαφέροντα, χωρίς αυτό να πλήττει την εμπιστοσύνη που νιώθει ο ένας απέναντι στον άλλον και χωρίς να δημιουργούνται αμφιβολίες για την δέσμευση στην σχέση.
- Υποστήριξη: είναι η στοργή και η φροντίδα για τον σύντροφο μου, που θα του δείξει ότι τον υπολογίζω και δεν είναι μόνος, αλλά έχει έναν «σύμμαχο» στη σχέση και στην ζωή, και θα ενισχύσει την συναισθηματική μας σύνδεση.
Αγγελική Διδυμοπούλου
Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια CBT
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.
Learn More
Εκφραζόμενο συναίσθημα: πως επιδρά ο τρόπος επικοινωνίας της οικογένειας στη χρόνια ψυχική νόσο;
Κάθε άτομο αναπτύσσεται, ωριμάζει και προχωράει μέσα σε ένα σύστημα. Τι σημαίνει, όμως, το σύστημα; Πρόκειται για ένα σύνολο, τα στοιχεία του οποίου αποτελούν οντότητες, κάθε μία από τις οποίες αλληλεπιδρά ή συσχετίζεται με τουλάχιστον μία άλλη από το ίδιο σύνολο. Tο πρώτο σύστημα στο οποίο ανήκουμε είναι η οικογένεια.
Η δυναμική της οικονέγειας, οι σχέσεις και η επικοινωνία που αναπτύσσονται μέσα σε αυτή, η συντροφική αλληλεπίδραση των γονιών αδιαμφισβήτητα μας διαμορφώνει. Το παιδί και ο έφηβος με το πέρασμα των χρόνων «διαμορφώνει» τον εαυτό του μέσα από τον γονιό του.
Ποια είναι η επίδραση του δυναμικού αυτού, όταν μια οικογένεια ζει με μια χρόνια ψυχικό νόσο ενός μέλους; Η χρόνια ψυχική νόσος εμφανίζει συμπτώματα που μπορεί να ελεγχθούν, ωστόσο δεν επιδέχονται οριστική θεραπεία, μπορεί να εμφανίζουν διαστήματα ύφεσης με απουσία συμπτωμάτων και περιόδους υποτροπής. Η ερώτηση είναι τι μπορεί να κάνει μία οικογένεια για να φροντίσει τον ασθενή που νοσεί, αλλά και την δικής της ψυχική υγεία;
Για πρώτη φορά, την δεκαετία του 1960 στην Αμερική, ο Brown παρατήρησε ότι οι υποτροπές των ασθενών που επέστρεφαν σπίτι έπειτα από μία νοσηλεία σχετίζονταν με το συναισθηματικό κλίμα της οικογένειας. Το γεγονός αυτό πυροδότησε το ενδιαφέρον για έρευνα της σημασίας των ενδοοικογενειακών σχέσεων στην ψυχική νόσο. Έτσι, διαπιστώθηκε ότι συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στην επικοινωνία εντός της οικογένειας, αποτελούν προγνωστικό δείκτη της υποτροπής.
Το εκφραζόμενο συναίσθημα αποτελείται από πέντε παράγοντες:
- Επικριτική διάθεση: ο τρόπος με τον οποίο θα εκφραστούμε, ο τόνος της φωνής μας, η μη λεκτική επικοινωνία του σώματος, δύναται να χρωματίσει ένα σχόλιο σε αρνητικό και επικριτικό. Η επικριτική διάθεση μπορεί να δηλώνεται ξεκάθαρα από αρνητικό σχόλιο ή να μετατρέπεται σε επικριτικό από τον τόνο μας. Για παράδειγμα «Ποτέ δεν κάνει τίποτα σωστά!» αποτελεί ένα σχόλιο με επικριτική διάθεση, σε αντίθεση με «Θα προτιμούσα να το είχε διαχειριστεί με διαφορετικό τρόπο».
- Υπερ-εμπλοκή: συμπεριφορές αυτοθυσίας, υπερπροστασίας και αφοσίωση προς το άτομο που νοσεί μπορεί να φέρουν εντελώς αντίθετα αποτελέσματα από την πρόθεση που μας δημιουργεί την επιθυμία να υπερ-εμπλακούμε και να παρεμβαίνουμε.
