
“Είμαι 60 χρονών και ο άντρας μου είναι αδιάφορος…”
Περιγράφει μία γυναίκα που είναι παντρεμένη με τον σύζυγό της σχεδόν 35 χρόνια.
“Δεν μιλάμε πια, σεξουαλικά δεν τον ενδιαφέρω, δεν με προσεγγίζει κι αν πάω να τον πλησιάσω εγώ μου λέει πώς μεγαλώσαμε και δεν είναι αυτά για εμάς. Τουλάχιστον παλιά έδειχνε να με θέλει. Τα παιδιά έφυγαν από το σπίτι και νιώθω μόνη μου. Δεν ξέρω τι έχω κάνει λάθος.”
Ακούγοντας αυτή τη γυναίκα, τη ρωτάω πώς ήταν η σχέση τους παλαιότερα, τι άλλαξε στην ερωτική ζωή και στην επικοινωνία τους. Μου περιγράφει μία μονόπλευρη προσπάθεια για πολλά έτη, μιλάει για τη στεναχώρια της, πώς ποτέ δεν ένιωσε ότι έχει δίπλα της έναν άνθρωπο που τη στηρίζει και την «ανεβάζει», πρώτα σαν άνθρωπο και έπειτα σα γυναίκα.
Όταν τη ρώτησα τι την κρατάει σε αυτή τη σχέση, δεν ήξερε τι να μου απαντήσει. Το σκέφτηκε λίγο και μου είπε πώς είναι δύσκολο να συνεχίσει μόνη.
Αν οι δυο μας δεν προσφέρουμε ο ένας στον άλλον θαλπωρή, αγάπη, στήριξη, μία αγκαλιά, ένα χάδι, ένα ερωτικό άγγιγμα, τότε τι κάνουμε μαζί;
Μερικές φορές, οι άνθρωποι μας μιλούν για τον χρόνο που πέρασε, πόσα θα ήθελαν να είχαν κάνει διαφορετικά, πώς η συνειδητοποίηση μίας μη ικανοποιητικής κατάστασης, άργησε να έρθει.
Δεν είναι αργά να διεκδικήσουμε την ευτυχία μας, να μιλήσουμε με τον σύντροφο, αλλά προπάντων να τον ακούσουμε, να αναζητήσουμε κάτι ή κάποιον που μας ταιριάζει περισσότερο, να νιώσουμε ότι θέλουμε, αλλά παράλληλα είμαστε ποθητοί.
Μην ξεχνάτε πώς μία σχέση απαιτεί προσπάθεια και από τις δύο πλευρές, χωρίς να σημαίνει πώς ανά διαστήματα δεν θα «πρέπει» να προσπαθήσουμε περισσότερο εμείς ή ο άλλος. Σε παγιωμένες και απομακρυσμένες σχέσεις, που γινόμαστε ξένοι σε ένα διπλό κρεβάτι, μέσα σε ένα «βουβό» σπίτι, με κρύα ατμόσφαιρα και «παγωμένα» συναισθήματα, τότε οφείλουμε να σκεφτούμε ξανά την επόμενη μέρα.
Είναι στο χέρι μας να αλλάξουμε τη ζωή μας, καθόλου απλό, όμως το «χρωστάμε» στον εαυτό μας.
Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.

Μεγαλώνοντας ένα παιδί με αυτισμό
Η σχέση μας, από μόνη της, είναι μία συνθήκη που απαιτεί προσπάθειες, αμοιβαίες υποχωρήσεις, συνεργασία, μοίρασμα, επικοινωνία. Για να διατηρηθεί μέσα στο χρόνο, μας θέλει ενεργούς «παίκτες» και λειτουργικούς συνοδοιπόρους. Τι συμβαίνει όταν ένα ζευγάρι, που κάνει το επόμενο βήμα, αποκτάει ένα παιδί, μετά από κάποιο χρόνο καταλαβαίνει ότι είναι στο φάσμα του αυτισμού;
Τα κύρια γνωρίσματα του αυτισμού είναι η διαταραχή στην επικοινωνία, στην κοινωνική αλληλεπίδραση και στο ενδιαφέρον για άλλα άτομα. Μερικά χαρακτηριστικά είναι οι συνεχόμενες στερεοτυπικές κινήσεις, απώλεια της φαντασίας, δυσκολίες στην βλεμματική επαφή, το λόγο, την κίνηση και το συντονισμό, καθώς επίσης και απρόβλεπτες συναισθηματικές αντιδράσεις. Πολύ καλή μακρόχρονη μνήμη και ανεπτυγμένες δεξιότητες στη μουσική και τα μαθηματικά αποτελούν, σε ορισμένες περιπτώσεις, χαρακτηριστικά γνωρίσματα του αυτισμού.
Υπάρχουν αρκετές παρεμβάσεις οι οποίες στοχεύουν στην βελτίωση δεξιοτήτων επικοινωνίας, ένταξης στην κοινωνία και ψυχικής στήριξης του παιδιού, αλλά και της οικογένειας, με απώτερο στόχο τη δημιουργία υποστηρικτικού και όσο το δυνατόν περισσότερο λειτουργικού περιβάλλοντος.
Η ανατροφή ενός παιδιού με αυτισμό μπορεί να φέρει μεγάλες προκλήσεις στη σχέση ενός ζευγαριού:
Πίεση: Η φροντίδα ενός παιδιού απαιτεί ενέργεια, χρόνο και προσοχή. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε υψηλά επίπεδα στρες για τους γονείς, που καλούνται να ανταπεξέλθουν σε μία συνθήκη, που απαιτεί υπομονή και δύναμη.
Επικοινωνιακά προβλήματα: Τα παιδιά που βρίσκονται στο φάσμα του αυτισμού συχνά αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην επικοινωνία και την κοινωνική αλληλεπίδραση. Αυτό μπορεί να δημιουργήσει εντάσεις και να δοκιμάσει τις αντοχές και την επικοινωνία μεταξύ των γονέων.
