
Ύπνος και σεξουαλικές δυσλειτουργίες σε γυναίκες με κυλιόμενο ωράριο
Ο ύπνος αποτελεί βασικό ρυθμιστή του ανθρώπινου βιολογικού ρολογιού και έχει συσχετιστεί τόσο με την ψυχική ευεξία και την ποιότητα ζωής, όσο και με τη σεξουαλική λειτουργία. Πλήθος ερευνών έχει μελετήσει τη συσχέτιση σεξουαλικής λειτουργίας και ποιότητας ύπνου τόσο σε άνδρες όσο και σε γυναίκες, καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως οι διαταραχές ύπνου αποτελούν παράγοντα κινδύνου (risk factor) για την εμφάνιση σεξουαλικών δυσλειτουργιών.
Έρευνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό του Sexual Medicine μελέτησε τη συσχέτιση κυλιόμενου ωραρίου με την εμφάνιση σεξουαλικών δυσλειτουργιών, σε νοσηλεύτριες. Το δείγμα αποτελούνταν από 120 γυναίκες, 26-35 ετών, με μέσο όρο ηλικίας τα 33 έτη, 45% παντρεμένες περισσότερο από 10 έτη, χωρίς διαγνωσμένη ψυχική διαταραχή και χωρίς οργανικό ιστορικό (σακχαρώδη διαβήτη, καρδιαγγειακά, νευρολογικές ασθένειες). Ο ύπνος αξιολογήθηκε με το ψυχομετρικό εργαλείο PittsburghSleepQualityIndex (PSQI) το οποίο μελετά 7 κατηγορίες: ποιότητα ύπνου, καθυστέρηση ύπνου, διάρκεια ύπνου, συνήθης αποδοτικότητα-αποτελεσματικότητα ύπνου, διαταραχές ύπνου, χρήση υπνωτικών και καθημερινή λειτουργικότητα. Για την αξιολόγηση σεξουαλικής λειτουργίας χρησιμοποιήθηκαν δύο ερωτηματολόγια: SexualSelf-EfficacyQuestionnaire και sexualqualityoflife-female. Δημιουργήθηκαν 2 ομάδες: ομάδα ελέγχου και ομάδα παρέμβασης όπου θα έπρεπε να συμμετέχουν σε μαθήματα βελτίωσης ύπνου. Η αξιολόγηση έγινε σε δύο χρόνους (baseline, 3 μήνες μετά)
Αποτελέσματα:
- Το 65% του δείγματος παρουσίασε χαμηλή ποιότητα ύπνου, ενώ το 82% παρουσίασε μείωση στην σεξουαλική του ζωή (αξίζει να σημειωθεί πως το 95% δεν είχε κάποια σεξουαλική δυσλειτουργία πριν την αλλαγή στο πρόγραμμα του ύπνου).
- Το 13.5% ανέφερε κακή σεξουαλική λειτουργικότητα, 79% μέτρια σεξουαλική λειτουργικότητα, και το 7.5%καλή σεξουαλική ζωή.
- Η ποιότητα του ύπνου φάνηκε να συσχετίζεται με προβλήματα διέγερσης και οργασμού στην γυναίκα, όσο μικρότερη ποιότητα ύπνου τόσο χαμηλότερο σκορ στην κλίμακα με τη σεξουαλική λειτουργικότητα.
- Τα προβλήματα αφορούσαν την επιθυμία, τη διέγερση και κατά συνέπεια τον οργασμό.
- Παρατηρήθηκε μείωση τη σεξουαλικής ζωής με την έναρξη του κυλιόμενου ωραρίου και την αλλαγή στο πρόγραμμα του ύπνου.
- Η ομάδα που εγγράφηκε σε σεμινάρια βελτίωσης ύπνου (3 μήνες), αύξησε το σκορ στη σεξουαλική λειτουργικότητα και βελτίωσε τον ύπνο της, σε σχέση με την ομάδα ελέγχου.
Παπαδόπουλος Περικλής
Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπευτής
Επιστημονικός Συνεργάτης Ι.Ψ.Σ.Υ
Πηγή: Khastar, H., Mirrezaie, S. M., Chashmi, N. A., & Jahanfar, S. (2020). Sleep Improvement Effect on Sexual Life Quality Among Rotating Female Shift Workers: A Randomized Controlled Trial. The Journal of Sexual Medicine.
