
Ελκυστικότητα και δέσμευση στη σχέση
Ένα σημαντικό στοιχείο που συμβάλλει στη διατήρηση μιας επιτυχημένης μακρόχρονης σχέσης δεν είναι άλλο από τη δέσμευση μεταξύ των συντρόφων. Έρευνες έχουν δείξει ότι τα ζευγάρια που αναφέρουν μεγαλύτερη σχεσιακή ικανοποίηση καθώς και τα άτομα που θεωρούν τους εναλλακτικούς πιθανούς συντρόφους ως μη ελκυστικούς δείχνουν μεγαλύτερη δέσμευση στις σχέσεις τους.
Ένας ακόμη παράγοντας που καθορίζει το βαθμό δέσμευσης στη σχέση είναι η εμφανισιακή ελκυστικότητα του συντρόφου. Σύμφωνα με έρευνες η δέσμευση που θα επιδείξει ένα άτομο στη σχέση του εξαρτάται τόσο από το κατά πόσο θεωρεί ελκυστικό τον σύντροφο του όσο και από το κατά πόσο ο ίδιος ο σύντροφος αυτοαξιολογείται ως προς την ελκυστικότητα του.
Πιο συγκεκριμένα, έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Personality and Individual Differences μελέτησε σε 565 ζευγάρια (Μ.Ο. διάρκεια σχέσης: 9 έτη) το βαθμό δέσμευσης και ελκυστικότητας τόσο των ίδιων όσο και των συντρόφων τους.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι όσο πιο ελκυστικό έβρισκαν οι συμμετέχοντες τον σύντροφο τους, τόσο περισσότερη δέσμευση επιδείκνυαν στη σχέση. Αυτό μπορεί να εξηγείται από το γεγονός ότι τα άτομα που είναι ελκυστικά ενίοτε διακρίνονται από καλή υγεία, μεγαλύτερη κοινωνική επιρροή και επιτυχία στην εργασία, χαρακτηριστικά που αυξάνουν την ελκυστικότητα τους και τον βαθμό δέσμευσης από την πλευρά των συντρόφων τους. Ωστόσο, ενώ ο βαθμός που θεωρούσαν τα άτομα ότι είναι τα ίδια ελκυστικά δεν έπαιζε καθοριστικό ρόλο στη δέσμευση τους στη σχέση, φάνηκε ότι όταν ο σύντροφος τους αξιολογούσε τον εαυτό του ως ελκυστικό, αυτό ήταν κάτι που τους αποθάρρυνε και μείωνε τη δέσμευση τους στη σχέση. Στα ζευγάρια δηλαδή, όπου ο ένας εκ των δύο συντρόφων αυτοαξιολογούνταν ως ελκυστικός, αυτό λειτουργούσε αρνητικά και αποτρεπτικά για τη δέσμευση του άλλου συντρόφου. Μια εξήγηση για αυτό μπορεί να είναι ότι εκείνοι που νιώθουν πιο ελκυστικοί συμπεριφέρονται διαφορετικά σε πιθανούς εναλλακτικούς συντρόφους, κάτι το οποίο αν γίνει αντιληπτό από τους τωρινούς τους συντρόφους μπορεί να οδηγήσει στη μείωση της δέσμευσης τους στη σχέση.
Επομένως, ενώ η ελκυστικότητα σε έναν σύντροφο αποτελεί ένα επιθυμητό χαρακτηριστικό, άλλες φορές μπορεί να ενισχύσει κι άλλες να αποδυναμώσει τον βαθμό δέσμευσης των συντρόφων στη σχέση.
Aγγελική Διδυμοπούλου
Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτης Ι.Ψ.Σ.Υ.
Πηγή: Gonzalez Avilés, T., Burriss, R. P., Weidmann, R., Bühler, J. L., Wünsche, J., & Grob, A. (2021). Committing to a romantic partner: Does attractiveness matter? A dyadic approach. Personality and Individual Differences, 176, 110765.
Learn More
Παράγοντες που συνδέονται με αυξημένες πιθανότητες εκδήλωσης απιστίας
Η απιστία αποτελεί ένα αρκετά συχνό πρόβλημα σε ένα ζευγάρι, με επώδυνες και επιζήμιες συνέπειες για τους συντρόφους και την πορεία και έκβαση της ερωτικής σχέσης. Θα ήταν, λοιπόν, ωφέλιμο αν μπορούσαν να καθοριστούν οι παράγοντες που θα έκαναν κάποιον πιο πιθανό να προβεί σε απιστία, καθώς τοιουτοτρόπως τα ζευγάρια θα μπορούσαν να εστιάσουν σε αυτούς και να την προλάβουν.