Οικονομικές δυσκολίες: Οι υποστηρικτικές, θεραπευτικές και εκπαιδευτικές προσεγγίσεις συνήθως είναι δαπανηρές και χρόνιες, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε οικονομική εξάντληση και να εντείνει το στρες για το ζευγάρι.
Διαφωνίες σχετικά με την ανατροφή: Οι γονείς μπορεί να έχουν διαφορετικές απόψεις σχετικά με τον καλύτερο τρόπο αντιμετώπισης του παιδιού. Αυτό μπορεί να προκαλέσει συγκρούσεις και να αρχίσει να δημιουργεί απόσταση μεταξύ τους. Δεν είναι λίγες οι φορές, που ένας γονέας μπορεί να δυσκολεύεται να αποδεχτεί την ιδιαιτερότητα του παιδιού.
Έλλειψη χρόνου για τη σχέση: Η ενασχόληση με το παιδί μπορεί να αφαιρέσει αρκετό χρόνο από τη σχέση του ζευγαριού. Σε πολλές περιπτώσεις το ζευγάρι μπορεί να μην έχει σχεδόν καθόλου προσωπικό χρόνο. Αυτό δύναται να οδηγήσει σε απομόνωση και απομάκρυνση συναισθηματική, αλλά και σεξουαλική.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αν και η φροντίδα ενός παιδιού με αυτισμό φέρνει προκλήσεις, γίνεται επίσης να ενισχύσει τη σχέση ενός ζευγαριού, καθώς οι γονείς μπορούν να ενώσουν τις δυνάμεις τους για την ευημερία του παιδιού τους.
Δύο σπουδαίες λέξεις – κλειδιά για την συνέχεια μέσα σε μία δυσκολία είναι:
Αποδοχή είναι σημαντική για την πορεία του παιδιού και την οικογενειακή δυναμική. Είναι ένα βήμα προς την κατανόηση και την αγάπη προς το παιδί, όπως είναι και προς τη δημιουργία ενός υγιούς περιβάλλοντος για την ανάπτυξή του, αλλά και για τη δική μας σχέση, ως σύντροφοι και γονείς.
Υποστήριξη ατομική, αλλά και ζεύγους. Είναι σημαντικό το ζευγάρι να φροντίζει και για την δική του ευημερία. Ένας γονέας προκειμένου να βλέπει το παιδί του χαρούμενο και να νιώθει ότι καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για το καλό του, μπορεί να παραγκωνίσει την δική του ψυχική εικόνα.
Ως γονέας, σύντροφος, σύζυγος, άνθρωπος, δεν ξεχνάω να αγαπάω τον εαυτό μου και να θυμάμαι πώς η φροντίδα της συντροφικότητάς μου θα κάνει καλό, τόσο σε εμάς τους ίδιους σα ζευγάρι, αλλά και στο παιδί μας.
Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.

Πώς αισθάνεσαι με το σώμα σου; Όταν η εικόνα σώματος «κατακερματίζει» τη σεξουαλική εμπειρία
Η πλειοψηφία των ερευνών επιβεβαιώνει ότι η αρνητική εικόνα σώματος έχει αυξηθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Η επικράτηση της σωματικής δυσαρέσκειας αγγίζει έως και 90% σε νεαρούς ενήλικες.
Η εικόνα για το σώμα μας «παίζει» έναν πρωταρχικό ρόλο στην ευημερία μας. Αρκετές έρευνες έχουν εστιάσει το ενδιαφέρον τους στη μελέτης της σχέσης μεταξύ της εικόνας για το σώμα, δηλαδή πώς εγώ ο ίδιος αισθάνομαι, πώς σκέφτομαι και πώς λειτουργώ ως προς το σώμα μου και της σεξουαλικής υγείας και συνεπώς λειτουργίας. Όπως έχει φανεί ερευνητικά, η αρνητική εικόνα σώματος οδηγεί σε μειωμένη σεξουαλική επιθυμία, αλλά και λιγότερο συχνές επαφές και οργασμούς. Επιπλέον, σχετίζεται με δισταγμό να επικοινωνήσουμε τις σεξουαλικές σκέψεις και επιθυμίες.
Στην πραγματικότητα, μία τόσο σημαντική πτυχή του εαυτού μας, όπως το πώς νιώθουμε για το ίδιο μας το σώμα, μας κάνει να αναρωτιόμαστε ποια επιρροή μπορεί να έχει στις σχέσεις μας;
Συχνά, ακούμε ανθρώπους να μας περιγράφουν, πώς όταν άρχισαν να φροντίζουν τον εαυτό τους, για παράδειγμα έχασαν βάρος, έπειτα από προσπάθεια και αυτοφροντίδα, επιμελήθηκαν την εικόνα τους με τρόπο που τους έκανε να νιώθουν αυτοπεποίθηση, φόρεσαν ρούχα που ένιωθαν ότι τους αναδεικνύουν, τότε αυτό έγινε ορατό και από τους γύρω τους «Έλαμπαν, κι αυτό φαινόταν». Εάν εμείς οι ίδιοι βιώνουμε δύσκολα συναισθήματα προς το σώμα μας, δεν το αποδεχόμαστε και σκεφτόμαστε αρνητικά γι’αυτό, είναι πιθανό να «μεταδίδουμε» μηνύματα και στον σύντροφό μας. Τι εννοούμε με αυτό;
Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο Journal of Sex Research εξετάζει πώς η εικόνα σώματος επηρεάζει το σεξουαλικό στυλ (σκέψεις, συναισθήματα, συμπεριφορές κατά τη διάρκεια του σεξ) και πώς αυτό το στυλ επηρεάζει τον σύντροφο και τη σχέση.
Υπάρχουν τρεις κύριοι τύποι σεξουαλικού στυλ:
- Σεξουαλική αρμονία: το άτομο ενσωματώνει τις επιθυμίες και τις ανάγκες του στις σεξουαλικές του εμπειρίες. Εισπράττει ικανοποίηση και ενθαρρύνει την εστίαση στις αισθήσεις, στο σώμα και στις σεξουαλικές ενδείξεις του συντρόφου.
