
Αμφιφυλοφιλία ή αλλιώς bisexual: Χαρακτηριστικά και στάση γονέα
Η αμφιφυλοφιλία ή αμφισεξουαλικότητα είναι η συναισθηματική, η ρομαντική ή/και η σεξουαλική έλξη ή σεξουαλική συμπεριφορά, προς άτομα του ίδιου και διαφορετικού φύλου.
Πολλοί υποθέτουν ότι πρόκειται, είτε για μια ενδιάμεση «στάση στην πόλη» των γκέι, είτε απλώς για μια πειραματική προσωρινή παράκαμψη από τη ζωή των στρέιτ. Όμως, η έρευνα δείχνει ξεκάθαρα ότι η αμφιφυλοφιλία είναι μια μοναδική, έγκυρη και επίσημη σεξουαλική ταυτότητα. Οι παράγοντες που μπορεί να οδηγήσουν κάποιον να γίνει bisexual είναι σύμφωνα με επιστήμονες ψυχολογικοί, κοινωνικοί, και κατά κόρον γονιδιακοί – βιολογικοί.
Παρόλα αυτά πρέπει να γνωρίζετε ότι ένας έφηβος που έχει αυτό τον σεξουαλικό προσανατολισμό περνάει τις δικές του δοκιμασίες, προσπαθώντας να αναπτύξει μια δική του ταυτότητα στα πλαίσια του κοινωνικού στιγματισμού. Χαρακτηριστικά που διέπουν την περίοδο προσπάθειας της αποδοχής είναι:
- Κοινωνική απομόνωση
- Έλλειψη αυτοσεβασμού
- Συνεχής επιθυμία να ευχαριστούν τους άλλους
- Άγχος
- Κατάθλιψη
- Σχολικές αποτυχίες
- Κατάχρηση αλκοόλ και ουσιών
Αυτοί οι έφηβοι θα αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην ενσωμάτωση της θετικής σκέψης γύρω από το σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητά τους.
Γι’ αυτό επηρεάζει πολύ το περιβάλλον ενός αμφιφυλόφιλου, είτε άνδρα, είτε γυναίκας, καθώς μέσα από έρευνες φαίνεται πώς άτομα που εισπράττουν επιεική συμπεριφορά και έχουν την αποδοχή, εκτιμούν τον εαυτό τους, αλλά και την αξία τους .
Το να νιώθετε ότι σας αποδέχονται όπως είστε πραγματικά εκείνοι που αγαπάτε είναι απίστευτα σημαντικό για τη συνολική ευημερία.
Μία κατάσταση σαν αυτή απαιτεί μία ορθολογική και μετρήσιμη ανταπόκριση. Πολλοί γονείς που θα έρθουν αντιμέτωποι με το άκουσμα του “Μαμά – Μπαμπά είμαι bi” θα αντιδρούσαν με συναισθηματικό πόνο και ματαίωση. Μην κατηγορείτε τον εαυτό σας.
Σκέφτεστε εάν πρέπει να τον μαλώσετε; Ή απλώς να αποδεχτείτε αυτή την επιλογή ως τρόπο ζωής και να τη σεβαστείτε;
Κάντε μία προσπάθεια να συνδεθείτε συναισθηματικά μαζί του.
Ευχαριστήστε τον που σας μίλησε .
Ενημερώστε τον ότι είστε εκεί .
Επισφραγείστε της αγάπης σας.
Κάντε διάλογο για το θέμα.
Όλα αυτά είναι χρήσιμα για να είστε υποστηρικτικοί προς τα αμφιφυλόφιλα άτομα που αγαπάτε και εν κατακλείδι, με αυτούς τους τρόπους σαν γονιός θα είστε δίπλα στο παιδί σας και όχι απέναντί του.
Ίριδα Παπασταθοπούλου
Ψυχολόγος MSc in Psychosexual Therapy
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.

