
Ψυχικές και σεξουαλικές επιπτώσεις στη γυναίκα με Σακχαρώδη Διαβήτη
Ο σακχαρώδης διαβήτης (ΣΔ) αποτελεί ένα μεταβολικό νόσημα, το οποίο ακολουθεί χρόνια πορεία, και σχετίζεται με την αύξηση του σακχάρου (γλυκόζης) στο αίμα, κυρίως λόγω ανεπάρκειας μιας ορμόνης του παγκρέατος, της ινσουλίνης, γεγονός που επηρεάζει τα αγγεία του ανθρώπινου σώματος. Αποτελεί μια από τις παθήσεις του μεταβολικού συνδρόμου, μαζί με την παχυσαρκία, την αρτηριακή υπέρταση και τη δυσλιπιδαιμία.
Χαρακτηριστικές είναι οι επιπτώσεις του Σακχαρώδους Διαβήτη στη γυναικεία σεξουαλική λειτουργικότητα. H συχνότητα εμφάνισης σεξουαλικών δυσλειτουργιών εκτιμάται ότι αγγίζει το 20-80% των γυναικών με Σακχαρώδη Διαβήτη. Η σεξουαλική λειτουργικότητα της γυναίκας σχετίζεται με τη φυσιολογική λειτουργικότητα συμπεριλαμβανομένης της κολπικής αιμοδυναμικής και εφύγρανσης, της κλειτοριδικής αιμοδυναμικής, της μυϊκής δραστηριότητας της περιοχής του πυελικού εδάφους και των γεννητικών οργάνων, και της νευρογενούς βλάβης των πυελικών οργάνων. Η σεξουαλική δυσλειτουργία στις γυναίκες με Σακχαρώδη Διαβήτη είναι απόρροια των επιβλαβών συνεπειών της υπεργλυκαιμίας, των λοιμώξεων και των νευρολογικών, αγγειακών και ψυχολογικών διαταραχών στις προαναφερθείσες φυσιολογικές λειτουργίες.
Ενίοτε, η σεξουαλική δυσλειτουργία αποτελεί πρώιμο σύμπτωμα του Σακχαρώδους Διαβήτη. Πιο συγκεκριμένα, έχει βρεθεί συσχέτιση της νόσου με διαταραχές της επιθυμίας, της διέγερσης, του οργασμού, της διείσδυσης και γεννητικό πυελικό πόνο. Γυναίκες με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2 αναφέρουν μειωμένη σεξουαλική επιθυμία, κολπική εφύγρανση, συχνότητα οργασμού και δυσπαρεύνια (πόνο κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής). Οι ορμονικές αλλαγές και ο μεγαλύτερος κίνδυνος λοιμώξεων του ουροποιητικού συστήματος συσχετίζεται με σεξουαλικές δυσλειτουργίες στη γυναίκα. Η νευροτοξική επίδραση της υπεργλυκαιμίας προκαλεί αφυδάτωση των βλεννογόνων στον κόλπο με αποτέλεσμα την ξηρότητα του και τον αυξημένο πόνο (δυσπαρεύνια).
Ωστόσο, ο Σακχαρώδης Διαβήτης δεν επηρεάζει τη γυναικεία σεξουαλικότητα μόνο μέσω οργανικών/φυσιολογικών παραγόντων (νευροπάθεια, κολπική ξηρότητα) αλλά και μέσω ψυχολογικών (κατάθλιψη, άγχος). Έχει παρατηρηθεί ότι γυναίκες με Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες εμφάνισης καταθλιπτικής συμπτωματολογίας σε σχέση με γυναίκες που δεν πάσχουν από Σακχαρώδη Διαβήτη, γεγονός που δρα ως επιβαρυντικός παράγοντας στη σεξουαλική λειτουργικότητα.