Σε έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό The Journal of Sex Research μελετήθηκε, σε δείγμα 891 συμμετεχόντων (62,5% γυναίκες, Μ.Ο. ηλικίας: 32 έτη) το αν η πιθανότητα να προβεί κάποιος σε σεξουαλική και διαδικτυακή απιστία (chat room sex, webcam sex) μπορεί να προβλεφθεί, λαμβάνοντας υπόψιν αρκετούς παράγοντες που αφορούν το άτομο, τον σύντροφο και τη σχέση. Η έρευνα δεν αφορούσε ούτε διερεύνησε τη συναισθηματική απιστία.
Οι παράγοντες που μελετήθηκαν σε σχέση με την πιθανότητα εκδήλωσης απιστίας περιλάμβαναν αρκετές δημογραφικές πληροφορίες (όπως ηλικία, φύλο, εθνικότητα, μορφωτικό επίπεδο), τη σεξουαλική επιθυμία (sexual desire-ατομική και στο πλαίσιο της σχέσης, προς τον σύντροφο), τη σεξουαλική ικανοποίηση (sexual satisfaction), τη σχεσιακή ικανοποίηση (relationship satisfaction), τις στάσεις απέναντι στη σεξουαλικότητα και το σεξ, την εμπλοκή σε διάφορες σεξουαλικές συμπεριφορές και το ύφος σύναψης δεσμού (attachment style).
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το 32.0% των συμμετεχόντων (43.4% άνδρες, 25.7% γυναίκες) είχε προβεί σε σεξουαλική απιστία, ενώ το 26.6% των συμμετεχόντων (41.6% άνδρες, 18.5% γυναίκες) σε διαδικτυακή απιστία.
Οι συμμετέχοντες που ανέφεραν χαμηλότερη σχεσιακή ικανοποίηση είχαν περισσότερες πιθανότητες να προβούν σε σεξουαλική και διαδικτυακή απιστία. Αυξημένη πιθανότητα σεξουαλικής απιστίας συσχετίστηκε με αυξημένη ατομική σεξουαλική επιθυμία (solitary sexual desire), μεγαλύτερης διάρκειας σχέσεις και πιο απελευθερωμένες στάσεις και πεποιθήσεις γύρω από τη σεξουαλικότητα. Αντιθέτως, οι συμμετέχοντες που ανέφεραν μεγαλύτερη σεξουαλική ικανοποίηση και περισσότερη εστίαση στη ρομαντική αγάπη είχαν λιγότερες πιθανότητες να προβούν τόσο σε σεξουαλική όσο και διαδικτυακή απιστία.
Συμπερασματικά, οι πιο συχνοί και σταθεροί προβλεπτικοί παράγοντες για την απιστία ήταν σχεσιακοί παράγοντες και η σεξουαλική επιθυμία. Εν αντιθέσει με τα στερεότυπα που θέλουν τον άνδρα να επιδίδεται πιο συχνά σε απιστία από την γυναίκα, στη συγκεκριμένη έρευνα το φύλο δεν αποτελούσε προβλεπτικό παράγοντα.
Η απιστία αποδόθηκε περισσότερο σε ένα σύνολο παραγόντων, η διερεύνηση των οποίων στο πλαίσιο της ερωτικής σχέσης θα μπορούσε να βοηθήσει το ζευγάρι να μειώσει την πιθανότητα εκδήλωσης της. Κρίνεται σημαντικό οι σύντροφοι να επικοινωνούν τους προβληματισμούς, τις σεξουαλικές επιθυμίες και ανάγκες τους, καθώς και να αναζητούν τη βοήθεια επαγγελματιών ψυχικής και σεξουαλικής υγείας στις περιπτώσεις που δυσκολεύονται.
Αγγελική Διδυμοπούλου
Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτης Ι.Ψ.Σ.Υ.
Πηγή: Vowels, L. M., Vowels, M. J., & Mark, K. P. (2021). Is infidelity predictable? Using explainable machine learning to identify the most important predictors of infidelity. The Journal of Sex Research, doi: 10.1080/00224499.2021.1967846
Learn More
Δεσμοί προσκόλλησης και στρατηγικές διατήρησης της σχέσης
Η θεωρία της προσκόλλησης (Αttachment theory) αναφέρεται στον τρόπο που οι άνθρωποι αναπτύσσουν δεσμούς μεταξύ τους και διατηρούν τις σχέσεις τους. Οι άνθρωποι μπορεί να είναι ασφαλείς ή ανασφαλείς στους δεσμούς τους, ενώ οι ανασφαλείς χαρακτηρίζονται ως αγχώδεις, που διακρίνονται από τον φόβο απόρριψης και εγκατάλειψης που βιώνουν, ή αποφευκτικοί, που έχουν την τάση να μην εμπιστεύονται και να αποφεύγουν την εγγύτητα με τους άλλους.