Learn More
Burn-out, εργασιακό στρες και σεξουαλική λειτουργία
Ο όρος «επαγγελματική εξουθένωση» (job burnout) χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1974. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο οργανισμό υγείας, πρόκειται για ένα σύνδρομο που περιγράφει τη ψυχική εξουθένωση σε σχέση με την εργασία και τις επαγγελματικές υποχρεώσεις. Το σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης (burn-out) χαρακτηρίζεται από τρεις διαστάσεις:
- Αισθήματα κόπωσης
- Αρνητικότητα και κυνισμός σε σχέση με την εργασία
- Μειωμένη εργασιακή επίδοση (π.χ. μειωμένο κίνητρο και συγκέντρωση)
Παράλληλα μπορεί να συνοδεύεται από ψυχολογικά συμπτώματα όπως πεσμένη διάθεση και άγχος.
Επίσης, το εργασιακό στρες, είναι ένας άλλος όρος που σχετίζεται με το σύνδρομο εξουθένωσης και περιλαμβάνει το χρόνιο άγχος που προκύπτει από την εργασία και σχετίζεται κυρίως με εξωτερικούς παράγοντες όπως πίεση και επαγγελματικές υποχρεώσεις και όχι με εσωτερικούς όπως οι ικανότητες μας και οι προσδοκίες που κρατάμε για τον εαυτό και την επίδοση μας.
Ψυχολογικά προβλήματα και συμπτώματα όπως χρόνιο άγχος και κατάθλιψη σχετίζονται και με τη σεξουαλική δυσλειτουργία. Συγκεκριμένα σε μία έρευνα στον ελλαδικό χώρο με 251 συμμετέχοντες που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Your Sexual Medicine Journal αναφέρει πως το σύνδρομο εξουθένωσης και το εργασιακό στρες επηρέασαν αρνητικά τη σεξουαλική ζωή των συμμετεχόντων. Το 40% ανέφερε πως είχε βιώσει σύνδρομο εξουθένωσης. Συγκεκριμένα, στους άνδρες η εξουθένωση και το στρες συνδέθηκαν με στυτική δυσλειτουργία, δηλαδή αδυναμία επίτευξης ή διατήρησης της στύσης και με μειωμένη σεξουαλική ικανοποίηση. Επίσης, σε αυτό το εύρημα φαίνεται να συμβάλλουν και άλλοι παράγοντες όπως η υπέρταση και η κατανάλωση αλκοόλ. Μάλιστα, η αυξημένη εβδομαδιαία κατανάλωση αλκοόλ συνδέθηκε με αυξημένη στυτική δυσλειτουργία, λιγότερους οργασμούς και λιγότερη ικανοποίηση.
Όσον αφορά τις γυναίκες, βρέθηκε πως η το εργασιακό στρες και η εξουθένωση συνδέθηκαν με μειωμένη κολπική εφύγρανση και με λιγότερους οργασμούς. Ενώ, τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες η σεξουαλική επιθυμία τους δεν επηρεάστηκε από το στρες και την κόπωση.
Έχει προταθεί πως το χρόνιο άγχος που μπορεί να συνοδεύει το σύνδρομο εξουθένωσης μπορεί να επηρεάζει τη σεξουαλική λειτουργία μέσω της κορτιζόλης, της ορμόνης του στρες. Συγκεκριμένα, καθημερινοί και παρατεταμένοι στρεσογόνοι παράγοντες αυξάνουν την παραγωγή της κορτιζόλης, η οποία με τη σειρά της επηρεάζει τα επίπεδα των ορμονών του φύλου, όπως της τεστοστερόνης στους άνδρες. Τα μειωμένα επίπεδα τεστοστερόνης έχουν ως αποτέλεσμα μειωμένη libido και σεξουαλική δυσλειτουργία.
Πηγή: Papaefstathiou, E., Apostolopoulou, A., Papaefstathiou, E., Moysidis, K., Hatzimouratidis, K., & Sarafis, P. (2020). The impact of burnout and occupational stress on sexual function in both male and female individuals: a cross-sectional study. International journal of impotence research, 32(5), 510–519.
Learn More