Πιο αναλυτικά, φαίνεται να διαμορφώνουν δυσλειτουργικές πεποιθήσεις αναφορικά με την νέα αυτοεικόνα τους σε σύγκριση με την παρελθοντική, προ ασθενείας. Παρατηρείται υπερβολική ενασχόληση με την ασθένεια, η οποία θεωρούν πως καθορίζει πλέον κάθε τομέα της ζωής τους. Οι γυναίκες με Σακχαρώδη Διαβήτη εστιάζουν στην απώλεια της σωματικής τους υγείας, υιοθετούν μια αρνητική εικόνα για το σώμα τους, το οποίο δεν αποδέχονται, ενώ μπορεί να θεωρούν ότι δεν είναι πλέον θελκτικές, ελκυστικές για τον σύντροφο τους. Ως απόρροια τα αισθήματα αβεβαιότητας, το άγχος και η μελαγχολία διογκώνονται, γεγονός που επιδρά αρνητικά στη σεξουαλική αυτοεκτίμηση τους. Οι γυναίκες αυτές δεν αισθάνονται άνετα να εκφράσουν τη σεξουαλικότητα τους και να διεκδικήσουν έναν ενεργό σεξουαλικό ρόλο, αλλά ούτε και να μοιραστούν τις επιθυμίες ή τους προβληματισμούς τους μέσα στη σχέση τους. Σαν αποτέλεσμα, τόσο οι ίδιες όσο και οι σύντροφοι τους δηλώνουν μειωμένη ικανοποίηση από τη σχέση αλλά και ικανοποίηση ζωής.
Τα προσωπικά ταμπού αναφορικά με το σεξ καθώς και αισθήματα ντροπής ενδέχεται να παρεμποδίζουν τις γυναίκες από το να αποκαλύψουν στον θεράποντα ιατρό τους τα σεξουαλικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Ωστόσο, η σεξουαλική λειτουργικότητα αποτελεί μια παράμετρο, η οποία θα πρέπει να αξιολογείται στην κλινική πράξη, ενώ σε περίπτωση ανάγκης αντιμετώπισης μιας σεξουαλικής δυσλειτουργίας είναι χρήσιμο να ακολουθείται μια διεπιστημονική θεραπευτική προσέγγιση. Κρίνεται σημαντικό οι γυναίκες να τολμούν να μιλήσουν καθώς και να αναζητούν την βοήθεια ειδικών σεξουαλικής υγείας.
Αγγελική Διδυμοπούλου
Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια CBT
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.
Learn More
Μπορεί το σεξουαλικό μου πρόβλημα να «μεταδοθεί» στον σύντροφό μου;
Ένα σεξουαλικό πρόβλημα είναι ικανό να επηρεάσει τους συντρόφους της σχέσης, μιας και η σεξουαλική ζωή αφορά και τους δυο μας.
Μία πρόσφατη μετά-ανάλυση 26 ερευνών, που δημοσιεύτηκε στο Journal of sexual medicine και στις οποίες συμμετείχαν ζευγάρια που αντιμετώπιζαν δυσκολίες στη σεξουαλική τους ζωή, ανέδειξε μια σταθερή συσχέτιση μεταξύ της γυναικείας σεξουαλικής δυσλειτουργίας (χαμηλή επιθυμία, προβλήματα με τη διέγερση, τη λίπανση, την ευχαρίστηση και τον οργασμό) και της σεξουαλικής δυσλειτουργίας των ανδρών. Οι άνδρες, που η σύντροφός τους αντιμετώπιζε κάποια σεξουαλική δυσλειτουργία, είχαν τέσσερις φορές περισσότερο κίνδυνο στυτικής δυσλειτουργίας και διπλάσιο από τον μέσο κίνδυνο πρόωρης εκσπερμάτισης.