- Σεξουαλική αναστολή: το άτομο παρουσιάζει δυσκολία στην διέγερση και αντιμετωπίζει το σεξ με κάποιους περιορισμούς και «πρέπει».
- Σεξουαλική εμμονή: το σεξ ελέγχει τη ζωή και βγάζει άλλες σημαντικές πτυχές εκτός ισορροπίας. Το άτομο επενδύει τον χρόνο και την ενέργειά του, αλλά και ένα μεγάλο μέρος των σκέψεών του εκεί.
Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι ανεξαρτήτως φύλου, όταν ένα άτομο είχε υγιή εικόνα σώματος, τότε ήταν πιο πιθανό να βιώνει σεξουαλική αρμονία, ενώ επίσης την ίδια αρμονία αισθανόταν και ο σύντροφός του. Οι άνδρες σημείωσαν μεγαλύτερη ικανοποίηση από τη σχέση, όταν η σύντροφός τους ανήκε στην κατηγορία της σεξουαλικής αρμονίας, κάτι που ήταν πιο πιθανό, όταν η σύντροφός είχε θετική εικόνα σώματος. Αντίθετα, η αρνητική εικόνα σώματος συνδέθηκε με σεξουαλική αναστολή και μειωμένη ικανοποίηση από τη σχέση.
Παρόμοια, όταν οι άνδρες είχαν υγιή εικόνα σώματος, η σύντροφός τους ήταν λιγότερο πιθανό να αναστέλλεται σεξουαλικά. Αυτό υποδηλώνει ότι όταν ο άνδρας αισθάνεται ανασφάλεια για το σώμα του, θα επηρεάζεται αρνητικά και η σύντροφος απολαμβάνοντας λιγότερο το σεξ.
Συμπερασματικά, η άνεση ενός ατόμου με το σώμα μπορεί να σχετίζεται με τη σεξουαλική και σχεσιακή ευημερία και για τους δύο συντρόφους. Ενώ, η αυξημένη αυτοπαρατήρηση, που μπορεί να είναι συνέπεια της δυσαρέσκειας για το σώμα, αποτελεί κεντρικό μηχανισμό για την κατανόηση της σχέσης μεταξύ του σώματος και της σεξουαλικής ικανοποίησης.
Το ζευγάρι που νιώθει άνετα με το σώμα του είναι πιο πιθανό να είναι ικανοποιημένο, τόσο σχεσιακά, όσο και σεξουαλικά, καθώς μπορεί να εστιάζει την προσοχή του στην εμπειρία, αφήνοντας τις αισθήσεις του να το οδηγούν στην ηδονή, με λίγα λόγια τόσο το μυαλό του, όσο και το σώμα του είναι εκεί!
Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.

Με θέλει ο σύντροφός μου; 3 σημεία που θα μου δώσουν την απάντηση
Συχνά, ακούμε προβληματισμένους ανθρώπους να απευθύνονται σε εμάς ψάχνοντας την απάντηση στο εάν τους επιθυμεί το ταίρι τους. Μία σχέση αποτελείται από άθροισμα συμπεριφορών, συναισθημάτων, ψυχικής σύνδεσης που αναπτύσσεται ανάμεσα στους δύο συντρόφους και πάνω απ’ όλα της επικοινωνίας. Τα μηνύματα που λαμβάνει ο ένας από τον άλλον είναι πολλά και αφορούν, τόσο την λεκτική, όσο και την μη λεκτική επικοινωνία, γνωστή ως «γλώσσα του σώματος».
Πόσο πιθανό είναι να μας δώσει την απάντηση, στο αν μας θέλει ο σύντροφό μας, ένας τρίτος άνθρωπος;
Υπάρχουν συμπεριφορές που μπορεί να γίνουν αντιληπτές από τρίτους και τελικά η γνώμη και η συμβουλή οικείων προσώπων είναι σημαντική για εμάς και πολλές φορές εξαιρετικά χρήσιμη. Στην πραγματικότητα, όμως, εάν θέλω να καταλάβω εάν με καλύπτει η σχέση μου ή η συναναστροφή μου με έναν άνθρωπο, οφείλω να κοιτάξω το τι αισθάνομαι εγώ ο ίδιος.
Τα 3 σημεία «κλειδιά» που δεν πρέπει να αγνοήσουμε:
1. Αν καλύπτονται οι ανάγκες μου: Δεν είναι λίγες οι φορές που ένα άτομο μένει παθητικά σε μία σχέση, εισπράττοντας συμπεριφορές, που όχι μόνο δεν καλύπτουν τις ανάγκες του, αλλά το ταλαιπωρούν ψυχικά. Εάν βρίσκομαι δίπλα σε κάποιον που δεν ενδιαφέρεται να μου καλύψει τις ανάγκες, όποιες κι αν είναι αυτές (συναισθηματικές, σεξουαλικές, συντροφικές), αυτό από μόνο του αποτελεί ένα μήνυμα και μία ορατή ένδειξη ότι πρέπει να ξανασκεφτώ τους λόγους που παραμένω σε μία τέτοια συνθήκη.
2. Αν υπάρχει αμοιβαίος σεβασμός: Η εκτίμηση που εισπράττω από τον σύντροφο, είναι ένα θετικό συναίσθημα ή/και πράξεις που εκδηλώνονται και δείχνουν τον σεβασμό μέσα στη σχέση. Εάν ο σύντροφος σας μιλάει απότομα ή/και υποτιμητικά, δεν σας ακούει, δεν ενδιαφέρεται για το πώς αισθάνεστε, είναι πολύ πιθανό να βρίσκεστε σε μία κακοποιητική συναισθηματικά σχέση. Η συναισθηματική κακοποίηση αποτελεί μία προσπάθεια του συντρόφου να ελέγξει τα συναισθήματα και τις πράξεις μας, υπονομεύοντας την αίσθηση του εαυτού μας και την αυτοπεποίθησή μας.