- Επιθετικότητα: σχόλια που προσβάλλουν το άτομο για αυτό που είναι και όχι για την συμπεριφορά του. «Είσαι εντελώς ανίκανος!», σε αντίθεση με «Η συγκεκριμένη συμπεριφορά πιστεύω σε αδικεί.». Είναι τελείως διαφορετικό να σχολιάζουμε τον άνθρωπο, και τελείως διαφορετικό να σχολιάζουμε μία πράξη.
- Θετικά σχόλια: εκφράζω την αποδοχή και εκτίμηση στον άνθρωπό μου.
- Ζεστασιά: η ενσυναίσθηση, η φροντίδα και το πραγματικό ενδιαφέρον.
Οι τρεις πρώτοι παράγοντες διαταράσσουν το σύστημα και πυροδοτούν τις υποτροπές. Αρκεί μόνο ένα μέλος της οικογένειας να χαρακτηρίζεται από υψηλά εκφραζόμενο συναίσθημα (δηλαδή επικριτική διάθεση, υπερ-εμπλοκή και επιθετικότητα) για να προκαλέσει «βλάβη». Αντίθετα, η αποδοχή, η ζεστασιά, η εκτίμηση και η ενσυναίσθηση προωθούν ένα κλίμα στήριξης και αγάπης!
Μην ξεχνάμε λοιπόν:
- Να αποδεχτούμε αυτό που μας συμβαίνει και να αγκαλιάσουμε τον άνθρωπό μας που έχει μία χρόνια ψυχική νόσο.
- Να επικοινωνούμε όσο το δυνατόν πιο λειτουργικά, με ηρεμία, ενσυναίσθηση και ενεργητική ακρόαση.
- Ως μέλη της οικογένειας να μην κατηγορούμε τους εαυτούς μας για την ψυχική νόσο.
- Ότι το άτομο που νοσεί συνεχίζει να είναι ένας άνθρωπος με προσωπικότητα, συναισθήματα, επιθυμίες.
Η ψυχοεκπαίδευση της οικογένειας, μέσα από την ενημέρωση για την ψυχική νόσο, την εκμάθηση δεξιοτήτων επικοινωνίας μπορεί να λειτουργήσει ως η καλύτερη πρόληψη για την πορεία του ατόμου που νοσεί και ολόκληρης της οικογένειας. Η έγκυρη ενημέρωση, η εκπαίδευση και η υποστήριξη έχει θετικό αντίκτυπο στην ψυχική υγεία της οικογένειας, που καλείται να φροντίσει, να στηρίξει τον άνθρωπο που νοσεί ψυχικά και αναμφισβήτητα κουβαλάει ένα μεγάλο συναισθηματικό φορτίο.
Η έγκαιρη παρέμβαση, η ενημέρωση και η ψυχοθεραπευτική υποστήριξη παρέχει τα θεμέλια για καλύτερη ποιότητα ζωής, ενδυνάμωση των σχέσεων και ψυχικής υγείας.
Πηγές:
Brown, G. W., Birley, J. L., & Wing, J. K. (1972). Influence of family life on the course of schizophrenic disorders: A replication. The British Journal of Psychiatry, 121(562), 241-258.
Brown, G. W., Carstairs, G. M., & Topping, G. (1958). Post-hospital adjustment of chronic mental patients. The Lancet, 272(7048), 685-689.
Harvey, C. (2018). Family psychoeducation for people living with schizophrenia and their families. BJPsych Advances, 24(1), 9-19.
Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.
Learn More
4 τρόποι επικοινωνίας που οδηγούν τη σχέση μας στο τέλος της, αλλά και 5 συμπεριφορές που κρατούν τη συνέχειά της…
Η επικοινωνία αποτελεί το σημαντικότερο θεμέλιο των διαπροσωπικών σχέσεων. Οι ερωτικές σχέσεις δημιουργούνται και διατηρούνται μέσω της ίδιας της επικοινωνίας. Υπάρχουν ορισμένες δυσλειτουργικές τακτικές που μπορούν να δοκιμάσουν τη σχέση και να οδηγήσουν στη διακοπή της, οι οποίες περιγράφονται παρακάτω.
Η περιφρόνηση (contempt) είναι ένα συναίσθημα το οποίο περιέχει οργή και απαξίωση. Είναι πιο ισχυρό από την αρνητική διάθεση και τον εκνευρισμό. Αν στη διάρκεια μιας αντιπαράθεσης, καθώς ακούτε το σύντροφό σας, σκεφτείτε κάτι υποτιμητικό, τότε έχετε εμπλακεί στο συναίσθημα της περιφρόνησης. Η περιφρόνηση μπορεί να εξωτερικευτεί είτε με προσβολές, είτε με τη γλώσσα του σώματος (μη-λεκτικά).