Τι είναι αυτό που θα μπορούσε να συνδέει τις σεξουαλικές δυσλειτουργίες των γυναικών και των ανδρών; Μια εξήγηση που μπορούμε να δώσουμε είναι το στρες. Γιατί;
Το άγχος πυροδοτεί την απελευθέρωση της ορμόνης κορτιζόλης. Όταν η κορτιζόλη «πλημμυρίζει» την κυκλοφορία του αίματος, κατευθύνει επιπλέον αίμα στα άκρα μας για αυτοάμυνα ή διαφυγή (το αντανακλαστικό πάλης ή φυγής). Σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, η αντίδραση μάχης ή φυγής μπορεί να είναι σωτήρια, ωστόσο, όταν το άγχος γίνεται χρόνιο σε καταστάσεις μη επείγουσες, η κορτιζόλη γίνεται σεξουαλικό «εμπόδιο». Με άλλα λόγια, μειώνει την ποσότητα του αίματος που ρέει στα γεννητικά όργανα. Ως αποτέλεσμα, δύναται να βλάψει τη στύση, τη λίπανση του κόλπου και την ευαισθησία της κλειτορίδας, η οποία με τη σειρά της μειώνει τη σεξουαλική ευχαρίστηση και δυσκολεύει τον οργασμό.
Αυτή είναι μία εξήγηση για το πως μπορεί το σεξουαλικό πρόβλημα του συντρόφου μας, να μας «εγκλωβίσει», αλλά και πως οι ίδιοι μπορεί να μπλοκάρουμε τον ίδιο μας τον εαυτό, λόγω άγχους.
Τα σεξουαλικά προβλήματα που σχετίζονται με το στρες δημιουργούν συχνά έναν φαύλο κύκλο: Το στρες προκαλεί δυσλειτουργίες, οι οποίες ενισχύουν το στρες, επιδεινώνοντας έτσι το ήδη υπάρχον πρόβλημα.
Ωστόσο, υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούμε να κάνουμε για να υποστηρίξουμε τον σύντροφό μας:
- Δείχνουμε κατανόηση και δεν είμαστε επικριτικοί: Είναι σημαντικό να προσεγγίζουμε το θέμα με ενσυναίσθηση και κατανόηση. Αποφεύγουμε σχόλια που μπορεί να δημιουργήσουν ενοχή ή ντροπή στον σύντροφό μας.
- Ενθαρρύνουμε τον σύντροφό μας να αναζητήσει βοήθεια: Η σεξουαλική δυσλειτουργία μπορεί να αντιμετωπιστεί με επιτυχία με τη βοήθεια ενός θεραπευτή.
- Επικοινωνούμε ανοιχτά και ειλικρινά: Εκφράζουμε ότι είμαστε εκεί για να υποστηρίξουμε τον σύντροφό μας και να συνεργαστούμε προκειμένου να βρούμε λύση.
- Εξερευνούμε εναλλακτικές μορφές οικειότητας: Μπορεί η σεξουαλική δραστηριότητα να είναι δύσκολη ή άβολη για τον σύντροφό μας. Αυτό δεν μας εμποδίζει από το να εξερευνήσουμε εναλλακτικές μορφές οικειότητας, όπως η αγκαλιά, τα φιλιά ή ένα αισθησιακό μασάζ.
Καταλήγοντας, η σεξουαλική δυσλειτουργία μπορεί να επηρεάσει τον σύντροφο και να του «μεταδόσει» αρνητικά συναισθήματα, στρες και δυσλειτουργία. Η έννοια της «μετάδοσης» έχει ψυχολογικό υπόβαθρο, καθώς ψυχική και σεξουαλική υγεία είναι άρρηκτα συνδεδεμένες. Οφείλουμε να στηρίζουμε τον σύντροφό μας και τη σχέση μας σε αυτή τη δοκιμασία και να θυμόμαστε πως η σεξουαλική δυσλειτουργία είναι ένα κοινό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν πολλοί άνθρωποι και με τη σωστή υποστήριξη και θεραπεία, μπορεί να επιλυθεί με επιτυχία!
Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.