Ποια θέματα γύρω από την σεξουαλικότητα επιλέγουν να συζητήσουν οι γονείς με τους εφήβους και τι επιρροή τούς ασκούν;
Η προσωπική νοηματοδότηση της έννοιας της υγιούς σεξουαλικότητας ξεκινά από νεαρή ηλικία και είναι καθοριστικής σημασίας για τη σεξουαλική και ψυχική ευημερία του ατόμου, αλλά και τη διαμόρφωση λειτουργικών κοινωνικών και διαπροσωπικών σχέσεων. Αναφέρεται στον τρόπο που κάποιος αντιλαμβάνεται τη σεξουαλικότητα του και στις πεποιθήσεις και στάσεις που τηρεί απέναντι στον εαυτό του ως σεξουαλική ύπαρξη.
Αποτελεί μια διαδικασία η οποία διαφοροποιείται και εξελίσσεται καθ’ όλη τη διάρκεια της εφηβείας μέχρι και την ενήλικη ζωή. Ωστόσο, σε αυτά πρώτα βήματα στην περίοδο της εφηβείας κρίνεται σημαντική η συνεισφορά των γονέων, οι οποίοι καλούνται να μεταλαμπαδεύσουν τις προσωπικές τους γνώσεις προς όφελος των παιδιών, μέσα από έναν εποικοδομητικό ανοιχτό διάλογο, ούτως ώστε να προάγονται η διαμόρφωση θετικής στάσης απέναντι στη σεξουαλικότητα, το αίσθημα της αυτοαποτελεσματικότητας και η υιοθέτηση υγιών σεξουαλικών πρακτικών.
Ποια είναι, όμως, τα θέματα γύρω από τη σεξουαλικότητα τα οποία επιλέγουν να συζητήσουν οι γονείς
και επηρεάζεται άραγε η στάση τους ανάλογα με το αν αποδέκτης είναι η κόρη ή ο γιος τους;
Έρευνες έχουν δείξει ότι οι γονείς έχουν την τάση να εφιστούν την προσοχή στους εφήβους ως προς το τι πρέπει να αποφεύγουν. Έτσι, επικεντρώνονται σε θέματα που αφορούν επικίνδυνες σεξουαλικές συμπεριφορές και τρόπους πρόληψης όπως πχ χρήση προφυλακτικού/αντισύλληψη, Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα, εγκυμοσύνη, εκτρώσεις. Ωστόσο, παραλείπουν να αναφερθούν σε πιο θετικές έννοιες που αφορούν τη σεξουαλικότητα όπως σεξουαλική επιθυμία, ικανοποίηση, εναλλακτικές μορφές σεξουαλικών πρακτικών που προσφέρουν ικανοποίηση (αυνανισμός), η επιλογή σεξουαλικών συντρόφων. Φαίνεται, λοιπόν, ότι οι γονείς τηρούν μια στάση αποδοκιμασίας ως προς το να ξεκινήσουν οι έφηβοι να έχουν σεξουαλικές σχέσεις.

Επιπλέον, σχετικά με τη στάση που κρατάνε οι γονείς ανάλογα με το αν απευθύνονται στην κόρη ή στον γιο, παρατηρείται ότι όταν συζητούν με την κόρη εστιάζουν πολύ περισσότερο σε θέματα αποφυγής και πρόληψης σεξουαλικών κινδύνων, ενώ όταν συνομιλητής είναι ο γιος επικεντρώνονται στην ενθάρρυνση του ως προς τις θετικές πλευρές της σεξουαλικότητας. Αυτό καταδεικνύει μια διαφυλική διάκριση στην επικοινωνία των γονέων με τα παιδιά τους, η οποία πηγάζει και ταυτόχρονα τροφοδοτεί τους κοινωνικά κατασκευασμένους παραδοσιακούς ρόλους των δύο φύλων, σύμφωνα με τους οποίους είναι θεμιτό και ενδεδειγμένο οι άνδρες να επιθυμούν και να επιδιώκουν το σεξ, ενώ οι γυναίκες αναμένεται να το αποτρέπουν από το να συμβεί.