3. Αν παίρνουμε μαζί αποφάσεις: Μία σχέση προϋποθέτει συνεργασία και κοινή διαδρομή, στόχους και αμοιβαίες προσπάθειες που «τρέφουν» τον δεσμό και μας κάνουν ευτυχισμένους στο μαζί. Εάν υπάρχει ανισορροπία ως προς το ποιος παίρνει αποφάσεις (πχ. το μέρος που επιθυμούμε να πάμε βόλτα, διακοπές, να επιλέξουμε που θα μετακομίσουμε μαζί, να μοιράσουμε υποχρεώσεις) και παραμελείται ο ένας σύντροφος συστηματικά, αυτό αποτελεί σημάδι προβλήματος.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν σημεία «καμπανάκια» που πολύ έκδηλα μας ωθούν στο να σκεφτούμε ξανά την σχέση μας και τις επιλογές μας. Η απάντηση στο εάν μας θέλει ο σύντροφος πρέπει να στραφεί τον εαυτό μας και να γίνει «Πώς αισθάνομαι μέσα στη σχέση μου;», «Τι με κρατάει;», «Νιώθω ότι ο σύντροφός μου με θέλει δίπλα του και με εκτιμάει;».
Το να επιθυμώ έναν άνθρωπο στη ζωή μου σημαίνει πως τον ποθώ, τον σέβομαι και τον υπολογίζω.
Καταληκτικά, η ικανοποίηση που αντλούμε από μία σχέση προκύπτει από τη δική μας υποκειμενική αξιολόγηση, το βίωμα και τα συναισθήματά μας. Κανένας δεν μπορεί να μας δώσει μία απάντηση σε ένα ερώτημα που εμείς οι ίδιοι πολλές φορές εθελοτυφλώντας αγνοούμε και αναζητάμε αλλού. Να θυμάστε πως ο σεβασμός και η επικοινωνία αποτελούν τον πυλώνα μίας υγιούς συναναστροφής και σχέσης.
Σέβομαι τον εαυτό μου, ακούω τις ανάγκες μου και διεκδικώ την ευτυχία μου!
Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.

Διαταραχή Κοινωνικού Άγχους, Κατάθλιψη και μειωμένη ικανοποίηση στη σχέση
H Διαταραχή Κοινωνικού Άγχους (Κοινωνική φοβία) είναι μια ψυχική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από φόβο του ατόμου για κοινωνικές καταστάσεις και αλληλεπιδράσεις, όπου μπορεί να εκτεθεί σε πιθανό εξονυχιστικό έλεγχο από άλλους. Σύμφωνα με την βιβλιογραφία έχει φανεί ότι άτομα με κοινωνικό άγχος είναι λιγότερο πιθανό να βρίσκονται σε μια συντροφική-ερωτική σχέση, ενώ αυτές τους οι σχέσεις συχνά χαρακτηρίζονται από χαμηλά επίπεδα ικανοποίησης.
Ανάμεσα στους παράγοντες που έχουν προταθεί και εξηγούν γιατί τα άτομα αυτά βιώνουν χαμηλή ικανοποίηση στις σχέσεις τους είναι και η εκδήλωση Κατάθλιψης. Συχνά, υπάρχει συννοσηρότητα με Μείζονα Καταθλιπτική Διαταραχή, η οποία συνδέεται με δυσμενείς συνέπειες για τη συντροφική-ερωτική σχέση.
Πιο συγκεκριμένα, έρευνα σε 444 ενήλικες έδειξε ότι οι συμμετέχοντες με υψηλότερα επίπεδα κοινωνικού άγχους είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα να αναφέρουν ότι δεν είχαν συνάψει ποτέ σχέση με διάρκεια μεγαλύτερη των τριών μηνών.
Σε δεύτερο στάδιο της ίδιας έρευνας, οι μελετητές εστίασαν σε 188 συμμετέχοντες που είχαν αναφέρει ότι βρίσκονταν σε σχέση με διάρκεια πάνω από τρεις μήνες. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα τα επίπεδα ικανοποίησης στη σχέση συσχετίζονταν περισσότερο με την καταθλιπτική συμπτωματολογία παρά με το κοινωνικό άγχος των ατόμων. Επομένως, από τη στιγμή που τα κοινωνικά αγχώδη άτομα γνώριζαν έναν πιθανό σύντροφο και δημιουργούσαν ερωτική σχέση μαζί του, το κοινωνικό άγχος δεν φαινόταν να επηρεάζει το πόσο ικανοποιημένα ήταν με την σχέση. Οι δύο διαταραχές φαίνεται να μοιράζονται κοινά χαρακτηριστικά όσον αφορά τα δυσφορικά συναισθήματα που βιώνει το άτομο και τις γνωσιακές διαστρεβλώσεις που χαρακτηρίζουν τον τρόπο σκέψης του.
Επιπροσθέτως, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι συμμετέχοντες με υψηλότερα επίπεδα κοινωνικού άγχους χαρακτηρίζονταν από χαμηλά επίπεδα αυτοαποκάλυψης. Αυτό σημαίνει ότι ήταν λιγότερο πιθανό να μοιραστούν και να εκφράσουν στον σύντροφο τους τα συναισθήματα τους, προσωπικές πληροφορίες, επιθυμίες, καταστάσεις που μπορεί να τους δυσκόλευαν. Ωστόσο, τα χαμηλά επίπεδα αυτοαποκάλυψης δεν συσχετίζονταν με τα χαμηλά επίπεδα ικανοποίησης.
Τα παραπάνω ευρήματα υποδηλώνουν τη σημασία της αντιμετώπισης της καταθλιπτικής συμπτωματολογίας στη θεραπεία ατόμων με κοινωνικό άγχος που επιθυμούν να βελτιώσουν την ικανοποίηση στις συντροφικές- ερωτικές σχέσεις τους.