Μειωμένη σεξουαλική επιθυμία στη γυναίκα: πού οφείλεται;
Η μειωμένη σεξουαλική επιθυμία είναι ένα από τα πιο συχνά προβλήματα που απασχολούν τη γυναίκα, χωρίς, ωστόσο, να συνεπάγεται απαραίτητα και την μείωση των σεξουαλικών επαφών. Αν υπάρξει σεξουαλική προσέγγιση, μπορεί να ανταποκριθεί και να απολαύσει τη σεξουαλική πράξη. Συνήθως όμως στη γυναίκα που παρουσιάζεται αυτό το πρόβλημα παρατηρείται και μείωση των σεξουαλικών της επαφών, καθώς αποφεύγει την σεξουαλική εμπλοκή. Όταν λοιπόν μια γυναίκα εμφανίζει υποτονική σεξουαλική διάθεση, αποφεύγει τη σεξουαλική επαφή και έχει μειωμένες ή καθόλου σεξουαλικές φαντασιώσεις για μεγάλο χρονικό διάστημα, τότε γίνεται λόγος για μια σεξουαλική δυσλειτουργία.
Η σεξουαλική επιθυμία επηρεάζεται τόσο από βιολογικούς όσο και από ψυχολογικούς παράγοντες. Οι βιολογικοί παράγοντες σχετίζονται με τα επίπεδα των ορμονών, οιστρογόνων ή ανδρογόνων, η μείωση των οποίων προκαλεί και πτώση στη σεξουαλική διάθεση της γυναίκας. Αυτές οι αλλαγές συμβαίνουν κυρίως στην περίοδο της εμμηνόπαυσης, ενώ η σεξουαλική επιθυμία επανέρχεται με τον καιρό σε ικανοποιητικά επίπεδα. Άλλοι βιολογικοί παράγοντες αφορούν τη σωματική υγεία της γυναίκας που μπορεί να αντιμετωπίζει παθήσεις του θυρεοειδούς αδένα ή παρενέργειες από κάποια φαρμακευτική αγωγή.
Οι ψυχολογικοί παράγοντες που συμβάλλουν στην μείωση της σεξουαλικής διάθεσης της γυναίκας ποικίλλουν.
- Η επίδραση των αντιλήψεων και των προτύπων που υιοθετεί από τα ΜΜΕ, το διαδίκτυο και το περιβάλλον της είναι καθοριστικής σημασίας για το πώς νιώθει με τον εαυτό της, κατά πόσο διεκδικεί και εκφράζει την σεξουαλικότητα της. Η γυναίκα βομβαρδίζεται από πληροφορίες σχετικά με το ποιοι είναι οι κατάλληλοι τρόποι συμπεριφοράς για να θεωρείται ελκυστική, ποιες είναι οι σωστές αναλογίες σώματος, δημιουργώντας «πρέπει», που την εγκλωβίζουν και την μπλοκάρουν σεξουαλικά. Η εικόνα σώματος, το πώς νιώθει, τι σκέφτεται και πώς εκφράζεται μέσα από το σώμα της, παίζουν πολύ μεγάλο ρόλο στο πόσο έντονη σεξουαλική επιθυμία θα έχει και στην έκφραση της σεξουαλικότητας της.
- Καθοριστική είναι και η ποιότητα της σχέσης, αν υπάρχει επικοινωνία, τσακωμοί, συγκρούσεις, το πώς αισθάνεται η γυναίκα για τον σύντροφο της, καθώς και η στάση του συντρόφου απέναντι της. Η διεκδίκηση και η συναισθηματική εμπλοκή του συντρόφου, μπορεί να πυροδοτήσουν τη σεξουαλική διάθεση της γυναίκας.
- Ενίοτε η μειωμένη σεξουαλική επιθυμία μπορεί να συνυπάρχει με κάποιο ψυχολογικό πρόβλημα, όπως κατάθλιψη ή αγχώδεις διαταραχές. Σε αυτές τις περιπτώσεις κρίνεται σκόπιμο να αντιμετωπίζεται και το ψυχολογικό πρόβλημα, έτσι ώστε να βελτιωθεί και το σεξουαλικό.