Τα στυλ δεσμού που αναπτύσσουν τα άτομα μεταξύ τους επηρεάζουν τις σχέσεις τους σε διάφορα επίπεδα όπως στο ότι καθορίζουν τις στρατηγικές διατήρησης της σχέσης (mate-retention strategies), δηλαδή τις συμπεριφορές που χρησιμοποιούν προκειμένου να «κρατήσουν» τον σύντροφο τους και να διατηρήσουν τη σχέση τους. Άτομα με αγχώδεις δεσμούς προσκόλλησης είναι πιο πιθανό να καταφύγουν στη συναισθηματική χειραγώγηση και άλλες επιζήμιες συμπεριφορές, με σκοπό το να αποτρέψουν τον σύντροφο από το να «φύγει» από τη σχέση, γεγονός που, όμως, συνδέεται με μειωμένη σχεσιακή ικανοποίηση.
Χαρακτηριστική είναι έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Evolutionary Behavioral Sciences και μελέτησε σε δείγμα 420 ατόμων με μακροχρόνιες σχέσεις τα μέσα που μετέρχονταν προκειμένου να τις διατηρήσουν, καθώς και το επίπεδο της σχεσιακής ικανοποίησης και τα στυλ δεσμού τους.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα άτομα που είχαν αγχώδεις δεσμούς προσκόλλησης είχαν την τάση να καταφεύγουν τόσο σε επιζήμιες στρατηγικές διατήρησης του συντρόφου, όπως έλεγχος των αλληλεπιδράσεων του στο κινητό ή προσπάθεια να κάνουν τον σύντροφο να ζηλέψει πχ μιλώντας σε έναν άγνωστο σε ένα πάρτυ, όσο και ωφέλιμες στρατηγικές διατήρησης του συντρόφου, όπως φιλοφρόνηση στον σύντροφο για την εμφάνιση του ή εκδήλωση τρυφερότητας απέναντι του. Αντιθέτως, τα άτομα με αποφευκτικούς δεσμούς προσκόλλησης παρατηρήθηκε ότι κατέφευγαν μόνο στις επιζήμιες στρατηγικές διατήρησης της σχέσης.
Επιπροσθέτως, τα άτομα με αγχώδεις και εκείνα με αποφευκτικούς δεσμούς ανέφεραν μειωμένη σχεσιακή ικανοποίηση, η οποία συνδεόταν περισσότερο με τις επιζήμιες παρά με τις ωφέλιμες στρατηγικές διατήρησης της σχέσης.
Τα στυλ δεσμού επηρεάζουν τον τρόπο που οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται και αξιολογούν την ποιότητα της σχέσης τους, το οποίο κατ’ επέκταση καθορίζει και τις συμπεριφορές που επιδεικνύουν. Ο βαθμός της σχεσιακής ικανοποίησης συγκαταλέγεται στους παράγοντες που μπορούν να μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε την παραπάνω συσχέτιση, μαζί με άλλους όπως η ζήλεια, η προσλαμβανόμενη απειλή για απιστία, η εγγύτητα/οικειότητα στη σχέση.
Αγγελική Διδυμοπούλου
Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτης Ι.Ψ.Σ.Υ.
Πηγή: Nascimento, B. S., Little, A. C., Monteiro, R. P., Hanel, P. H. P., & Vione, K. C. (2021). Attachment styles and mate-retention: Exploring the mediating role of relationship satisfaction. Evolutionary Behavioral Sciences. Advance online publication.
Learn More
Θέμα συχνότητας ή επικοινωνίας στο σεξ η ικανοποίηση στα ζευγάρια;
Η υποκειμενική εκτίμηση των συντρόφων για την γενικότερη ποιότητα της σχέσης αλλά και για την ικανοποίηση που αντλούν από τη σεξουαλική επαφή είναι δύοπολύ σημαντικά στοιχεία στη ζωή ενός ζευγαριού, που καθορίζονται από διάφορους παράγοντες. Δύο παράμετροι που έχουν ερευνηθεί, ξεχωριστά η κάθε μία, ως προς τη σχέση τους με τη σεξουαλική και τη σχεσιακή ικανοποίηση του ζευγαριού είναι η συχνότητα των σεξουαλικών επαφών και η σεξουαλική επικοινωνία.