Διδυμοπούλου Αγγελική
Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια CBT
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.
Learn More
Μπορεί το σεξ στην μακροχρόνια σχέση να είναι παθιασμένο;
Υπάρχει η αντίληψη ότι το σεξ σε μία μακροχρόνια σχέση μπορεί να γίνει βαρετό, να παραμεληθεί, να μην είναι πια προτεραιότητα για το ζευγάρι, καθώς «έρχονται» στη ζωή μας κι άλλες υποχρεώσεις… Ο σύγχρονος τρόπος ζωής, οι ώρες εργασίας, η επικοινωνία που έγινε περισσότερο διαδικτυακή, παρά πρόσωπο με πρόσωπο, αποτελούν παράγοντες που μας κουράζουν και μας απομακρύνουν και τελικά, όταν μετά από μία δύσκολη μέρα επιστρέψουμε στο σπίτι, είμαστε διατεθειμένοι να αφιερώσουμε χρόνο και διάθεση στον σύντροφό μας, ειδικά όταν η σχέση μας «πάλιωσε» και δεν «πλημμυρίζουμε» πια από ενθουσιασμό;
Στο τέλος της ημέρας, ξαπλώνουμε κουρασμένοι και στην καλύτερη περίπτωση, προγραμματίζουμε ή έχουμε στο μυαλό μας μία μέρα, ένα εβδομαδιαίο «ραντεβού». Το σεξ φαντάζει μακρινό και χάνει τον αυθορμητισμό του. Είναι, όμως, αυτή η πραγματικότητα για το σεξ στην μακροχρόνια σχέση; Η αλήθεια είναι πως αποτελεί μία πραγματικότητα, όχι, όμως, πάντα. Υπάρχουν κάποια οφέλη που αναπτύσσονται με την πάροδο του χρόνου. Μία υγιής μακροχρόνια σχέση, συνεπάγεται συναισθήματα αγάπης, σύνδεσης, οικειότητας, στοιχεία που ενδυναμώνουν την σεξουαλική επαφή. Μέσα στον χρόνο, λοιπόν, και μέσα από την σεξουαλική δραστηριότητα με τον σύντροφο:
- Μαθαίνω το σώμα του συντρόφου μου: Πόσοι γνωρίζουν πραγματικά το σώμα του συντρόφου; Έχουν παρατηρήσει, χαιδέψει, εξερευνήσει, γνωρίσει και τελικά ανακαλύψει βήμα βήμα, μέσα από τις αισθήσεις, την αφή, την όραση, την γεύση, το σώμα του αγαπημένου τους; Είναι μία διαδικασία που θέλει χρόνο καθώς, μέσω της παρατήρησης, έχουμε την ευκαιρία να εξερευνήσουμε το σώμα του συντρόφου σε διάφορες καταστάσεις και συνθήκες. Αυτή η παρατηρητικότητα μας βοηθά να μάθουμε τις αντιδράσεις του, τα σημεία που τον ευχαριστούν και τις προτιμήσεις του.
- Αυξάνεται η οικειότητα και εξερευνώ τι μας αρέσει πραγματικά: Το σεξ και η οικειότητα είναι δύο έννοιες συμβατές που μπορούν να προχωρούν και να εξελίσσονται μαζί, βελτιώνοντας η μία την άλλη. Πώς γίνεται αυτό; Τον πρώτο καιρό που είμαστε μαζί ίσως υπάρχουν κάποιοι δισταγμοί, δεύτερες σκέψεις, πώς να φερθούμε, τι του αρέσει; Κάποιες φορές μάλιστα διστάζουμε να ρωτήσουμε τις σεξουαλικές προτιμήσεις. Η εξέλιξη της επικοινωνίας με την αύξηση της οικειότητας μας δίνει το θάρρος να έρθουμε πιο κοντά και η σεξουαλική δραστηριότητα απαιτεί επικοινωνία.
- Αποκαλύπτουμε φαντασιώσεις: Η μακροχρόνια σεξουαλική εμπειρία που αποκτώ με τον σύντροφό μου μπορεί να δημιουργήσει μια αίσθηση περιπέτειας και διασκέδασης. Με την εμπειρία και την οικειότητα που έχουμε αναπτύξει, μπορούμε να αποκαλύψουμε και να εξερευνήσουμε νέες φαντασιώσεις, παιχνίδια ρόλων και τεχνικές που δύναται να ενισχύσουν τη συναισθηματική και σεξουαλική απόλαυση.Με το πέρασμα του χρόνου οι σύντροφοι γνωρίζουν καλύτερα τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους, μπορούν να εξερευνήσουν νέες πτυχές της σεξουαλικότητάς τους και να ανακαλύψουν νέους τρόπους απόλαυσης.
Η αξιολόγηση των αναγκών, των προτιμήσεων και η προσαρμογή στις αλλαγές που εμφανίζονται με την πάροδο του χρόνου είναι σημαντικές για τη διατήρηση μιας ικανοποιητικής, ευεργετικής και γεμάτης πάθος σεξουαλικής σχέσης. Μία μακροχρόνια σχέση μπορεί να μας προσφέρει άφθονο και συναρπαστικό σεξ, αρκεί εμείς να το διεκδικούμε και να το εξελίσσουμε με τον άνθρωπο που έχουμε επιλέξει δίπλα μας.
Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.