- Επιπλέον, η ύπαρξη κάποιας σεξουαλικής δυσλειτουργίας τόσο στην ίδια, όπως δυσκολία στον οργασμό ή πόνο κατά την σεξουαλική επαφή, όσο και στον σύντροφο της, ενδέχεται να λειτουργήσουν κατασταλτικά για τη σεξουαλική της διάθεση.
- Τέλος, σημαντικό ρόλο παίζουν και η αυστηρή ανατροφή και ηθικές αξίες που μετέδωσε το οικογενειακό της περιβάλλον σε νεαρή ηλικία, δημιουργώντας της την εντύπωση ότι το σεξ είναι κάτι κακό ή και ανήθικο.
Η μειωμένη σεξουαλική επιθυμία μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ψυχολογία τόσο της ίδιας της γυναίκας, η οποία αγχώνεται για τον σύντροφο και τη σχέση της και πιέζεται, όσο του συντρόφου της, ο οποίος μπορεί να αισθάνεται απόρριψη, θυμό, να νιώθει μη επιθυμητός ή να θεωρεί ότι ο ίδιος ευθύνεται. Η επικοινωνία στο ζευγάρι και η αναζήτηση της θεραπευτικής προσέγγισης μέσα από έναν ειδικό αποτελούν τα κλειδιά στην αποτελεσματική αντιμετώπιση της μειωμένης σεξουαλικής επιθυμίας.
Learn More
Προβληματική χρήση social media και σεξουαλική δυσλειτουργία
Τα τελευταία χρόνια το διαδίκτυο έχει κυριαρχήσει στη ζωή μας, καθώς χρησιμοποιούμε τα social media κατά κόρον για να επικοινωνούμε αλλά και για να ενημερωνόμαστε. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα η χρήση του Facebook το 2021 αυξήθηκε κατά 24% στην ηλικιακή ομάδα 25-34 ενώ αντίστοιχα η χρήση του Instagram κατά 27%. Έχει δημιουργηθεί λοιπόν το ερώτημα αν η συνεχής χρήση των social media μπορεί να επηρεάζει τη σεξουαλική λειτουργία. Έχει φανεί πως η εκτεταμένη παρακολούθηση πορνογραφικού υλικού, σχετίζεται έμμεσα με τη σεξουαλική δυσλειτουργία αλλά τι συμβαίνει με τα social media και το διαδίκτυο εν γένει, μπορεί η αλόγιστη χρήση τους να επηρεάζει αρνητικά τη σεξουαλική έκφραση;
Η προβληματική χρήση των social media αναφέρεται σε μια εξαρτητική μορφή χρήσης τους που χαρακτηρίζεται από έναν καταναγκασμό για επικοινωνία μέσω αυτών ή απλά παρακολούθηση των εξελίξεων στα μέσα ψηφιακής δικτύωσης. Αυτού του είδους η χρήση μπορεί να παρεμβαίνει στην λειτουργικότητα μας. Επίσης, η προβληματική χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να επηρεάζει τη διάθεση, με την εκδήλωση συμπτωμάτων κατάθλιψης και άγχους, ενώ μπορεί να αυξάνει και τα συναισθήματα μοναξιάς που νιώθει το άτομο. Με τη σειρά της η πεσμένη διάθεση μπορεί να επηρεάζει αρνητικά και τη σεξουαλική λειτουργία.
Συμπληρωματικά, έχει προταθεί πως η προβληματική χρήση των social media σχετίζεται με μειωμένη υποστήριξη που λαμβάνουν τα άτομα από τους συντρόφους τους, η μειωμένη εγγύτητα στην σχέση αλλά και ο βαθμός που οι σύντροφοι επικοινωνούν τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους με τη σειρά τους μπορεί να επηρεάζουν και τη σεξουαλική λειτουργία.