Η κριτική (criticism) προς τον σύντροφο για κάτι που εκείνος έχει κάνει, δείχνει το πόσο αρνητικά σκέφτεστε για τον άλλον. Αν ο σύντροφός σας έχει υιοθετήσει μια συμπεριφορά με την οποία δεν συμφωνείτε και σκεφτείτε «Για ποιο λόγο είμαι μαζί με αυτόν τον άνθρωπο που φέρεται έτσι;» αυτό σημαίνει ότι δεν έχετε διάθεση να του εξηγήσετε το λάθος του. Με την πάροδο του χρόνου, η κλιμάκωση τέτοιων συμπεριφορών θα ενισχύουν τις δυσάρεστες απαξιωτικές σκέψεις.
Όταν ένας άνθρωπος κάνει ένα λάθος και προσπαθήσει να δικαιολογηθεί ακολουθώντας αμυντική στάση (defensiveness), δεν εκτονώνει την ένταση αλλά την ενισχύει, διότι δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες του. Η επιθετική υπεράσπιση του εαυτού αποτελεί αμυντική στάση.
Η τέταρτη και τελευταία τακτική είναι η συναισθηματική απομόνωση (stonewalling). Σε μία έντονη συζήτηση με τον σύντροφό σας, η οποία σταδιακά εξελίσσεται, όταν πλησιάζει η στιγμή της έκρηξης τότε απομακρύνεστε και τον αγνοείτε. Η φυγή αυτή δείχνει ότι σκόπιμα αγνοείτε τον σύντροφό σας, αποφεύγοντας μια συζήτηση ή φεύγετε κυριολεκτικά πριν ολοκληρωθεί η συζήτηση χωρίς να έχει επιλυθεί το πρόβλημα. Λανθασμένα αρκετές φορές πιστεύουμε ότι αποφεύγοντας μια σύγκρουση βοηθάμε την κατάσταση. Στην πραγματικότητα αυτό μπορεί να προκαλέσει στον σύντροφο αισθήματα απομόνωσης και μοναξιάς. Tο αποφευκτικό στυλ στις συγκρούσεις δεν σημαίνει ότι το άτομο αποφεύγει τη σύγκρουση, αντιθέτως με αυτόν τον τρόπο συμμετέχει στη διατήρηση ενός προβλήματος.
Οι αντιπαραθέσεις σε μία σχέση είναι χρήσιμες, καθώς δίνουν την ευκαιρία σε ένα ζευγάρι να ανακαλύψει τις αντιδράσεις και τις συμπεριφορές του και έτσι να επιλύσει τα καταστροφικά προβλήματα της σχέσης.
Μπορούμε να επικοινωνήσουμε πιο εποικοδομητικά; Η απάντηση είναι «ναι».
- Σεβόμαστε ότι ο σύντροφος μας μπορεί να υιοθετεί διαφορετικές απόψεις από τις δικές μας.
- Αποδεχόμαστε και «ακούμε» την αλήθεια του άλλου, ακόμη κι αν δεν είναι αποδεκτή.
- Η διαφωνία αποτελεί μέρος μιας σχέσης και η συνεργασία προϋπόθεση.
- Όταν κάτι μας ενοχλεί εστιάζουμε στην αρνητική συμπεριφορά, όχι στον αρνητικό χαρακτηρισμό του ατόμου.
- Ενισχύουμε τις επανορθωτικές συμπεριφορές του συντρόφου, εκφράζοντας τα θετικά συναισθήματα προς μία πράξη που εκτιμήσαμε.
Η περιστασιακή έκφραση αυτών των τεσσάρων δυσλειτουργικών τρόπων επικοινωνίας είναι φυσιολογική. Ωστόσο, η επανάληψη αυτών αρκετά συχνά αποτελεί δείγμα ότι μια σχέση οδεύει προς το τέλος.
Πηγή: Jayakobi, J. L., & Mun, S. J. (2022). Romantic Relationship: The Issues Faced in a Conflict among Young Adults. JURNAL PSIKOLOGI MALAYSIA, 35(3).