Σχεσιακό άγχος: πώς να το αναγνωρίσετε;
Οι συντροφικές σχέσεις αποτελούν πηγή στήριξης σε περιόδους στρες. Για τα ζευγάρια που επικοινωνούν αποτελεσματικά, ένας σύντροφος μπορεί να είναι κύριος υποστηρικτής και στενός σύμμαχος. Ωστόσο, για ορισμένα άτομα, οι στενές σχέσεις μπορεί να γίνουν πηγή συνεχούς ανησυχίας, καθώς πρωταγωνιστεί ο φόβος της απόρριψης, παρ’ όλο που υπάρχει ένα σταθερό πλαίσιο αγάπης. Αυτό το άγχος μπορεί στη συνέχεια να οδηγήσει σε συμπεριφορές που υπονομεύουν τη σχέση με την πάροδο του χρόνου. Τα άτομα που βιώνουν αυτού του είδους το άγχος, που βασίζεται στη σχέση, μπορεί να υποφέρουν από πολλαπλές αποτυχημένες σχέσεις, ως αποτέλεσμα αυτού του επαναλαμβανόμενου μοτίβου. Ενώ επιθυμούν πολύ μια αίσθηση εγγύτητας και ασφάλειας, δεν μπορούν να επιτύχουν ένα ικανοποιητικό επίπεδο εμπιστοσύνης στις σχέσεις τους.
Το άγχος που βασίζεται στη σχέση (relationship-based anxiety) είναι όρος που περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα συμπεριφορών και διαδικασιών σκέψης. Πρόκειται για διάχυτο και διαρκή φόβο ότι η σχέση μας κινδυνεύει να τελειώσει ή ότι ο σύντροφος χάνει το ενδιαφέρον του για εμάς, παρά τα ελάχιστα ή μηδαμινά στοιχεία γι’ αυτή την πιθανότητα. Χαρακτηρίζεται από μια επίμονη αίσθηση αβεβαιότητας, αμφιβολίας και ανασφάλειας για τη σχέση, τον σύντροφο ή το μέλλον της σχέσης. Τα άτομα με σχεσιακό άγχος έχουν συχνά αρνητικές σκέψεις και φόβους που μπορεί να επηρεάσουν την ικανότητά τους να βιώνουν ικανοποίηση και να εμπιστεύονται.
Μερικά από τα «σημάδια» του άγχους της σχέσης στο άτομο:
Αίσθημα συνεχούς ανησυχίας: Φόβος εγκατάλειψης, προδοσίας ή διαρκής αμφισβήτηση των συναισθημάτων του συντρόφου.
Αμφιβολία για τον εαυτό: Ανασφάλεια για το αν αξίζει να αγαπηθεί, με παράλληλη ανάγκη να λαμβάνει συνεχώς επιβεβαίωση.
Υπερανάλυση και μηρυκασμός σκέψεων: «Καταιγίδα» αρνητικών σκέψεων που οδηγούν σε συναισθήματα δυσφορίας. Εξετάζει την σχέση για να βρει λάθη και πολύ γρήγορα οδηγείται σε αρνητικά συμπεράσματα.
Ζηλοτυπία: Εντονες αντιδράσεις σε μικρά περιστατικά που ερμηνέυει ως απόρριψη ή απειλή. Κτητικότητα και αμφισβήτηση προς τον σύντροφο, χωρίς να υπάρχουν ρεαλιστικοί λόγοι.
Το σχεσιακό άγχος μπορεί να προέρχεται από αρνητικές εμπειρίες προηγούμενων σχέσεων, στυλ προσκόλλησης (ανασφαλής δεσμός) και χαμηλή αυτοεκτίμηση, που οδηγούν σε δυσκολία στην δημιουργία και διατήρηση διαπροσωπικών σχέσων. Πρόκειται για μία δύσκολη κατάσταση, πρώτα για το ίδιο το άτομο και στη συνέχεια και για τον σύντροφο, που προσπαθεί να διαχειριστεί την κατάσταση. Η ψυχοθεραπεία μπορεί να συμβάλλει στην αναδόμηση των δυσπροσαρμοστικών σκέψεων και μοτίβων συμπεριφοράς, προκειμένου να βελτιωθεί η αυτοεκτίμηση του ατόμου και κατ’ επέκταση η επικοινωνία και η εμπιστοσύνη που θα χτίσει στην συντροφική του σχέση.
Πηγή: Paprocki, C. M., & Baucom, D. H. (2017). Worried about us: Evaluating an intervention for relationship‐based anxiety. Family process, 56(1), 45-58.
Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.

Το διπλό μήνυμα μέσα στη σχέση
Η διττή σημασία ενός μηνύματος δεν αποτελεί μόνο το διφορούμενο, που περιέχει δύο διαφορετικές ερμηνείες ή το χάσμα λεκτικής και μη λεκτικής επικοινωνίας. Τα λόγια δηλαδή, που χαρακτηρίζονται από μια αντίφαση ανάμεσασε αυτό που το άτομο εκφράζει και σε αυτό που πραγματικά νιώθει. Η αντίφαση αυτή συνήθως, οφείλεται στο αίσθημα φόβου του προσώπου που είναι ο πομπός του μηνύματος. Αυτό μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στην ουσιαστική επικοινωνία της σχέσης και αμφιβολίες ή ανησυχίες στον δέκτη του μηνύματος. Στην θετική υπόθεση της διπλής ερμηνείας, τα μηνύματα έχουν ένα κρυφό μήνυμα, που μόνο ο ερωτικός σου σύντροφος έχει τους «κωδικούς» για να το ανοίξει…
Το διπλό μήνυμα της σχέσης 2 εραστών, συνθέτει την ζωτικότητα και την γοητεία του πάθους και της έλξης, μέσα σε μια κατάσταση δέσμευσης. Πολλές φορές τα μηνύματα αυτά παίρνουν την μορφή ερωτικής εξομολόγησης. Ήχοι που μιλούν, λέξεις χωρίς σύνταξη και σωστή γραμματική. Τι ορθογραφία να βάλεις άλλωστε σε ένα εκστασιασμένο από ηδονή βλέμμα ή σε ένα απαλό ερωτικό άγγιγμα που αφήνει έντονα σημάδια ευτυχίας! Τα μηνύματα είτε λεκτικά είτε μη λεκτικά γ ια να ανοιχτούν χρειάζονται τον σωστό συνδυασμό της ερωτικής φαντασίας και της προσμονής για επαφή. Αυτά τα μηνύματα δεν περιέχουν στοιχεία στρατηγικής, μόνο στοιχεία αγνής επιθυμίας. Ένα παρατεταμένο άγγιγμα δηλώνει πιο πολλά από όσα άλλοι βλέπουν. Αφήνει πίσω μια υπόσχεση και ερωτική επιβράβευση για την επόμενη φορά. Σε αυτό το σημείο η φαντασία χρωματίζει όλες τις ανθρώπινες αισθήσεις, μέσα σε ένα ερωτικό παιχνίδι.