Μάλιστα σε μία έρευνα με 1.181 συμμετέχοντες που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Journal of Sexual Medicine βρέθηκε πως η προβληματική χρήση των social media σχετίστηκε με σεξουαλικές δυσλειτουργίες. Η εξαρτητική χρήση των μέσω κοινωνικής δικτύωσης φαίνεται να σχετίζεται περισσότερο με τη στυτική δυσλειτουργία στους άνδρες και με τη μειωμένη διέγερση στις γυναίκες.
Πηγή: Fuzeiro, V., Martins, C., Gonçalves, C., Santos, A. R., & Costa, R. M. (2022). Sexual function and problematic use of smartphones and social networking sites. The Journal of Sexual Medicine.
Learn More
Όταν τα γεννητικά όργανα του άνδρα πονούν…
Σύμφωνα με το βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο ερμηνείας της υγείας του ατόμου, ο πόνος είναι μια ιδιοσυγκρασιακή εμπειρία που δημιουργείται από την αλληλεπίδραση μεταξύ βιολογικών, ψυχολογικών και κοινωνικών παραγόντων. Τα νεότερα θεωρητικά μοντέλα για την ερμηνεία του πόνου των γεννητικών οργάνων στον άνδρα έχουν προτείνει ότι πρόκειται για ένα σύνολο οργανικών (γενετικά, νευρολογικά και άλλα προβλήματα), ψυχολογικών (κατάθλιψη, άγχος, υποχονδρίαση, νοσοφοβία), αλλά και κοινωνικών παραγόντων (σχέσεις και κοινωνική καταπίεση) οι οποίοι αλληλεπιδρούν και συνηγορούν στην εμφάνιση του προβλήματος.
Ο πυελικός πόνος στον άνδρα ή αλλιώς πόνος των γεννητικών οργάνων, αποτελεί μια σχετικά κοινή κλινική κατάσταση που επηρεάζει αρκετούς άνδρες και μπορεί να σχετίζεται με ποικίλες σεξουαλικές δυσλειτουργίες και προβλήματα σχέσεων. Σε σημαντικό αριθμό των περιπτώσεων ο σαφής προσδιορισμός της αιτιολογίας που προκαλεί τον πόνο παραμένει ασαφής με αποτέλεσμα τα συμπτώματα να μην ανταποκρίνονται στη φαρμακευτική αγωγή. Ο πόνος των γεννητικών οργάνων στον άνδρα είναι μια κλινική κατάσταση που έχει αναγνωριστεί εδώ και δεκαετίες με συμπτώματα που εναλλάσσονται σε διάρκεια και ένταση και από τα οποία μπορεί να επηρεαστεί κάθε άνδρας, οποιασδήποτε ηλικίας.
Ο πόνος των γεννητικών οργάνων στον άνδρα δεν είναι επαρκώς μελετημένη κατάσταση παρόλο που πολλές εργασίες τον συσχετίζουν με την ποιότητα της ζωής του και φυσικά την οργανική εικόνα που έχει (π.χ. ο πόνος κατά την ούρηση συσχετίζει τον προστάτη, την ουροδόχο κύστη και την ουρήθρα, αλλά και παθήσεις νευρολογικές και βλάβες της σπονδυλικής στήλης). Υπάρχουν όμως πόνοι που δεν προσδιορίζονται πραγματικά και διαχέονται σε όλη τη γεννητική περιοχή, προκαλώντας σύγχυση και στον ίδιο τον ασθενή αλλά και στον γιατρό που ψάχνει να βρει την αιτία και που σε αρκετές περιπτώσεις δεν υπάρχει (ψυχοσωματικός πόνος).