Σαν αποτέλεσμα:
· τα κορίτσια δέχονται μεγαλύτερες πιέσεις σε σχέση με τη σεξουαλικότητα τους από ότι τα αγόρια, γεγονός που μπορεί να τις οδηγήσει στην υιοθέτηση ενός παθητικού σεξουαλικού ρόλου, στην ανοχή ανεπιθύμητων σεξουαλικών συμπεριφορών και σε μειωμένη σεξουαλική ικανοποίηση
· στα αγόρια, ναι μεν οι γονείς δείχνουν μεγαλύτερη επιείκεια και παρέχουν περισσότερες ελευθερίες, αυτό, όμως, ενδέχεται να τους δημιουργήσει πίεση για να ανταποκριθούν και να συμμορφωθούν με τον ρόλο που τους αποδίδουν και τις κοινωνικές προσδοκίες.
Οι θετικές συνέπειες του εποικοδομητικού διαλόγου ανάμεσα στους γονείς και τους εφήβους γύρω από τη σεξουαλικότητα είναι αναμφισβήτητες. Ωστόσο, προκειμένου να ενισχυθεί συνολικά η σεξουαλική υγεία των εφήβων, είναι απαραίτητο τα θέματα που συζητούνται να σχετίζονται όχι μόνο με τις επικίνδυνες σεξουαλικές πρακτικές και τους τρόπους αντιμετώπισης, αλλά και με τα θετικά συστατικά στοιχεία της σεξουαλικότητας.
Διδυμοπούλου Αγγελική
Ψυχολόγος- Ψυχοθεραπεύτρια CBT
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.
Learn More
Καρκίνος του μαστού και σεξουαλικότητα: Τι αλλάζει για εκείνες που ζητούν βοήθεια για το σεξουαλικό τους πρόβλημα;
Ο καρκίνος του μαστού είναι η συχνότερη μορφή καρκίνου στις γυναίκες παγκοσμίως, ενώ αποτελεί την πρώτη αιτία θανάτου σε ηλικίες μεταξύ 45 και 60 ετών στο δυτικό κόσμο. Προσβάλλει περίπου μία στις 10 γυναίκες, στις υγειονομικά αναπτυγμένες χώρες και η επιβίωση του πλησιάζει το 70%, ποσοστό που εξαρτάται από την έγκαιρη πρόγνωση.
Χάρη στις προσπάθειες που έχουν γίνει για την έγκαιρη διάγνωση και την εύρεση αποτελεσματικότερων μεθόδων θεραπείας, η θνητότητα έχει παραμείνει περίπου σταθερή σε πολλούς πληθυσμούς παρά την αυξανόμενη εμφάνισή της, ειδικά στο δυτικό κόσμο. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, περισσότερες από 1.600.000 γυναίκες το χρόνο διαγιγνώσκονται με καρκίνο του μαστού, ενώ κάθε χρόνο στη χώρα μας εντοπίζονται περίπου 6.000 νέα περιστατικά, αριθμοί που αποτυπώνουν ηχηρά την κοινωνική διάσταση της ασθένειας.
Είναι σαφές, μέσα από την βιβλιογραφική ανασκόπηση, πως το αντίκτυπο της ίδιας της νόσου στη ψυχολογία των γυναικών (διάθεση, εικόνα σώματος, σωματική αδυναμία) καθώς και η επίδραση των χειρουργικών επεμβάσεων και θεραπειών (απώλεια οιστρογόνων λόγω χημειοθεραπείας και οι ορμονικές θεραπείες που προκαλούν συμπτώματα εμμηνόπαυσης), δημιουργούν προβλήματα στη σεξουαλική τους λειτουργία (μειωμένη σεξουαλική επιθυμία).
Έρευνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Sexual Medicine εξέτασε το κατά πόσο οι γυναίκες με διαγνωσμένο καρκίνο μαστού (ανεξαρτήτως σταδίου) αναζητούν βοήθεια για τα σεξουαλικά προβλήματα και για τις ανησυχίες τους γύρω από αυτό, καθώς και ποιοι είναι οι παράγοντες που εμποδίζουν μια γυναίκα στο να αναζητήσει βοήθεια. Στην έρευνα συμμετείχαν 144 γυναίκες με μέσο όρο ηλικίας τα 56 έτη, από τις οποίες το 62% είχε σύντροφο/σύζυγο, το 38% είχε υποβληθεί σε μαστεκτομή ενώ το 75% αφορούσε μεταεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν ήταν: το κατά πόσο είναι πρόθυμος κάποιος να αναζητήσει βοήθεια για το σεξουαλικό του πρόβλημα αξιολογήθηκε με το ερωτηματολόγιο Sexual Help-Seeking, η σεξουαλική λειτουργία αξιολογήθηκε με το PROMIS Sexual Function and Satisfaction, ενώ οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν και ερωτηματολόγια που σχετίζονταν με την αυτοπεποίθηση και την αυτοαποτελεσματικότητά τους Self-Efficacy.
Αποτελέσματα
- Το 49% (n= 70) του δείγματος ζήτησε βοήθεια για το σεξουαλικό πρόβλημα ή και μοιράστηκε τις ανησυχίες του.
- Από τις γυναίκες που συζήτησαν το σεξουαλικό του πρόβλημα:
- Το 24% (n= 35) απευθύνθηκε για βοήθεια σε κάποιο πάροχο υγειονομικής περίθαλψης (health care provider), κυρίως με το γυναικολόγο, σε ποσοστό 15%.
- Το 42% (n= 61) απευθύνθηκε σε κάποιον εκτός του παρόχου (πχ. φίλο, συγγενή,σύντροφο)
- Το 21% (n= 35) αναζήτησε πληροφορίες από εναλλακτικές πηγές (πχ. διαδίκτυο)
- Τα σεξουαλικά προβλήματα σχετίστηκαν με: τη σεξουαλική επιθυμία, τη κολπική ξηρότητα, τη δυσφορία κόλπου (vaginal discomfort) και τη σεξουαλική ευχαρίστηση.
- Οι γυναίκες που απευθύνθηκαν για το σεξουαλικό τους πρόβλημα ή ανησυχία, είχαν υψηλότερα σκορ αυτο-αποτελεσματισκότητας και αυτοπεποίθησης, σε αντίθεση με εκείνες που δεν απευθύνθηκαν, ή αναζήτησαν βοήθεια μόνο μέσω εναλλακτικών πηγών (διαδίκτυο,έντυπα).
- Οι γυναίκες που δεν αναζήτησαν βοήθεια για το σεξουαλικό τους πρόβλημα ή ανησυχία, παρουσίασαν υψηλότερα ποσοστά δυσφορίας με το σώμα, καθώς και έντασης και διάρκειας σεξουαλικών προβλημάτων, σε σχέση με εκείνες που αναζήτησαν.
- Οι γυναίκες που ήταν σεξουαλικά ενεργές και είχαν σύντροφο ήταν 3 φορές πιο πιθανό να αναζητήσουν βοήθεια για το σεξουαλικό τους πρόβλημα.
Συνοψίζοντας, το άρθρο αναφέρεται στην ανάγκη για άμεση παροχή πληροφοριών γύρω από τα σεξουαλικά θέματα που σχετίζονται με τη διάγνωση και τη θεραπεία του καρκίνου του μαστού. Είναι αναγκαίο από τους φορείς υγειονομικής περίθαλψης να εισάγεται ομαλά μέσα στην γενικότερη κλινική εξέταση και το ζήτημα της σεξουαλικής υγείας. Η κατανόηση των παραγόντων που εμποδίζουν μια γυναίκα με διαγνωσμένο καρκίνο του μαστού να αναζητήσει βοήθεια για το σεξουαλικό της πρόβλημα ή να μοιραστεί ανησυχίες για το θέμα αυτό, θα βελτιώσει τις πιθανότητες για μια πιο ολοκληρωμένη ιατρική φροντίδα.