Αναφορικά με τη συχνότητα στο σεξ είναι γεγονός ότι σε ζευγάρια που διατηρούν μακροχρόνια σχέση ή και γάμο υπάρχει η τάση η συχνότητα των σεξουαλικών επαφών μετά τα πρώτα χρόνια της σχέσης να ακολουθεί μια πτωτική πορεία. Ως απόρροια καθοδική τάση σημειώνουν και τα επίπεδα σεξουαλικής ικανοποίησης, καθώς όσο μειώνεται η συχνότητα του σεξ τόσο μειώνεται και η ικανοποίηση που αντλούν τα ζευγάρια από το σεξ. Ωστόσο, όσον αφορά τη σύνδεση με τη σχεσιακή (συζυγική) ικανοποίηση, η συχνότητα των σεξουαλικών επαφών δε φαίνεται να παίζει τόσο καθοριστικό ρόλο όσο το να υπάρχει ένα «ζεστό» διαπροσωπικό κλίμα και μια συνολικά ικανοποιητική σεξουαλική ζωή.
Και ενώ η συχνότητα στο σεξ αποτελεί έναν ποσοτικό δείκτη των σεξουαλικών επαφών του ζευγαριού, η σεξουαλική επικοινωνία σχετίζεται με μια ποιοτική διάσταση της σεξουαλικότητας. Η ικανοποίηση που εισπράττει το ζευγάρι φαίνεται να είναι μεγαλύτερη όσο περισσότερες είναι οι σεξουαλικές πρωτοβουλίες που παίρνουν και οι δύο σύντροφοι και όσο λιγότερες είναι οι αρνητικές, απορριπτικές απαντήσεις σε αυτές τις πρωτοβουλίες. Απαραίτητη προϋπόθεση, όμως, για να επιτευχθούν τα παραπάνω είναι να υπάρχει σεξουαλική επικοινωνία, προκειμένου να μην τροφοδοτείται η ασυμφωνία στο ζευγάρι. Το να αισθάνεται, δηλαδή, άνετα να επικοινωνήσει για σεξουαλικά θέματα μέσα στη σχέση, να εκφράσει τις σεξουαλικές επιθυμίες, ανάγκες ή και ανησυχίες του διαμορφώνει μια ισορροπία ανάμεσα στα σεξουαλικά οφέλη και κόστη του ζευγαριού και ενισχύει τα αισθήματα εγγύτητας και δεσίματος, και κατ’ επέκταση και τη σεξουαλική και σχεσιακή ικανοποίηση.
Πιο συγκεκριμένα, σε έρευνα που δημοσιεύτηκε το 2020 στο περιοδικό The Journal of Sexual Medicine 126 νεαρά ετεροφυλόφιλα ζευγάρια (Μ.Ο. ηλικίας: 23 έτη) κλήθηκαν να συμπληρώσουν ερωτηματολόγια σχετικά με τη συχνότητα των σεξουαλικών επαφών, τη σεξουαλική επικοινωνία, και τη σεξουαλική και σχεσιακή ικανοποίηση. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τόσο η συχνότητα στο σεξ όσο και η σεξουαλική επικοινωνία αποτελούσαν προβλεπτικό παράγοντα για τη σεξουαλική ικανοποίηση (sexual satisfaction) των ζευγαριών, ενώ για τη σχεσιακή ικανοποίηση (relationship satisfaction) προβλεπτικό παράγοντα αποτελούσε μόνο η σεξουαλική επικοινωνία.
Αυτό σημαίνει ότι η ικανοποίηση των συντρόφων από το σεξ σχετίζεται τόσο με την ποσότητα όσο και με την ποιότητα των σεξουαλικών επαφών. Ωστόσο, η γενικότερη ικανοποίηση που οι σύντροφοιαντλούν από τη σχέση δεν επηρεάζεται τόσο από τη συχνότητα των σεξουαλικών επαφών όσο από την ποιότητα της επικοινωνίας μεταξύ των συντρόφων για σεξουαλικά θέματα και την ύπαρξη ενός θετικού διαπροσωπικού κλίματος ανάμεσα στο ζευγάρι.
Αγγελική Διδυμοπούλου
Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτης Ι.Ψ.Σ.Υ.
Πηγή: Roels, R., Janssen, E. (2020). Sexual and Relationship Satisfaction in Young, Heterosexual Couples: The Role of Sexual Frequency and Sexual Communication. The Journal of Sexual Medicine, 17, 9, 1643-1652
Learn More