Ορίζεται από την παρουσία επαναλαμβανόμενου ή επίμονου πόνου που σχετίζεται με τη σεξουαλική πράξη ή ακόμη και με την ιδέα του άνδρα ότι θα έρθει σε σεξουαλική επαφή (π.χ. η στυτική δυσλειτουργία διαμέσου του φόβου της αποτυχίας γεννάει τον πόνο και έτσι φέρνει την αποφυγή της σεξουαλικής επαφής), για περίοδο τουλάχιστον έξι μηνών σε ενήλικες άνδρες ηλικίας άνω των 18 ετών. Για πολλούς άνδρες ο πόνος είναι ένας φαύλος κύκλος της ψυχικής επιθυμίας και της σωματικής ανταπόκρισης, που εμπλέκονται αρκετοί μηχανισμοί συμπεριφοράς αλλά και λαθεμένης αντίληψης γύρω από τη σεξουαλικότητα. Η κορυφαία πράξη του πόνου φαίνεται να συντελείται κατά την διάρκεια της εκσπερμάτισης την οποία μπλοκάρει είτε ως πρόωρη, είτε ως ανεσταλμένη προκαλώντας δυσφορία και στην σεξουαλική του σύντροφο.
Χαρακτηριστικά στοιχείο του συμπτώματος του πόνου είναι και η αναστολή ή μείωση της σεξουαλικής επιθυμίας που κάνει τον άνδρα να μην θέλει να εμπλακεί σε σεξουαλική επαφή, ή ακόμη να καθρεφτίζει την κακή σεξουαλική ζωή του ζευγαριού ή και την συναισθηματική ταραχή που μπορεί να περνάει η σχέση. Είναι σύνηθες ο άνδρας που καταλήγει στον γιατρό ψάχνοντας τον πόνο, ουσιαστικά ψάχνει κάτι άλλο, πιο βαθύ και μεγάλο που απεικονίζει τον πόνο στο μυαλό του παρά στα γεννητικά του όργανα.
Δεδομένων των χαρακτηριστικών του, ο πυελικός πόνος στον άνδρα έχει σημαντικές επιπτώσεις στη σεξουαλική του λειτουργία. Η στυτική δυσλειτουργία είναι, έως τώρα, η πιο μελετημένη περίπτωση προβλήματος σε άνδρες με πόνο των γεννητικών οργάνων και ο επιπολασμός της κυμαίνεται μεταξύ 1% και 48%. Σε πρόσφατη ερευνητική μελέτη εντοπίστηκε ότι οι άνδρες με χρόνιο πυελικό πόνο βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν και στυτική δυσλειτουργία. Η συννοσηρότητα αυτή μπορεί να αποδοθεί σε οργανικά προβλήματα που επηρεάζουν την αιμοδυναμική λειτουργία του πέους (μεταβολικό σύνδρομο) και παρεμποδίζουν την φυσιολογική στυτική ανταπόκριση ή προκαλούν πόνο, όπως είναι η αύξηση του αγγειακού και του μυϊκού τόνου στην περιοχή της ανδρικής πυέλου. Ταυτόχρονα, η πρόωρη εκσπερμάτιση εμφανίζει σημαντική συσχέτιση με τον πόνο των γεννητικών οργάνων με τα επιδημιολογικά στοιχεία να τη συνδέουν με το 26% – 77% των περιπτώσεων. Η πρόωρη εκσπερμάτιση σχετίζεται συχνά με την διαφοροποίηση της αισθητικότητας και τις μυϊκές συσπάσεις που προκαλούνται από μια φλεγμονή ή μόλυνση στα γεννητικά όργανα, οι οποίες επιδρούν αρνητικά στο αντανακλαστικό της εκσπερμάτισης. Τέλος, έχουν εντοπιστεί και ενδείξεις συννοσηρότητας και των δύο αυτών σεξουαλικών δυσλειτουργιών, σε άνδρες με πόνο γεννητικών οργάνων, με ποσοστά επικράτησης που κυμαίνονται από 7% έως 15%.