Προσπαθείς να ψελλίσεις κάτι αλλά δεν μπορείς και αφήνεις να εννοηθούν όλα εκείνα που σε έχουν κατακλύσει, να ειπωθούν με τα μάτια, «που επίμονα μιλούν». Ένα αντίο στον/στην αγαπημένη, αντιτίθεται στην άβολη στάση του σώματός σου, προδίδοντας όλα εκείνα τα ανείπωτα. Ένα μήνυμα για να έχει ερωτικό περιεχόμενο θα πρέπει να έχει διττή σημασία: μιας που φαίνεται και μιας που σε αφήνει να φαντάζεσαι. Εκεί στέκεται το παιχνίδι “των εραστών” : στο σημείο που η επικοινωνία είναι τόσο κατακλυσμική όσο και ο απόλυτος έρωτας που σε διαπερνά.
Παπαδόπουλος Περικλής
Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπευτής
Επιστημονικός Συνεργάτης Ι.Ψ.Σ.Υ
Learn More
Έχεις ψάξει το κινητό του συντρόφου σου;
Κάποιες φορές μπορεί να έρθει το τέλος μίας σχέσης, έπειτα από μία αποκάλυψη ή ανακάλυψη, ωστόσο, δεν είναι σπάνιο φαινόμενο τα σημάδια του τέλους να ήταν πιθανότατα εκεί και να μην τα βλέπαμε ή ακόμη και να τα ενισχύαμε με τη συμπεριφορά μας.
Η εμπιστοσύνη είναι απαραίτητη προϋπόθεση για κάθε υγιή και επιτυχημένη σχέση! Στον αντίποδα, η έλλειψη εμπιστοσύνης μπορεί να εμφανιστεί, όταν ένα άτομο γίνεται αναξιόπιστο, ανέντιμο ή κλειστό, οδηγώντας έτσι στην αδυναμία υποστήριξης ή διατήρησης δέσμευσης.
Η πρόοδος στην τεχνολογία και η αλλαγή στον τρόπο επικοινωνίας έχει επηρεάσει την μεταξύ μας αλληλεπίδραση. Η αυξανόμενη επιρροή της τεχνολογίας και η εμβέλειά της υποδηλώνει ότι η χρήση κινητών αποτελεί έναν πλέον κρίσιμο παράγοντα κάθε σχέσης. Από τη μία, χάρη στο κινητό μπορώ να μιλήσω με την/τον σύντροφό μου, όσα χιλιόμετρα κι αν μας χωρίζουν. Από την άλλη, τα κινητά μπορούν εύκολα να χρησιμοποιηθούν για την επικοινωνία με πιθανές «απειλές» για τις σχέσεις, εκτός από τη διατήρηση της αδιάκοπης επικοινωνίας. Η «κατασκοπεία» μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια σκόπιμη πράξη αναζήτησης-παρακολούθησης πληροφοριών (κλήσεις, συνομιλίες, εικόνες), χωρίς το άλλο άτομο να γνωρίζει. Έρευνες έχουν δείξει ότι 65% ψάχνει κρυφά το κινητό του συντρόφου. Πώς η κρυφή αυτή συνήθεια μπορεί να επηρεάζει τη σχέση;
Η έλλειψη εμπιστοσύνης μπορεί να ενισχύει συμπεριφορές «κατασκοπείας» και να αποτελέσει έναν ισχυρό δείκτη διάλυσης της σχέσης. Στην ουσία, τα άτομα που δεν έχουν εμπιστοσύνη στον σύντροφό τους μπορεί να «γέρνουν» τη σχέση προς μια προβληματική κατεύθυνση.
Τα αποτελέσματα έρευνας υποστήριξαν ότι η έλλειψη εμπιστοσύνης έχει μια σημαντική και άμεση σχέση με την κατασκοπεία του κινητού τηλεφώνου του συντρόφου, τη σύγκρουση, και την έλλειψη επικοινωνίας. Η έλλειψη εμπιστοσύνης προέβλεπε τις συγκρούσεις, υποδεικνύοντας ότι προέρχονται από την αδυναμία τους να εμπιστευτούν ο ένας τον άλλον. Η μελέτη αποκάλυψε ότι η έλλειψη εμπιστοσύνης σχετίζεται με την πρόθεση να χωρίσουμε. Ενώ, η αύξηση της «κατασκοπείας» του κινητού συσχετίστηκε με αυξημένη συναισθηματική αστάθεια. Συμπεριφορές που υποδηλώνουν απουσία εμπιστοσύνης, όπως το να ψάχνω κρυφά το κινητό του συντρόφου μου, αυξάνουν το επίπεδο άγχους, κατάθλιψης και συναισθηματικής αβεβαιότητας και επιφέρουν συγκρούσεις.
Αυτό το μοτίβο συμπεριφοράς και επικοινωνίας μας εγκλωβίζει σε έναν φαύλο κύκλο ανασφάλειας, δυσλειτουργίας και δυστυχίας, ενώ παράλληλα καταδικάζει τη σχέση μας. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε σταδιακή μείωση της οικειότητας και της αγάπης.