Παπαδόπουλος Περικλής
Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπευτής
Επιστημονικός Συνεργάτης Ι.Ψ.Σ.Υ
Πηγή: Reese JB, Sorice KA, Pollard W, et al. Understanding Sexual Help-Seeking for Women With Breast Cancer: What Distinguishes Women Who Seek Help From Those Who Do Not? J Sex Med 2020;
Learn More
Πώς επηρεάζει η ΔΕΠΥ στην ενήλικη ζωή την σεξουαλική λειτουργία και συμπεριφορά του ατόμου;
Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) στην ενήλικη ζωή χαρακτηρίζεται από υπερδραστηριότητα, παρορμητικότητα και δυσκολία στη συγκέντρωση της προσοχής, ενώ μπορεί να επηρεάσει πολλούς τομείς της ζωής του ατόμου, από την εργασία και τις ακαδημαϊκές επιδόσεις μέχρι τις διαπροσωπικές σχέσεις και τη σεξουαλικότητα.
ΔΕΠΥ και σεξουαλική λειτουργία και συμπεριφορά
Τα άτομα με ΔΕΠΥ βιώνουν μεγαλύτερη δυσκολία στις ερωτικές και σεξουαλικές σχέσεις λόγω των συμπτωμάτων που εκδηλώνουν. Επί παραδείγματι, η απόσπαση προσοχής κατά την διάρκεια της σεξουαλικής επαφής μπορεί να μειώσει την σεξουαλική οικειότητα και την συναισθηματική εγγύτητα με τον σύντροφο, πλήττοντας την ικανοποίηση τόσο από την σεξουαλική επαφή όσο και από την ίδια την σχέση.
Η απόσπαση προσοχής κατά τη διάρκεια του σεξ μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης σεξουαλικών δυσλειτουργιών. Μάλιστα, μία έρευνα στο περιοδικό Attention Deficit and Hyperactivity Disorders αναφέρει πως οι άνδρες με ΔΕΠΥ είναι πιθανό να εμφανίσουν: ανεσταλμένη εκσπερμάτιση (14%), πρόωρη εκσπερμάτιση (13%) και σεξουαλική αποστροφή (13%), ενώ οι γυναίκες με ΔΕΠΥ μπορεί να παρουσιάσουν μειωμένη σεξουαλική διέγερση (26%), δυσκολία στον οργασμό (22%) και σεξουαλική αποστροφή (15%).
Η παρορμητικότητα που συναντάται στη ΔΕΠΥ μπορεί να οδηγήσει σε επικίνδυνη σεξουαλική συμπεριφορά, όπως είναι η επαφή χωρίς προφυλάξεις.
Τα άτομα με ΔΕΠΥ συχνά παρουσιάζουν αυξημένη σεξουαλική επιθυμία και αυνανισμό. Έχει φανεί πως η σεξουαλική συμπεριφορά και ο αυνανισμός λειτουργούν ως μηχανισμοί ρύθμισης του συναισθήματος, με σκοπό την αγχόλυση. Μάλιστα, τα άτομα με ΔΕΠΥ μπορεί να προτιμούν τον αυνανισμό διότι αποτελεί λιγότερο «περίπλοκη» διαδικασία, καθώς δεν περιλαμβάνει την σύνδεση και δέσμευση με έναν σύντροφο.
Πηγή: Soldati, L., Bianchi-Demicheli, F., Schockaert, P., Köhl, J., Bolmont, M., Hasler, R., & Perroud, N. (2020). Sexual Function, Sexual Dysfunctions, and ADHD: A Systematic Literature Review.The Journal of Sexual Medicine.
Learn More
Σεξουαλική ζωή του ζευγαριού και συναισθηματική σύνδεση: Μια αμφίδρομη σχέση
Η σεξουαλική επιθυμία και η συναισθηματική σύνδεση δεν συνδέονται πάντα. Για παράδειγμα, μπορεί ένα ζευγάρι σε μια εφήμερη σχέση να έχει σεξουαλικές επαφές εν απουσία συναισθηματικής σύνδεσης. Παρόλα αυτά έχει φανεί πως οι μακροχρόνιες σχέσεις χαρακτηρίζονται και από σεξουαλική επιθυμία και από συναισθηματική σύνδεση.