Παρά το γεγονός, όμως, ότι ο πυελικός πόνος στους άνδρες είναι άμεσα συνυφασμένος με σημαντικές σεξουαλικές δυσλειτουργίες, υπάρχουν ελάχιστα ερευνητικά δεδομένα σχετικά με τους ψυχολογικούς παράγοντες που συνηγορούν στην εμφάνιση και διατήρησή του. Παρ ‘όλα αυτά, η βιβλιογραφία έχει τεκμηριώσει τη συμβολή των ψυχολογικών παραμέτρων στην μείωση αλλά και στη διατήρηση του πόνου των γεννητικών οργάνων. Πρόσφατη μελέτη σε 134 άνδρες κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όσοι πάσχουν από πυελικό πόνο αναφέρουν σημαντικά περισσότερες «σκέψεις σεξουαλικής αποτυχίας», σε σύγκριση με τους υγιείς άνδρες, αυξάνοντας περισσότερο το άγχος επίδοσής τους. Αντίστοιχη έρευνα διαπίστωσε ότι ο φόβος της στυτικής αποτυχίας συσχετίζεται με σημαντικά μεγαλύτερη ένταση του πόνου των ανδρών κατά τη σεξουαλική επαφή.

Φαίνεται, λοιπόν, ότι οι αρνητικές σκέψεις διατηρούν ή και ενισχύουν την αίσθηση του πόνου στη σεξουαλική λειτουργία. Οι αρνητικές αυτές σκέψεις συχνά προέρχονται από δυσλειτουργικές πεποιθήσεις που βασίζονται σε λανθασμένες αντιλήψεις και ιδέες σχετικά με την ανδρική σεξουαλικότητα (π.χ. ο άνδρας πρέπει να είναι πάντα «έτοιμος» να κάνει σεξ, η διάρκεια της σεξουαλικής πράξης πρέπει να είναι συγκεκριμένη, και οι δύο σύντροφοι πρέπει να έρθουν ταυτόχρονα σε οργασμό κ.ο.κ). Ο άνδρας ερχόμενος σε αλληλεπίδραση με τις απόψεις αυτές, κοινωνικά και πολιτιστικά, εσωτερικεύει ένα σύστημα υψηλών προσδοκιών που ενισχύουν το άγχος ως προς τον σεξουαλικό του ρόλο. Με τον τρόπο αυτό, ο άνδρας ερμηνεύει τον πόνο ως ακόμα μια απειλητική παράμετρο της σεξουαλικής του λειτουργίας, επικεντρώνεται σε αυτόν βιώνοντάς τον ακόμα πιο έντονα, και απομακρύνεται περισσότερο από τα σεξουαλικά ερεθίσματα που θα ενισχύσουν τη διέγερση και επομένως τη φυσιολογική του ανταπόκριση στη σεξουαλική πράξη.
Η εμφάνιση του πόνου στα γεννητικά όργανα, δείχνει να αυξάνεται και να ταλαιπωρεί όλο και μεγαλύτερο ποσοστό ανδρών κυρίως στην ηλικία 30-40 που φαίνεται να είναι η πιο αγχωτική περίοδος του, αφού κτίζει το οικοδόμημα της ζωής, επαγγελματικής, προσωπικής, κοινωνικής και θέλοντας να είναι τέλειος. Ο πόνος που «βγαίνει» μπροστά του και απλώνει παντού στα γεννητικά του όργανα (π.χ. όρχεις, πέος, χαμηλά στην κοιλιά, πρωκτική περιοχή) δείχνοντάς του ότι κάτι δεν πάει καλά, ενώ μέσα στο μυαλό του ζει συνεχώς και αδιαλείπτως το αίσθημα του πόνου που ουσιαστικά εκφράζει το φόβο και την ατέλεια του, απέναντι στην τελειοθηρία και επιβεβαίωση του ανδρισμού του, που πάντα στο σεξ συγκρίνεται με τον προηγούμενο και απειλείται από τον επόμενο!
Θάνος Ε. Ασκητής
Πηγή: Πρώτο Θέμα
Learn More