Η μυστικότητα είναι ένας βασικός προγνωστικός δείκτης σύγκρουσης. Για να ευδοκιμήσει οποιαδήποτε σχέση, οι σύντροφοι οφείλουν να επιδιώκουν τη βέλτιστη εμπιστοσύνη, επικοινωνία, συναισθηματική εγγύτητα και κατανόηση. Αυτά τα στοιχεία προστατεύουν από αδικαιολόγητες ή άσκοπες συχνές συγκρούσεις, οι οποίες μπορεί να οδηγήσουν σε πρόθεση διακοπής της σχέσης. Η έλλειψη εμπιστοσύνης μειώνει το επίπεδο δέσμευσης, οικειότητας και βιωσιμότητας της σχέσης. Υπό αυτό το πρίσμα, η έλλειψη εμπιστοσύνης μπορεί να έχει την ικανότητα να επιδεινώνει ορισμένα προβληματικά χαρακτηριστικά σε μια σχέση.
Η «κατασκοπεία» του κινητού έχει γίνει δυστυχώς ένα συχνό φαινόμενο…Αξίζει να το σκεφτούμε ξανά, πριν υποκύψουμε σε μια συμπεριφορά που σπέρνει την αβεβαιότητα και μας απομακρύνει.
Πηγή: Arikewuyo, A. O., Eluwole, K. K., & Özad, B. (2021). Influence of lack of trust on romantic relationship problems: The mediating role of partner cell phone snooping. Psychological Reports, 124(1), 348-365.
Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.

Οικειότητα και σεξ δύο έννοιες αντίθετες ή συμβατές;
Η συναισθηματική οικειότητα είναι η ικανότητα να είμαι ανοιχτός, αλλά και ευάλωτος μπροστά σε ένα άλλο άτομο. Όταν ένα άτομο αποκαλύπτει μία προσωπική και συναισθηματικά φορτισμένη σκέψη, ένα συναίσθημα ή ένα βίωμα που το αφήνει εκτεθειμένο και ευάλωτο, έχει την προσδοκία μίας υποστηρικτικής απάντησης, η ύπαρξη της οποία θα ενθαρρύνει την αυτο-αποκάλυψη και από τα δύο μέλη. Επιπλέον, μπορεί να εκφραστεί και με μη λεκτική επικοινωνία, μέσα από το βλέμμα, το άγγιγμα, τη σωματική επαφή. Με την οικειότητα φτάνουμε πιο κοντά στο να γνωρίσουμε αληθινά τον άλλο, δηλαδή να είμαστε ειλικρινείς, να αναπτύξουμε εμπιστοσύνη, να σεβόμαστε και να εκτιμάμε αμοιβαία, να είμαστε ανεξάρτητοι, αλλά και συνδεδεμένοι.
Η οικειότητα πρέπει να αποτελεί στοιχείο των υγιών συντροφικών σχέσεων και αναπτύσσεται σταδιακά, μέσα από τον χρόνο που μαθαίνουμε τον σύντροφό μας. Η οικειότητα είναι ένας σημαντικός προγνωστικός παράγοντας της μακροπρόθεσμης ικανοποίησης από τη σχέση.
Το ερώτημα είναι όσο περισσότερη οικειότητα, τόσο το καλύτερο; Ποια είναι τα οφέλη και ποια τα όρια που οφείλουμε να διατηρήσουμε, προκειμένου να μην χάσουμε τον ερωτισμό μας;
Η καλή σχέση μπορεί να απομυθοποιήσει τον ερωτισμό μας. Το ζευγάρι που έρχεται πολύ κοντά, μέσα από την καθημερινή επαναληψιμότητα, μπορεί να περιορίσει τις φαντασιώσεις του και να «διαλύσει» τον μύθο της εικόνας που είχε δημιουργήσει για το ταίρι του. Επιπλέον, η ύπαρξη ενός παιδιού μας μετατοπίζει από συντρόφους σε γονείς και τότε έχουμε την πιο δυνατή οικειότητα, ταυτόχρονα, όμως, και την πιο δύσκολη.
Η οικειότητα έρχεται αναπόφευκτα στη σχέση μας με την πάροδο του χρόνου. Υπάρχουν, όμως, κάποια όρια που πρέπει να προσέξουμε προκειμένου να μην ξεφύγουμε από την ερωτική μας σχέση και καταλήξουμε περισσότερο φίλοι, παρά εραστές. Η υπερβολική τριβή με τον άνθρωπό μας, μπορεί να μας οδηγήσει να είμαστε λιγότερο περιποιημένοι και προσεκτικοί μπροστά του, να μιλάμε πιο απερίσκεπτα, να θεωρήσουμε δεδομένη την ύπαρξή του στη ζωή μας και σιγά σιγά να συνειδητοποιήσουμε πως το πάθος έχει «πετάξει» μακριά. Η απάντηση είναι πως η οικειότητα είναι σημαντική, μας δένει και μας εξελίσσει στη σχέση, αρκεί να φροντίζουμε να μην χάσουμε τον ερωτισμό μας.
Τι συμβαίνει, όμως, στο σεξ; Έχει το σεξ μία θέση μέσα στην οικειότητα; Το σεξ αποτελεί μέρος της οικειότητας! Η οικειότητα εμπεριέχει την εμπιστοσύνη και την ασφάλεια που μας φέρνει πιο κοντά. Η σεξουαλική σύνδεση μπορεί να χρησιμεύει στην έκφραση, αλλά και την επέκταση της οικειότητας. Ωστόσο, η αλήθεια είναι πως η οικειότητα δεν είναι απαιτούμενο για ένα καλό σεξ, αλλά το σεξ με οικειότητα μπορεί να κάνει το ζευγάρι να αισθάνεται συνδεδεμένο συναισθηματικά, μέσα σε ένα απελευθερωμένο ερωτικό παιχνίδι. Το να μπορούμε να μιλάμε ανοιχτά για τις σεξουαλικές μας ανάγκες και προτιμήσεις είναι απαραίτητο για να απολαμβάνουμε μία σεξουαλική σχέση.
Η οικειότητα, λοιπόν, μας επιτρέπει να επικοινωνούμε στον σύντροφό μας «τα θέλω μας» και βελτιώνει σημαντικά τις πιθανότητες να ικανοποιηθούμε!
Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.