Το σεξ προωθεί τη συναισθηματική σύνδεση
Αν και η βασική λειτουργία της σεξουαλικής συμπεριφοράς, δηλαδή η αναπαραγωγή, δεν συνδέεται άμεσα με τη συναισθηματική σύνδεση των συντρόφων, αρκετά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης σεξουαλικότητας υποδηλώνουν πως η σεξουαλική συμπεριφορά έχει αναπτυχθεί ώστε να ενισχύει και να διατηρεί τους συναισθηματικούς δεσμούς των σεξουαλικών συντρόφων. Για παράδειγμα, η συνήθης στάση όπου η γυναίκα είναι ξαπλωμένη ανάσκελα και ο άντρας βρίσκεται από πάνω της, επιτρέπει περισσότερα χάδια και φιλιά όπως και τη βλεμματική επαφή των συντρόφων. Οι αγκαλιές και τα φιλιά αυξάνουν την παραγωγή της ορμόνης ωκυτοκίνης που με τη σειρά της ενισχύει περαιτέρω τη συναισθηματική σύνδεση και την τρυφερότητα μεταξύ των συντρόφων. Επίσης, άλλο στοιχείο που φανερώνει πως το σεξ προωθεί τους ψυχικούς δεσμούς των συντρόφων προέρχεται από το χώρο της νευροεπιστήμης. Συγκεκριμένα, έχει παρατηρηθεί πως όταν βιώνουμε σεξουαλική επιθυμία ενεργοποιούνται οι ίδιες περιοχές του εγκεφάλου με όταν βιώνουμε αισθήματα αγάπης σε μια ρομαντική σχέση.
Η συναισθηματική σύνδεση καθορίζει τη σεξουαλική συμπεριφορά στις σχέσεις
Η ψυχική σύνδεση και το σεξ φαίνεται να αλληλοεπιδρούν αμφίδρομα έτσι ο τρόπος που τα άτομα συνδέονται συναισθηματικά με τους συντρόφους καθορίζει τα επίπεδα οικειότητας, τρυφερότητας και αλληλεξάρτησης στη σχέση και έτσι μπορεί να συμβάλλει στη σεξουαλική συμπεριφορά και λειτουργία. Τα άτομα που είναι συνδεδεμένα με τους συντρόφους τους με ασφαλή δεσμό, τους θεωρούν ως συναισθηματικά διαθέσιμους και φροντιστικούς, ενώ τείνουν να έχουν σεξουαλικές επαφές ώστε να ενισχύσουν τη συναισθηματική σύνδεση στη σχέση τους και να εκφράζουν την αγάπη τους. Αντίθετα, τα άτομα που είναι συνδεδεμένα με τους συντρόφους τους με ανασφαλή τρόπο τείνουν να αντιμετωπίζουν σεξουαλικές δυσλειτουργίες. Για παράδειγμα, άτομα που νιώθουν ανασφάλεια σε σχέση με τα αισθήματα που τρέφει ο σύντροφος τους για αυτούς ή άτομα που φοβούνται την οικειότητα και είναι συναισθηματικά αποστασιοποιημένα μπορεί να παρουσιάσουν μειωμένη σεξουαλική επιθυμία και ικανοποίηση.
Έτσι στο πλαίσιο των σχέσεων, η σεξουαλική συμπεριφορά έχει την ικανότητα να εγκαθιδρύει και στη συνέχεια να διατηρεί τη συναισθηματική σύνδεση των συντρόφων. Με τη σειρά της η ψυχική επαφή και η επικοινωνία μπορούν να εγγυηθούν μια καλύτερη σεξουαλική ζωή.
Λαφαζάνη Περσεφόνη
Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτης Ι.Ψ.Σ.Υ
Πηγή: Birnbaum, G. E., & Reis, H. T. (2019). Evolved to be connected: The dynamics of attachment and sex over the course of romantic relationships. Current Opinion in Psychology, 25, 11–15.
Learn More
Sexting: Επιβλαβές ή Τρόπος σύνδεσης κατά την πανδημία
Το sexting φαίνεται να επιτρέπει κάποιο βαθμό έκφρασης της σεξουαλικότητας ενώ παράλληλα μειώνει την πιθανότητα μόλυνσης από τον ιό.
Learn More