Καρυοφύλλη Δήμητρα
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτιδα Ι.Ψ.Σ.Υ.
Learn More
Από τι κινδυνεύει μια σχέση;
Η δημιουργία ερωτικών-συντροφικών σχέσεων παίζει καθοριστικό ρόλο στην ανθρώπινη ύπαρξη και καλύπτει πλήθος αναγκών, συναισθηματικών και όχι μόνο. Ωστόσο, η διατήρηση μιας ικανοποιητικής σχέσης απαιτεί συνεχή προσπάθεια από το ζευγάρι. Ποιοι είναι οι παράγοντες που μπορεί να απειλήσουν μια σχέση και να την οδηγήσουν σε κρίση;
Μία σημαντική αλλαγή που επέρχεται καθώς η σχέση εξελίσσεται είναι η μετάβαση από την εξιδανίκευση στην απομυθοποίηση του συντρόφου. Το ζευγάρι, ιδιαίτερα εκείνο που συμβιώνει, βλέπει διαφορετικές πτυχές του συντρόφου του, με αποτέλεσμα να καταρρίπτει σταδιακά τον «μύθο» που είχε χτίσει για εκείνον μέσα από την καθημερινή τριβή. Ο έρωτας δίνει τη σκυτάλη σε άλλα συναισθήματα, όπως η αγάπη ή η συντροφικότητα, ενώ δεν αποκλείεται ο θαυμασμός που μπορεί να ένιωθε ο ένας για τον άλλον να αντικατασταθεί από απαξίωση, ανία ή θυμό.
Ένα άλλο επακόλουθο της μακροχρόνιας συμβίωσης είναι και το γεγονός ότι αναδεικνύονται οι ασυμφωνίες και οι διαφορετικές αντιλήψεις του ζευγαριού, για θέματα μεγαλύτερης ή μικρότερης σημασίας. Ως απόρροια, επέρχεται κούραση και εκνευρισμός, ακόμα και συγκρούσεις σχετικά με τη λήψη σημαντικών αποφάσεων. Κάτι τέτοιο μπορεί να φέρει εντάσεις και διαπληκτισμούς μεταξύ τους.
Η επικοινωνία στο ζευγάρι είναι ένα θεμελιώδες στοιχείο μιας σχέσης. Παράγοντες που την απειλούν είναι η έλλειψη διαπροσωπικών δεξιοτήτων, όπως η δυσκολία στην αναγνώριση των συναισθημάτων του συντρόφου μας, οι διαστρεβλωμένες πεποιθήσεις, π.χ. «ο σύντροφος μου δεν πρόκειται να αλλάξει», «δεν μπορεί να με καταλάβει…» ή η ύπαρξη δυσφορικών συναισθημάτων όπως θυμός, που μπορεί να εκφράζεται με έντονο τρόπο και να οδηγεί σε σύγκρουση και αποξένωση, αλλά και ενίοτε σε σιωπή και αδιαφορία.
Η αλλαγή στην εικόνα των συντρόφων, η παραμέληση του εαυτού και της εμφάνισης, η αύξηση βάρους, η έλλειψη υγιεινής είναι κάποιοι σημαντικοί παράγοντες που μπορεί να απειλήσουν μια σχέση. Οι σύντροφοι επαναπαύονται και αδιαφορούν για το αν θα αρέσουν ο ένας στον άλλον.
Οι αλλαγές στη σεξουαλική ζωή του ζευγαριού παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο. Η μείωση της σεξουαλικής επιθυμίας, η αραίωση των επαφών, η έλλειψη σεξουαλικών φαντασιώσεων, αλλά και ένα σεξουαλικό πρόβλημα μπορούν να δυναμιτίσουν τη σχέση. Καθώς μεγαλώνουν οι σύντροφοι, αναπτύσσονται περισσότερο συντροφικά συναισθήματα, εκτίμηση και αγάπη, τα οποία, σε συνδυασμό με την έλλειψη σεξουαλικής επιθυμίας, μετατρέπουν την ερωτική-συντροφική σχέση σε μια σχέση αδελφοποίησης.
Το ζευγάρι που αντιλαμβάνεται ότι αντιμετωπίζει τις παραπάνω δυσκολίες χρειάζεται να προσπαθήσει να ανατρέψει αυτά δεδομένα, ενίοτε αναζητώντας και την καθοδήγηση ενός ειδικού.
Learn More